Θαρρείς, είναι ιστορία τρόμου γεμάτη μίση, εκδίκηση, φονικά, αίμα. Με έντονη δράση, σασπένς και συναισθηματικές εκρήξεις. Η «Ορέστεια» του Αισχύλου, η μοναδική σωζόμενη αρχαία τριλογία από την κλασική αθηναϊκή δραματουργία που πρωτοπαρουσιάστηκε το 458 π.Χ., αποτελείται από τις τραγωδίες «Αγαμέμνων», «Χοηφόροι» και «Ευμενίδες».
Η αφήγηση για τα πάθη του οίκου των Ατρειδών ξεκινάει από τη θυσία της Ιφιγένειας στον «Αγαμέμνονα». Αυτή ορίζει το έργο ψυχικά, δραστικά, ποιητικά. Έχουμε την επιστροφή του βασιλιά Αγαμέμνονα και τη δολοφονία του από τη γυναίκα του Κλυταιμνήστρα, η οποία περίμενε 10 χρόνια την επιστροφή του και είχε λόγους να διαπράξει το έγκλημα.
Για τη σκηνοθεσία και τη διασκευή από τον δάσκαλο Θόδωρο Τερζόπουλο, η Κλυταιμνήστρα δεν είναι ούτε άντρας ούτε γυναίκα, αλλά ένα πλάσμα που άφησε τη μήτρα του στην Αυλίδα. Από τη στιγμή που της πήραν την Ιφιγένεια δεν είναι η ίδια. Υιοθετεί χαρακτηριστικά του κυρίαρχου φύλου, για να επιβιώσει σε μια πατριαρχική συνθήκη και με εμμονή περιμένει να εκδικηθεί τη θυσία του παιδιού της. Η μετάλλαξή της επηρεάζει την αφήγηση και τη δράση. Το βασικό δίπολο της ιστορίας είναι η σύγκρουσή της με τον Χορό.
Οι «Χοηφόροι» συμπυκνώνουν το μεγαλύτερο κομμάτι της δράσης της τριλογίας. Είμαστε δέκα χρόνια μετά τον φόνο του Αγαμέμνονα, σε μια ηλεκτρισμένη κατάσταση αναμονής. Ο παλιός κόσμος, όπως τον γνώρισαν οι ήρωες, έφτασε σε τέλμα και πρέπει κάτι να συμβεί.
Το έργο ξεκινάει με την επιστροφή του Ορέστη, που όλοι τον περιμένουν ως εκδικητή για τον φόνο του πατέρα του, αλλά και για να βάλει ένα τέλος στον φαύλο κύκλο του αίματος. Θα κόψει τον ομφάλιο λώρο με το παρελθόν, διαπράττοντας το πιο δύσκολο έγκλημα, αυτό της μητέρας του. Είναι ο άνθρωπος που θα φέρει το καινούργιο.
Το τρίτο μέρος της αισχύλειας τραγωδίας είναι οι «Ευμενίδες». Εδώ βρίσκουμε πολλές καινοτομίες. Για παράδειγμα, δεν υπάρχει ενότητα του χώρου ούτε του χρόνου. Από τους Δελφούς βρισκόμαστε ξαφνικά στην Αθήνα, αλλά δεν ξέρουμε πόσα χρόνια μεσολάβησαν. Έχουμε την καταδίωξη του Ορέστη από τις Ερινύες και τη διαδικασία που θα χρειαστεί για να εξευμενιστούν, αθωώνοντας το έγκλημά του.
Η λύση δίνεται στον Άρειο Πάγο, στο δικαστήριο των Αθηνών. Ορέστης και Ερινύες υπερασπίζονται τις θέσεις τους. Με την ψήφο της Αθηνάς κηρύσσεται αθώος. Η δίκη των θεών γίνεται δικαιοσύνη των ανθρώπων.
