Connect with us

Πολιτισμός

«ΠΡΟΣ ΜΕΝΟΙΚΕΑ» – μία παυσίλυπος κωμωδία  στον αγωγό τέχνης TRANSENDANCE

«ΠΡΟΣ-ΜΕΝΟΙΚΕΑ»-–-μία-παυσίλυπος-κωμωδία- στον-αγωγό-τέχνης-transendance

ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΥΛΟ ΛΕΜΟΝΤΖΗ

Πρόκειται για τη νέα παραγωγή της Angelus Novus που τον Οκτώβριο του 2023 απέσπασε το Βραβείο Επιτελεστικού Έργου από την Ένωση Κριτικών Θεάτρου και Παραστατικών Τεχνών για την παραγωγή της  «Λούνα- θέατρο στο λεωφορείο».

Υπάρχει άραγε ευτυχία; Παλιό όσο και ο άνθρωπος το ερώτημα. Το θέτει εκ νέου η παράσταση «Προς Μενοικέα» που σκηνοθέτησε  ο Δαμιανός Κωνσταντινίδης. Αφορά  το διάσημο εγχειρίδιο ευδαιμονίας του Επίκουρου, το οποίο  θεωρεί την ψυχική υγεία και ηρεμία, βασική προϋπόθεση για μια ευτυχισμένη ζωή.

Στην επιστολή αυτή αντιπαραβάλλονται μαρτυρίες και συνεντεύξεις ανθρώπων που πέρασαν ψυχικές νόσους, καθώς και η προσωπική ματιά των ηθοποιών της παράστασης. Είναι η πρώτη φορά που το κείμενο ανεβαίνει στη σκηνή. 

«Η ιδέα να ανεβάσω τη συγκεκριμένη επιστολή στο θέατρο είναι παλιά και, μάλλον, περίμενε την κατάλληλη στιγμή για να υλοποιηθεί. Διανύουμε μια περίοδο πολλαπλών κρίσεων, αστάθειας, σύγχυσης και ανασφάλειας, οι ψυχικές αντοχές μας δοκιμάζονται συνεχώς και ποικιλοτρόπως. Ανάλογη ήταν και η περίοδος που γράφτηκε αυτή η επιστολή και στα άγχη της εποχής της ερχόταν, κατά κάποιο τρόπο, να απαντήσει και να τα απαλύνει. Ο Επίκουρος προσπαθεί με απλά λόγια να δείξει τον δρόμο για έναν ευδαίμονα βίο, δηλαδή μια ζωή που να διέπεται από έναν καλό δαίμονα, μια καλή γνώση, ικανή να εξασφαλίζει χαρά και ψυχική υγεία», λέει στο makthes.gr ο Δαμιανός Κωνσταντινίδης.

Η δράση τοποθετείται σε ένα θεραπευτήριο για ψυχικά νοσούντες. Τα πρόσωπα του έργου έρχονται σε επαφή με την οντολογική αγωνία, καταφέρνουν όμως να απαλλαγούν από το ψυχικό άλγος και να βρουν μια διέξοδο. Για το κείμενο της παράστασης, πέρα από τη γνωστή επιστολή, αξιοποιήθηκαν κείμενα ηθοποιών της παράστασης, αλλά και αποσπάσματα από μαρτυρίες και συνεντεύξεις ανθρώπων που ταλαιπωρήθηκαν  από ψυχικές νόσους.

Συγκεκριμένα: Έλενας Ακρίτα, Φώτη Θαλασσινού, Μαργαρίτας Καραπάνου και Φωτεινής Τσαλίκογλου, Νίκου Καρούζου, Λένας Κιτσοπούλου, Αύγουστου Κορτώ,  Βένης Παπαδημητρίου, Ντάντε Αλιγκέρι, Σάμουελ Μπέκετ, Στιγκ Ντάγκερμαν, Ντόροθι Πάρκερ, Σύλβια Πλαθ, Ουίλλιαμ Στάιρον, φύλλα οδηγιών χρήσης αντικαταθλιπτικών, αντιψυχωτικών, αγχολυτικών και συναφών φαρμάκων.

Πιστεύω πως ο δημιουργός αυτής της παράστασης, Δαμιανός Κωνσταντινίδης, εμπνεύστηκε μεν από τον Επίκουρο την κεντρική  ιδέα, αλλά σίγουρα μελέτησε και σύγχρονους εκφραστές τεκμηριωμένων  τρόπων ευδαιμονίας, όπως, για παράδειγμα, ο κουβανός ψυχίατρος και συγγραφέας Χοσέ Κάρλος Σομόθα, ο οποίος  στο βιβλίο του «Η γυναίκα με το νούμερο 13» κάνει λόγο για την μεταμορφωτική δύναμη στίχων, κειμένων  και φράσεων,  διατρέχοντας έργα από την παγκόσμια λογοτεχνία, μεταξύ αυτών και του Σαίξπηρ και των Ελλήνων τραγικών, αλλά κι  ο Γάλλος ψυχίατρος Μπόρις Σιρούλνικ, στον «Ευαίσθητο εαυτό» εξηγεί το γιατί κάποιοι επέζησαν από τις «υποθηκευμένες» και τραυματικές ζωές τους και κάποιοι, όχι. Οπότε, συγκέντρωσε αποσπάσματα από έργα όσων αναφέρονται παραπάνω και μπόλιασε σε αυτά  μαρτυρίες ηθοποιών και ανωνύμων, πρώην ψυχασθενών. 