Το έργο δείχνει πώς διαχειρίζεται κάποιος το πολιτικό, προσωπικό και γενεαλογικό παρελθόν του. Όταν ο Ορέστης αθωώνεται και δίνει όρκο στην πόλη της Αθήνας, δε μιλάει για τον εαυτό του αλλά και για τους προγόνους και τους απογόνους. Οι Ερινύες έχουν καταχωρισθεί στη συνείδησή μας σαν κάτι κακό, αλλά εδώ είναι οι πρωταγωνίστριες. Πρεσβεύουν το παλιό δίκαιο, αλλά συγχρόνως είναι αδέκαστες και ακριβοδίκαιες.
Ο μύθος των Ατρειδών, της καταραμένης γενιάς, που βρέθηκε στο κέντρο των ιστορικών εξελίξεων του αρχαϊκού κόσμου, ήταν θέμα πολύ αγαπητό στην ποίηση των αρχαίων.
Ο σπουδαίος Έλληνας σκηνοθέτης Θόδωρος Τερζόπουλος δουλεύει σε βάθος, έως τον πυρήνα του μύθου, και δημιουργεί μια παράσταση σ’ ένα έργο απ’ όλες τις πλευρές κομβικό, γιατί με συμβολικό τρόπο διαπραγματεύεται ιδέες, αξίες, θεσμούς, επινοήσεις και δόγματα, σε βαθμό που να θεωρείται επάξια ως κιβωτός της μεγάλης εκείνης στιγμής της ανθρώπινης συνείδησης.
Αυτός ο κόσμος ανήκει και για τον ποιητή και για τον θεατή σε ένα απώτερο ιστορικό παρελθόν, ενώ οι μορφές που αντιπροσωπεύουν αρχέτυπα σύμβολα είναι καθολικές, αδρές, όχι ειδικές ή εξατομικευμένες περιπτώσεις. Διατηρούν έτσι όλο το μεγαλείο τους. Φόνοι, εκδίκηση, συνομωσίες, επερχόμενη τιμωρία, συνθέτουν την πλοκή του όλου δράματος στη διάρκεια των διακοσίων λεπτών που διαρκεί αυτή η μεγαλειώδης παράσταση.
Ένας φόνος μεταβιβάζεται από γενιά σε γενιά και τιμωρείται. Ατρέας, Ιφιγένεια, Αγαμέμνονας, Κλυταιμήστρα, Ορέστης. Μια αλυσίδα εγκλημάτων, που το ένα ακολουθεί το άλλο, σαν αποτέλεσμα του πρώτου.
Ο μέγιστος σκηνοθέτης με διεθνή καταξίωση Θόδωρος Τερζόπουλος, στην πρώτη του συνεργασία με το Εθνικό Θέατρο, δραματοποιεί τη μετεξέλιξη της έννοιας της Δικαιοσύνης από την κυριαρχία του θεϊκού δικαίου (θεοκρισία) στη νομιμοποίηση του ανθρώπινου δικαίου, από ένα δικαστήριο θνητών. Εξετάζει, επίσης, την πορεία του ανθρώπου από την αυτοδικία στη θεσμοθετημένη Δίκη, θεωρώντας την ως τον μοναδικό τρόπο επιτυχούς διευθέτησης των ανθρώπινων σχέσεων. Έτσι, το έργο θέτει τις προϋποθέσεις της ευημερίας της πόλης και της κοινωνικής ειρήνης, που είναι ο σεβασμός στη Δίκη με την ευρεία έννοια.
Τα πρόσωπα του δράματος αποτυπώνουν με τα πάθη τους τα στάδια αυτής της διαδικασίας, διαγράφοντας ταυτόχρονα την οδυνηρή πορεία προς την τελική γνώση.
Στον «Αγαμέμνονα» και στους «Χοηφόρους» επικρατεί η λογική της ανταπόδοσης, της εκδίκησης και της αυτοδικίας. Η Κλυταιμνήστρα σκοτώνει τον άντρα της, τον Αγαμέμνονα, εκδικούμενη για τη θυσία της κόρης της Ιφιγένειας, ο Ορέστης στους Χοηφόρους σκοτώνει τη μητέρα του εκδικούμενος τον θάνατο του πατέρα του.