Όλα αυτά τα κείμενα, εγώ  τα θεωρώ τεκμήρια ζωής. Ιδίως,  αυτά που έχουν αυτοβιογραφικό χαρακτήρα κι αυτά που  είναι λεκτικές συμπυκνώσεις ιστορικών εμπειριών. Η ανάλυσή τους µας επιτρέπει να προσεγγίσουμε τις πρακτικές, στις οποίες δεν έχουμε πρόσβαση µε άλλον  τρόπο. Βέβαια, η ανασυγκρότηση του παρελθόντος, του ατομικού και του συλλογικού, επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες, περισσότερο σταθερούς αλλά και συγκυριακούς. Ιδιαίτερα ο αυτοβιογραφικός λόγος βρίσκεται πάντοτε στο μεταίχμιο του παρελθόντος και του μέλλοντος και επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από τις αναγκαιότητες του παρόντος.

Από αυτά τα τεκμήρια ζωής ανακύπτουν καίρια μεθοδολογικά ζητήματα, σχετικά µε την κοινωνική ταυτότητα και τη διαχείριση του πάσχοντος εαυτού, την περίοδο που το ασυλικό σύστημα στην Ελλάδα βρίσκεται σε διαδικασία αναδιάρθρωσης και κρίση νομιμοποίησης, ακόμα και τώρα που διάγουμε τον 21ο αιώνα.

Στην πολύ ενδιαφέρουσα και πρωτότυπη παράσταση του Δαμιανού Κωνσταντινίδη, η διαδικασία ενηλικίωσης, αλλά και γήρανσης,  ερμηνεύεται αναδρομικά, ως η πλέον ελπιδοφόρα περίοδος του βίου, η οποία δίνει τη θέση της στην ταραχώδη ζωή µε την αρρώστια. Οι ψυχιατρικές διαγνώσεις και οι επαναλαμβανόμενές νοσηλείες, οδηγούν σε μια βιογραφική ρήξη, η οποία εμπεριέχει υποκειμενικά στοιχεία, την αίσθηση ασυνέχειας της πορείας του βίου, αλλά και διαστάσεις που υπερβαίνουν το άτομο και σχετίζονται µε την απόδοση μιας νέας κοινωνικής ταυτότητας.

Πέντε εξαιρετικοί ηθοποιοί, με προεξάρχουσα τη σπουδαία Ελένη Μακίσογλου,  ένα δεμένο σύνολο, μία συμπαγής ομάδα, μία σκυτάλη, αλλά πέντε ποτάμια συναισθημάτων ρέουν στη σκηνή και παρασύρουν θεατές σ’ ένα ταξίδι με βάρκα την ελπίδα. Μήπως στα συρτάρια μας δεν ταξινομούμε καθημερινά τις ελπίδες που μας προσφέρουν, κάθε που ξημερώνει,  τα λογής- λογής κουτάκια, τα φέροντα οδηγίες κατανάλωσης περιεχομένου τους, ώστε να έρθει ήσυχα  το βράδυ και να παραδοθούμε στην αγκαλιά του Μορφέα, πληρώνοντας εισιτήριο στο φαρμακείο της γειτονιάς;

Αυτή είναι η ζωή μας, έτσι λειτουργεί η καθημερινότητά μας, αλλά οι μέρες προχωράνε. Με δεκανίκια, όμως, συντελείται μια «συνεδρία» μέσα μας, όπως ακριβώς συμβαίνει στη σκηνή: της καρδιάς και του μυαλού, με ψυχικές καταθέσεις, με  λογικές αντιρρήσεις, με αντιφάσεις και  παραλογισμούς, αλλά με το ίδιο συμπέρασμα κάθε φορά.

Δισυπόστατη φύση ο άνθρωπος. Το φθαρτό με το άφθαρτο συγκατοικούν στο σκαρί του. Μέσα κι έξω του. Η φρονιμάδα- λέγεται και ανάγκη επιβίωσης-  ωθεί ην κίνηση να περιφρουρήσουμε και τα δυο. Ζήτημα προσωπικής επιλογής η προτεραιότητα.

Η  αφηγηματική, λοιπόν,  αποτύπωση του εαυτού συνδέεται ποικιλοτρόπως, αφενός µε το μετασχηματισμό του ψυχιατρικού θεσμού και, αφετέρου, µε τις κοινωνικές εξελίξεις που μορφοποιούν το σύγχρονο άτομο, ως μια εξατομικευμένη κοινωνική ύπαρξη.

 Με πυξίδα την επικούρειο ηθική, ο σκηνοθέτης ασπάζεται ως ύψιστο αγαθό την «ηδονή», με την έννοια της ευδαιμονίας που πηγάζει από την αταραξία της ψυχής,  και συνθέτει μαρτυρίες και συνεντεύξεις ανθρώπων που έδειξαν ότι «διάβηκαν τον Ρουβίκωνα» αλλά επέστρεψαν σε μια στοιχειώδη κανονικότητα, ώστε να κατανοήσουμε οι θεατές, με τον καλύτερο παραστατικό τρόπο, ότι  είναι ανάγκη να στοχαζόμαστε τα πράγματα που φέρνουν την ευτυχία, αφού όταν υπάρχει ευτυχία έχουμε «αγκαλιά» τον κόσμο όλον, ενώ όταν αυτή λείπει κάνουμε το οτιδήποτε  για να την γευτούμε, όντες νέοι αλλά και ώριμοι. Άρα, η υγεία της ψυχής είναι πρωταρχικός στόχος ανθρώπινου όντος.

Στην εξέλιξη του θέματος, συνάντησα εξαιρετικές σκηνές, ευρηματικά, έως συγκινητικά κομμάτια, ως διδακτικές σεκάνς στα κινηματογραφικής ροής μέρη. Για παράδειγμα, έξοχο το εύρημα της μοιρασιάς σε μια ομάδα κοινών στόχων, με το τσιγάρο από χέρι σε χέρι, από στόμα σε στόμα, ως μια υπογράμμιση της ανθρώπινης ανάγκης για μοίρασμα. Πόσο όμορφα ήρθε στο προσκήνιο το ρήμα «μοιράζομαι». Στις μέρες μας το θέσαμε στο περιθώριο, εξαιτίας συμφερόντων. Μοιράζομαι θα πει μετέχω στον πόνο, στην αγωνία, στη χαρά, στη λύπη του άλλου, αλλά και εξομολογούμαι τα εσώψυχά  μου σε κάποιον. Όπως συμβαίνει στις συνεδρίες των ηρώων στην αίθουσα ψυχοθεραπείας τους.

Παράλληλα, η παράσταση δίνει αφορμές για συλλογισμούς. Για παράδειγμα,  η επικούρειος  θεωρία είναι μια πολιτική θεωρία, έχει να κάνει με την αντίσταση στον κομφορμισμό, με το να βρίσκεις τρόπους να επιβιώσεις ενάντια στο κατεστημένο. Δεν είναι μόνο ένας επαγγελματικός ή  ένας  σεξουαλικός προσανατολισμός, αλλά και ένας μηχανισμός επιβίωσης, που πρέπει να βρεις μέσα στο σύστημα που δεν είναι φιλικό απέναντί σου.

Ο σκηνοθέτης, έχοντας ως συνοδοιπόρους  στην πορεία του την ομάδα ηθοποιών  που επέλεξε ή τον επέλεξαν, φέρνει στη σκηνή και αφήνει να ακουστούν ιστορίες ανθρώπων που  δεν έχουν ισορροπία μέσα τους, αλλά πάσης φύσεως στεγανά που τους  οδηγούν στη μερίδα των  ψυχασθενών.  Πρόκειται για μαρτυρίες ατόμων που υπέφεραν από την απαξιωτική συμπεριφορά  ενός κοινωνικού περιβάλλοντος , από περιστατικά  κάθε είδους βίας. Είτε λεκτικής είτε σωματικής.

Ο ένας κορμός της παράστασης αντλεί έμπνευση από την επιστολή «Προς Μενοικέα»  του Επίκουρου και ο έτερος από τα κείμενα των σημερινών ανθρώπων.  Είναι μια απόπειρα,  η πρώτη στο θέατρο για την ακρίβεια, να δημιουργηθεί μια αίσθηση (ψευδαίσθηση, έστω)  κοινότητας που δεν υπήρξε ποτέ. Εξαιρώ τη μυθοπλασία του Βασίλη Κατσικονούρη στο θεατρικό του έργο «Εντελώς αναξιοπρεπές», το οποίο είναι μεν εμπνευσμένο από  μια πραγματικότητα που υφίσταται σε όλον τον κόσμο, την ύπαρξη ψυχιατρείων, αλλά όχι από  βιωματικές ιστορίες. 

Πρόκειται για μια ηθικοπλαστική μεν παράσταση, με αιχμηρή  σάτιρα και χιούμορ, εξ ου και η αρχαιοελληνική λέξη «παυσίλυπος» στον τίτλο, αλλά και με  στημένο έναν «καθρέφτη» στη σκηνή, που τον σχηματοποιούν οι ηθοποιοί, τα λόγια, οι φωτισμοί του Σωτήρη Ρουμελιώτη, η μουσική του Γιώργου Χρυσικού, η κίνηση της Ιωάννας Μήτσικα, τα σκηνικά και τα κοστούμια του Απόστολου Αποστολίδη και, φυσικά, ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός του Δαμιανού Κωνσταντινίδη, ώστε ο θεατής  να «βλέπει» το  «είδωλό»  του ως δυνάμει  ψυχασθενή, δεδομένου ότι στην εποχή μας  οι άνθρωποι νοσούν ψυχικά – κατά κάποιο τρόπο – είτε το γνωρίζουν είτε όχι.