Στις «Ευμενίδες» η παρέμβαση της Αθηνάς, όχι απλώς κλείνει τον κύκλο του αίματος, αλλά δημιουργεί τις προϋποθέσεις για την επικράτηση της έννομης τάξης, του κράτους δικαίου και της κοινωνικής ειρήνης.
Η βία δίνει τη θέση της στην Πειθώ, η αντεκδίκηση στη Δικαιοσύνη. Ο Άρειος Πάγος αναγορεύεται σε κορυφαίο δημοκρατικό θεσμό, φράγμα στην αδικία, στη βία, στην αναρχία και η απονομή της Δικαιοσύνης, είναι πράξη ανθρώπινης ευθύνης.
Στην παράσταση του «αρχιτέκτονα» Θόδωρου Τερζόπουλου μάχονται δύο αντιλήψεις περί δικαίου: Το αρχαίο δίκαιο
και το νέο. Το αρχαίο είναι αυτό που εκπροσωπείται από τις Ερινύες, τις πανάρχαιες χθόνιες θεότητες, και από την κληρονομική «Αρά». Πρόκειται για ένα δίκαιο που βασίζεται στον τυφλό νόμο της εκδίκησης και απαιτεί νέο αίμα για εκείνο που χύθηκε.
«Ο Αισχύλος κατασκευάζει, χτίζει, με την ιστορία των Ατρειδών ένα έργο που θα μείνει στην ιστορία, σαν μνημείο άφταστης μεγαλοσύνης του ανθρώπινου πνεύματος πέρα όμως απ’ αυτό εκπονεί, θα λέγαμε, το ανθρωπολογικό πρόγραμμα της Δύσης»
Ο Αισχύλος κατασκευάζει, χτίζει με την ιστορία των Ατρειδών ένα έργο που Μένει στην Ιστορία, σαν μνημείο άφταστης μεγαλοσύνης του ανθρώπινου πνεύματος. Πέρα όμως απ’ αυτό, εκπονεί, θα λέγαμε, το ανθρωπολογικό πρόγραμμα της Δύσης, έτσι όπως μας το πρόσφερε η μετάφραση της Ελένης Βαροπούλου κι έτσι όπως αναπαρίσταται στο αρχαίο κατάμεστο θέατρο των Φιλίππων, σ’ ένα σκηνικό που υπογράφει ο ίδιος ο σκηνοθέτης κι έτσι όπως το φωτίζει ο ίδιος..
Μια γυμνή ξύλινη κυκλική πλατφόρμα σκεπάζει όλο το εύρος της ορχήστρας , χωρισμένη σε τεταρτημόρια. Πίσω της ανοικτή η είσοδος στο ανάκτορο. Απλή, σιδερένια, διαβρωμένη. Περιμετρικά της ορχήστρας, μια στοίβα με ματωμένα σεντόνια, για να χρησιμοποιηθούν με διάφορους τρόπους, από την αρχή ως το τέλος.
Με αναμμένα ακόμη τα φώτα, η παράσταση ξεκινά με τον φύλακα ( Τάσος Δήμας) να ταλανίζεται από σμήνη μυγών. Σαφώς, δάνειο από την «Οδύσσεια της Ελευθερίας» του Σαρτρ, όπου το 1943 ο Γάλλος φιλόσοφος εμπνεύστηκε από τον ελληνικό μύθο των Ατρειδών και αναπτύσσει μία φιλοσοφική αντίληψη της τραγωδίας με υπαρξιστικά στοιχεία.