Ταυτότητας παράστασης

Σύνθεση κειμένου παράστασης – Σκηνοθεσία Δαμιανός Κωνσταντινίδης

Σκηνικά – Κοστούμια Απόστολος Αποστολίδης

Μουσική Γιώργος Χρυσικός

Κίνηση Ιωάννα Μήτσικα

Φωτισμοί Σωτήρης Ρουμελιώτης

Ηθοποιοί

Θάνος Διμηνάς, Ελένη Μακίσογλου, Γιάννης Μονοκρούσος, Αντιγόνη Μπάρμπα, Δανάη Τσιοπλή

Φωτογραφίες Buba Soso Gabedava

Γραφιστικά Nastyl

Stagemanager Αντωνία Γεωργιάδου

Διεύθυνση παραγωγής & Επικοινωνίας Στέλλα Τενεκετζή

Παραγωγή Angelus Novus

Οργάνωση παραγωγής Electra Social Company

Με την οικονομική υποστήριξη του Υπουργείου Πολιτισμού

ΠΑΥΛΟΣ  ΛΕΜΟΝΤΖΗΣ

Πηγή: KavalaWebNews

Continue Reading
Advertisement
Click to comment

You must be logged in to post a comment Login

Leave a Reply

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Πολιτισμός

ΔΗΠΕΘΕ: Ματαιώνεται η παράσταση «Ρίτα»

ΔΗΠΕΘΕ:-Ματαιώνεται-η-παράσταση-«Ρίτα»

Πηγή: KavalaWebNews

Continue Reading

Πολιτισμός

Διακρίσεις μαθητών του Δημοτικού Ωδείου Καβάλας σε Διαγωνισμό Σαξοφώνου

Διακρίσεις-μαθητών-του-Δημοτικού-Ωδείου-Καβάλας-σε-Διαγωνισμό-Σαξοφώνου

Σημαντικές ήταν οι διακρίσεις που πέτυχαν οι ταλαντούχοι μαθητές του Δημοτικού Ωδείου Καβάλας στο Διεθνή Διαγωνισμό Σαξοφώνου, ο οποίος πραγματοποιήθηκε στην Λάρισα από τις 12 έως 14 Απριλίου και στον οποίο συμμετείχαν παιδιά όλων των ηλικιών από την Ελλάδα και το εξωτερικό.

Συγκεκριμένα, ο μαθητής Ντόρφμαν Γιάννης, ο οποίος διαγωνίστηκε στην Α΄ κατηγορία – Προκαταρκτική απέσπασε το 3ο Βραβείο. Επίσης, ο Μάρκος Κούνιας (Α΄ κατηγορία – Προκαταρκτική) και ο Ανδρέας Καλιαμπάκας (Β΄ κατηγορία – Κατωτέρα), όλοι μαθητές της τάξης Σαξοφώνου της Πωλίνας Κατσαβούνη    έλαβαν  έπαινο για το παίξιμό τους .

Θερμά συγχαρητήρια στους μαθητές, τους γονείς και στην καθηγήτρια  για τις επιτυχίες αυτές.  Ευχόμαστε σε όλους ακόμη μεγαλύτερες διακρίσεις και ελπίζουμε ότι με την πορεία και την πρόοδό τους θα προσφέρουν ισχυρό κίνητρο στους συμμαθητές τους!

Ο Αντιδήμαρχος Πολιτισμού,

διά βίου μάθησης και Μουσικής Εκπαίδευσης

Απόστολος Μουμτσάκης

Πηγή: KavalaWebNews

Continue Reading

Πολιτισμός

«ΤΟ ΓΑΛΑ» του Βασίλη Κατσικονούρη στο «Αντιγόνη Βαλάκου»

«ΤΟ-ΓΑΛΑ»-του-Βασίλη-Κατσικονούρη-στο-«Αντιγόνη-Βαλάκου»

ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΥΛΟ ΛΕΜΟΝΤΖΗ

Πολυπαιγμένο και πολυμεταφρασμένο, γραμμένο το 2003, «Το γάλα» του Βασίλη Κατσικονούρη έκανε και διεθνή καριέρα. Είναι ένα από τα καλύτερα και μεστότερα νεοελληνικά έργα.

Πρωτοπαίχτηκε στη Νέα Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου, σε σκηνοθεσία Νίκου Μαστοράκη την περίοδο 2005-2006, επί προεδρίας του αείμνηστου Νίκου Κούρκουλου, για να συνεχιστεί και την αμέσως επόμενη σαιζόν, λόγω της πολύ μεγάλης επιτυχίας του.

Το έργο είναι μεταφρασμένο στα αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, σερβικά και πολωνικά.

 “Ξένος εδώ, ξένος κ’ εκεί, κι όπου κι αν πάω ξένος

Το γάλα, λέει ο συγγραφέας στο βιβλίο του, στα ρωσικά λέγεται «μαλακό». Έτσι, περίεργα, μια άλλη ελληνική λέξη, σπαρμένη μέσα σε μια άλλη γλώσσα, δίνει εκεί, στο ξένο χωράφι, πολύ πιο άμεσα και ανάγλυφα την αίσθηση του πράγματος, απ’ ότι η αντίστοιχη που το ονοματίζει στα ελληνικά.

Γι’ αυτήν ακριβώς την αίσθηση θέλει να μιλήσει «Το γάλα» του Βασίλη Κατσικονούρη και οι ήρωες του.

Μια οικογένεια από την πρώην Σοβιετική Ένωση – μητέρα με δύο γιούς – ο ένας εκ των οποίων πάσχει από σχιζοφρένεια, προσπαθεί να προσαρμοσθεί και να επιβιώσει στην Ελλάδα. Η απόγνωση της μάνας και ο ψυχικός σπαραγμός της για την ασθένεια του μικρού της γιού, παράλληλα με τον φόβο που προέρχεται από τον κοινωνικό ρατσισμό του περιβάλλοντός της, παρουσιάζονται με σπαρακτικό τρόπο.

Η βία διαδέχεται και εναλλάσσεται με την τρυφερότητα, η ένταση με τη γαλήνη, η απελπισία με την ελπίδα, το όνειρο με τον εφιάλτη, η πραγματικότητα με την ψευδαίσθηση και αντιστρόφως. 

Πρόκειται για μια συγκλονιστική οικογενειακή ιστορία, όπου φωτίζεται δεξιοτεχνικά από τον συγγραφέα ο συναισθηματικός κόσμος των ηρώων και οι ανησυχίες τους, όπως αυτές πηγάζουν μέσα από το κοινωνικό τους περιβάλλον, αλλά κυρίως φωτίζεται η αίσθηση που έχει ο καθένας ήρωας, πως όλα μέσα του μαλακώνουν και ζεσταίνονται, όταν σταματάει πια να κλαίει και να πονάει, καθώς δέχεται μια πρόσκαιρη ανακούφιση. Κι όταν αυτή λιγώνεται, τότε νιώθει ξένος. Σαν πρόσφυγας ανάμεσα σε δυο πατρίδες. Ξένες κι αυτές.

Τη σκηνοθεσία υπογράφουν ο Μάνος Καρατζογιάννης, με μακρά γόνιμη θητεία στο ελληνικό έργο και η Ερμίνα Κυριαζή, η οποία σκηνοθέτησε την περασμένη σαιζόν και το πιο πρόσφατο έργο του Βασίλη Κατσικονούρη το: «Τσιτάχ. Η ερημιά του τερματοφύλακα».

Η παράσταση αφιερώνεται στη μνήμη του Κωνσταντίνου Παπαχρόνη, ο οποίος ήταν ο πρώτος που ερμήνευσε το ρόλο του Λευτέρη, το 2006, στην παράσταση του Εθνικού Θεάτρου.

Πιο αναλυτικά, μια ολιγομελής οικογένεια ομογενών από την πρώην Σοβιετική Ένωση, όπου ζούσε εκεί μια τσακισμένη ζωή σε ταραγμένα χρόνια, ερείπια επί ερειπίων ο τόπος γύρω τους, ήρθε και μπήκαν όλοι τους σ’ ένα καζάνι που έβραζε. ΄Ήρθαν στην Ελλάδα μαζί με πολλούς άλλους τη δεκαετία του 1990 και σπιτώθηκαν σ’ ένα ημιυπόγειο διαμέρισμα μιας χαμο- γειτονιάς.

 Τα μέλη: η μητέρα Ρήνα και οι δυο της γιοί, ο Αντώνης και ο Λευτέρης, ο οποίος πάσχει από μιας μορφής σχιζοφρένεια, ενώ ο πατέρας έχει πεθάνει από χρόνια.

Ο πρωτότοκος γιος, ο Αντώνης, θέλει πάση θυσία και με οποιοδήποτε τίμημα να ενσωματωθεί στη νέα πατρίδα του. Μιλάει μόνο Ελληνικά, θέλει να ξεχάσει τα Ρωσικά, τρώει μόνο ελληνικά φαγητά, δεν έχει κανένα μετανάστη φίλο, προσεταιρίζεται τους Έλληνες, γίνεται αποδεκτός από αυτούς και προσπαθεί να δρέψει τους καρπούς της ελληνοποίησής του.

Αντίθετα, ο μικρότερος, ο Λευτέρης, αρνείται να ενσωματωθεί στην νέα του πατρίδα. Τραγουδάει ρωσικά τραγούδια, μιλάει στα ρωσικά, τρώει ρωσικά φαγητά και αναπολεί διαρκώς τον τρόπο ζωής τους στην Τιφλίδα. Η σχιζοφρένειά του λειτουργεί και αυτή σε ένα άλλο επίπεδο, σαν άρνηση ενσωμάτωσης στα πρότυπα και τις επιταγές της ελληνικής κοινωνίας.

Αυτές οι διαφορές των δυο αδερφών είναι η αιτία των συνεχόμενων καυγάδων που διασαλεύουν την ηρεμία και τη γαλήνη του σπιτιού. Ο Αντώνης απαιτεί τρόπους συμπεριφοράς που ο Λευτέρης αρνείται και η σύγκρουση είναι μόνιμη.

 Ανάμεσά τους η μάνα, που η συμπεριφορά της εμπεριέχει τις εκ διαμέτρου αντίθετες θεάσεις της πραγματικότητας. Θέλει να ενσωματωθεί στην ελληνική κοινωνία αλλά δεν εμπιστεύεται τους Έλληνες. Θέλει να ξεχάσει το παρελθόν αλλά το αναπολεί συνέχεια. Επαινεί τον Αντώνη για την αποφασιστικότητά του, αλλά προστατεύει τον άρρωστο Λευτέρη από τη χλεύη, όμως δε θέλει να τον στείλει στο ψυχιατρείο.

Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, ο Αντώνης, έχοντας εδώ και καιρό αποφασίσει να διαγράψει το παρελθόν του στην Τιφλίδα και, ταυτόχρονα, να απομακρυνθεί από μια οικογενειακή ζωή που του είναι βάρος και ντροπή, βρίσκει δουλειά σε ένα βενζινάδικο στη Λάρισα. Εκεί συναντά στο πρόσωπο της κόρης του ιδιοκτήτη, την μελλοντική σύζυγό του, αλλά και την ευκαιρία της κοινωνικής και οικονομικής ανόδου.

 Έτσι, επισκέπτεται την οικογένεια στην Αθήνα για να της ανακοινώσει τα ευχάριστα νέα τού γάμου. Επί πλέον, επειδή θα φέρει την μέλλουσα σύζυγο να τους τη γνωρίσει, τη Νατάσα, θέλει να εξασφαλίσει την ήσυχη και κόσμια συμπεριφορά του Λευτέρη.

Πράγματι, η πρώτη συνάντηση είναι ενθαρρυντική, με την κοπέλα να αντιμετωπίζει τον Λευτέρη με συμπάθεια και φιλική διάθεση. Μάλιστα, τις επόμενες ημέρες κάνουν παρέα και δένονται σιγά – σιγά. Όμως, η παρουσία της Νατάσας στο σπίτι μαζί με τον Λευτέρη και χωρίς την παρουσία κανενός άλλου, υποδαυλίζει τα ανοργάνωτα σεξουαλικά ένστικτα του νεαρού, ο οποίος προχωρά σε σεξουαλική παρενόχληση και αναγκάζει τη φοβισμένη κοπέλα να δραπετεύσει από το σπίτι.

Αυτή η εξέλιξη των πραγμάτων θα σταθεί μοιραία για την πορεία της οικογένειας. Ο Αντώνης αρνείται οποιαδήποτε επαφή πλέον με τον Λευτέρη και τη μητέρα του, με αποτέλεσμα μάνα και μικρός γιός να μείνουν μόνοι, σε ένα σύμπαν που το γεμίζει η νοσταλγία για το παλιό και ο φόβος για το μέλλον.

Όταν η μητέρα πεθαίνει, ο Αντώνης αναλαμβάνει να επιλέξει τη μοίρα του αδερφού του. Δεν επιτρέπει σε κανένα εμπόδιο να του καταστρέψει την πορεία που έχει δώσει στη ζωή του κι ο εγκλεισμός του Λευτέρη στο ψυχιατρείο είναι η μόνη επιλογή. 

Όπως έχει πει ο συγγραφέας «Θα ήθελα τα έργα μου να λειτουργούν σαν ένα ισχυρό αντίδοτο απέναντι στις παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας και κατ’ επέκταση της ελληνικής οικογένειας. Να καταδεικνύουν την πάλη ανάμεσα στο άλγος της μνήμης και το άγος της λήθης», έτσι και τα δυο αδέρφια συμβολίζουν και εκφράζουν αυτόν το διπλό ψυχικό πόνο: Ο μεν Αντώνης το άγος της λήθης, ο δε Λευτέρης το άλγος της μνήμης.

Το έργο θεωρείται ένα από τα πλέον εμβληματικά του σύγχρονου ελληνικού δραματολογίου και τον χαρακτηρισμό αυτό δεν τον ενισχύουν μόνο οι θεματικές, που εξακολουθούν να αφορούν άμεσα τον θεατή, αλλά η αρραγής δομή της πλοκής, οι διαστρωματώσεις που φωτίζουν τα χαρακτηριστικά των δραματικών προσώπων, ο καίριος συγχρωτισμός μεταξύ δηκτικού χιούμορ και ανέσπερης ευαισθησίας, η ευγενής και κοπιώδης πρόθεση να συγκεραστεί το ανοίκειο με την αποδοχή του.

Πρόκειται για ένα έργο-ηχηρό χαστούκι στον εφησυχασμό μας, μπροστά σ’ αυτά που συμβαίνουν στη διπλανή μας πόρτα και στην πίσω αυλή του σπιτιού μας. Ένα έργο ζωντανό και σπαρακτικό, γραμμένο από έναν γνώστη της ανθρώπινης ψυχής, που διψά για ελευθερία, όμως την τσαλακώνει η ανάγκη. Ένα έργο που μας βλέπει κατάματα και πρέπει οι θεατές με τη σειρά μας, να το δούμε με τα μάτια της ψυχής.

Οι διορατικοί συν- σκηνοθέτες Μάνος Καρατζογιάννης και Ερμίνα Κυριαζή υποστήριξαν, με την επαγγελματική τους οξυδέρκεια και την πνευματική τους διαύγεια, το τρίγωνο των δυνάμεων που αναπτύσσεται στο κείμενο και διαρθρώνεται κλιμακωτά μέσα από τη σκιαγράφηση των ηρώων: μνήμη-σώμα-ετερότητα. Πετυχαίνουν να προβάλουν την αξία και την εμβέλεια του δραματικού ιστού, με έμπνευση, χωρίς καμία υπερβολή, ακρότητα ή αστοχία και με σεβασμό στην καταιγιστική πλοκή. Έτσι, οι νοηματικοί κώδικες είναι ευανάγνωστοι, πλήρεις συναρπαστικής εικονοποιίας και εσωτερικού προβληματισμού.

Και οι τρεις δραματικοί χαρακτήρες έχουν ισχυρή τη μνήμη, που φέρει την ταυτότητα του ξένου, ο οποίος, όπου κι αν βρίσκεται παραμένει,κατά κάποιο τρόπο, άπατρις: «στη Ρωσία είμαστε γκρέκοι και στην Ελλάδα, Ρώσοι».

 Σημάδια από μια χώρα που θα ήθελαν να ξεχάσουν αλλά είναι ανέφικτο, φράσεις και τραγούδια από μια χώρα, στην οποία προσφεύγει τρυφερά το θυμικό και η λογική, και από την οποία οφείλουν να αποκοπούν για να ενσωματωθούν στη νέα πατρίδα, να επιβιώσουν και να αντλήσουν τη χαρά της αποδοχής, της ένταξης στην κοινότητα που το πρέπον είναι να τους εμπεριέχει και, σε ένα βαθμό, να τους προστατεύει.

Βαθιά συναισθηματική παράσταση, με ένα κείμενο που εμπεριέχει πάρα πολλά ζητήματα, όπως : ρατσισμός, ψυχιατρικές ασθένειες και αντιμετώπισή τους, φτώχεια, εκμετάλλευση, σχέσεις μέσα στην οικογένεια, αίσθημα του μη ανήκειν, βία κ.ά.

Σε ένα λιτό σκηνικό ( Άγγελος Αγγελής), που απεικονίζει εύγλωττα την ένδεια της ζωής της Ρήνας και του Λευτέρη, με τα ταιριαστά λιτά καθημερινά τους ρούχα, σε αντίθεση με τους πάντα καλοντυμένους Αντώνη και Νατάσα, γινόμαστε μάρτυρες ενός δράματος που άπαντες σκεφτόμαστε, ενώ το παρακολουθούμε: «αυτό δε θα καταλήξει καλά». Είναι όλα αυτά τα δίπολα των αντιθέσεων, που μας πείθουν ότι ο αδύναμος θα ακολουθήσει ακόμη μια φορά το «πεπρωμένο» του.

Συγκλονιστικός ο Μάνος Καρατζογιάννης στον ρόλο του Λευτέρη, σε μια ερμηνεία που έχει πολύ εκφραστικότητα (ειδικά στα κομμάτια των μονολόγων για πιο προσωπικά ζητήματα) και ένταση ταυτόχρονα, ενσαρκώνοντας ένα παιδί που γεννήθηκε για να κάνει όνειρα και, μέσα από αυτά, να ελπίζει ότι θα γίνει και το περιβάλλον του καλύτερο, όμως η πραγματικότητα το συντρίβει. Ο εξαιρετικός Μάνος Καρατζογιάννης προσεγγίζει την πικρία και την ψυχική του αδυναμία μέσα από ένα πηγαίο χιούμορ, στο οποίο δεν λείπουν ο αυτοσαρκασμός και η τρυφερότητα. 

 Ομοίως, η μάνα – πολύ καλή η Στέλλα Γκίκα – αποφεύγει τον σκόπελο του μελοδραματισμού, αποδίδει με καθηλωτική απλότητα τις εσωτερικές της συγκρούσεις και επικοινωνεί απόλυτα με τον Δημήτρη Πασσά, ο οποίος δίνει μια αφοπλιστική ερμηνεία στον ρόλο τού φιλόδοξου πρωτότοκου γιου της.

 Η σκηνή που καθηλώνει είναι αυτή του θηλασμού. Το γυναικείο στήθος, ως βιολογικό όργανο και πολιτιστικό «σημείο», έχει διττή υπόσταση: είναι πανανθρώπινη ερωτογενής ζώνη και, ταυτόχρονα, είναι ο ιερός μαστός που τρέφει τα μωρά.

 Από την εμπειρία του θηλασμού έχει περάσει σχεδόν όλη η ανθρωπότητα. Η μάνα Γη τρέφει τα παιδιά της.

Ως πρωταρχικά σύμβολα της μητρότητας: μαστός και γάλα, όπως και αίμα και μήτρα στον τοκετό, περιβάλλονται από την αύρα του μυστηρίου, του ιερού, του απόλυτα σεβαστού.

Γάλα και αίμα είναι τα πρωταρχικά υγρά της ζωής. Τα ομογάλακτα αδέρφια θεωρούνται πραγματικοί αδελφοί: ήπιαν από το ίδιο γάλα και από το ίδιο στήθος.

Κατά τις λαϊκές αντιλήψεις, γυναίκα που να μην έχει δώσει γάλα στο βρέφος δεν είναι σωστή μητέρα, δεν ανταποκρίνεται στον ιδανικό ρόλο του φύλου της, στα ιερά καθήκοντα της μητρότητας.

Ο παλιμπαιδισμός του Λευτέρη συναντά το ανεκπλήρωτο καθήκον της μητέρας του: να τον θηλάσει, να τον αναθρέψει με τα θρεπτικά υγρά του σώματός της, να βυζάξει το μωρό.

 Αυτή η καθηλωτική σκηνή του συμβολικού βυζάγματος είναι «εικόνισμα», επειδή αυτό που δεν έγινε τότε στη Γεωργία, πραγματοποιείται εκ των υστέρων στην Ελλάδα, έστω με συμβολικό τρόπο, στην εφηβεία. Το παιδί ηρεμεί και αποκοιμάται. Ο Λευτέρης δεν έχει γίνει και δε θα γίνει ποτέ άντρας.

Ο Λευτέρης, παρά το όνομά του, δεν ελευθερώνεται ούτε με την αρρώστια του, ούτε με τις βάναυσες εξόδους του, ούτε με τον εγκλεισμό του σε ψυχιατρική κλινική. Η στέρησή του είναι ισόβια και δεν αναπληρώνεται με τίποτε. 

 Ο Βασίλης Κατσικονούρης χειρίζεται με τρόπο κάπως γκροτέσκο, αλλά με πολύ σεβασμό, τον οποίο μεταδίδει και στο κοινό του, μια ιερή εικόνα, χριστιανική και παγανιστική, και ανακαλεί ένα βίωμα πρωταρχικό και αξέχαστο για τον καθένα, και μας γυρίζει στην αρχή της ζωής: στην αίσθηση και τη γεύση του μητρικού γάλατος.

Στον ρόλο της αρραβωνιαστικιάς, η Ελένη Σακκά, μας πείθει πως βλέπουμε ένα κορίτσι από μια μεγάλη πόλη της ελληνικής επαρχίας, με καλοβαλμένη οικογένεια, σπουδές που γίνονται μόνο για το πτυχίο, μια αφέλεια που πηγάζει από την προστασία του σπιτιού που μεγάλωσε και όνειρα που αρχίζουν και τελειώνουν σε έναν όμορφο σύντροφο και στη δημιουργία οικογένειας, που θα της εξασφαλίσει το «μπράβο» του περίγυρου.

Η σκηνοθεσία επέλεξε μια λιτή γραμμή, εστιάζοντας στους χαρακτήρες των τεσσάρων πρωταγωνιστών και ανεβάζοντας μέσα από τους διαλόγους και τις ιστορίες τους την κλιμάκωση της δράσης, με τέτοιον τρόπο, ώστε η παράσταση κρατάει τον θεατή προσηλωμένο σε όλη τη διάρκειά της, αλλά έξυπνα, με ενέσεις χιούμορ, ώστε δημιουργείται μια ατμόσφαιρα ζοφερή μεν, αλλά γνώριμη στον θεατή, αποφεύγοντας την παγίδα του άκρατου ρεαλισμού- συναισθηματισμού, όπως συναντάμε σε αντίστοιχης θεματικής παραστάσεις.

Αυτό που εισπράττει το κοινό, εν τέλει, είναι μια δυνατή ιστορία-μαρτυρία, με εξαιρετικές συγκρούσεις, μοναδικές κορυφώσεις, αλλά και μια θεατρική παράσταση γεμάτη ελπίδα.

 Συντελεστές 

Σκηνοθεσία: Μάνος Καρατζογιάννης – Ερμίνα Κυριαζή
Ερμηνεύουν: Στέλλα Γκίκα, Μάνος Καρατζογιάννης, Δημήτρης Πασσάς, Ελένη Σακκά
Σκηνικά – κοστούμια: Άγγελος Αγγελής
Μουσική: Νεοκλής Νεοφυτίδης
Φωτισμοί: Άγγελος Παπαδόπουλος
Βοηθός σκηνοθέτη: Φίλιππος Παπαθεοδώρου

Φωτογραφίες: Ελίνα Γιουνανλή, Σπύρος Περδίου

Βίντεο προώθησης: Ηλίας Μόσχοβας
Παραγωγή: Πολιτισμός Σταθμός Θέατρο

ΠΑΥΛΟΣ ΛΕΜΟΝΤΖΗΣ

Πηγή: KavalaWebNews

Continue Reading
Advertisement

Προτεινόμενα