Ακολουθεί η είσοδος του Χορού, που σκλαβώνει από το πρώτο λεπτό το κοινό και το κρατά ως το φινάλε δέσμιο στις κινήσεις του, στον λόγο του, στα εικαστικής ομορφιάς σχήματά του, στο σωματικό, τελετουργικό εκστατικό βάδισμά του, στη φορμαλιστική απόδοση, που εδώ και χρόνια διδάσκει ο παγκόσμιας αναγνώρισης σκηνοθέτης.
Αυτή η φόρμα δικαιολογεί και το ύφος της παράστασης, δικαιολογεί τον βερμπαλιστικό, ίσως, τρόπο ερμηνείας του Σάββα Στρούμπου στον ρόλο του Αγαμέμνονα και της Σοφίας Χίλλ σ’ αυτόν της Κλυταιμνήστρας, αλαζόνες και δυο, εμφορούμενοι από την έπαρση της εξουσίας τους.
Έξοχη η σκηνή της υποδοχής του Αγαμέμνονα, καθώς στρώνεται το κόκκινο χαλί και στεφανώνεται η άφιξη από την πρωτότυπη μουσική του Παναγιώτη Βελιανίτη, ενώ το ματωμένο ύφασμα «κοσμεί» τα σώματα – πτώματα των νεκρών στρατιωτών.
Υπερταλαντούχοι οι ηθοποιοί που συγκροτούν τον σπουδαίο Χορό, αυτόν τον σκληρά δουλεμένο Χορό, αυτές τις δυνάμεις – καθόλου εξατομικευμένες ή αφηρημένες – που δρούνε και στα τρία μέρη ως πρόσωπα ομοιογενούς ομάδας, εκφράζοντας τα αισθήματα άλλοτε με επική υπόσταση κι άλλοτε με λυρική ορμή, πάντα όμως, με εξαίσια σωματική κίνηση.
Έτσι, πραγματοποιούν μια εκπληκτική σύνθεση μεταξύ ποίησης, μουσικής, άσκησης, πιστοποιώντας ως αληθή τον ορισμό της χορείας: απόλυτη ισότητα της σωματικής γλώσσας, ώστε η τεχνική τους να συγκεκριμενοποιεί στον θεατή, έναν άλλον θεατή -κριτή της δράσης, ικανό να σχολιάσει, δηλαδή έναν «ιδανικό θεατή».
Ανυψούμενος αυτός ο εικοσαμελής Χορός πάνω από το κείμενο των δραματικών προσώπων, υποκαθιστά τον βαθύτερο λόγο του συγγραφέα, εξασφαλίζει το πέρασμα από το ειδικό στο γενικό, μεγεθύνει τις τρεις ιστορίες σε ένα ανυπέρβλητο επίπεδο, πολλαπλασιάζει τη δυνατότητα της θεατρικής τέχνης για ανακάλυψη, ενδοσκόπηση, ίσως και γενίκευση.
Η Κασσάνδρα της μοναδικής ‘Εβελυν Ασουάντ, είναι μια μεγάλη αποκάλυψη για το ευρύ κοινό. Φορτίζει συναισθηματικά το κοίλο με την υπέροχη φωνή της στο μοιρολόι και στο αραβόφωνο τραγούδι της. Ανατριχιαστική ερμηνεία.
Ξεχωριστός και ο Αίγισθος του Δαυίδ Μαλτέζε, θεϊκή, δεσποτική η εξαίρετη Αγλαΐα Παππά ως Αθηνά, αλλά και όλοι οι υπόλοιποι χαρακτήρες, ισοδύναμοι και στα τρία μέρη. Στους «Χοηφόρους» το μπλε αντικαθιστά το κόκκινο του «Αγαμέμνονα», αλλά η εικαστική υπεροχή υπερκεράζει πολλές φορές τη δράση. Ωστόσο, παραμένει συγκινητική η στιγμή της αναγνώρισης του Ορέστη (Κώστας Κοντογεωργόπουλος) με την Ηλέκτρα (Νιόβη Χαραλάμπους), στο γνωστό ύφος της υπερβολικής εκφοράς του λόγου.
Οι Ερινύες μετατρέπονται σε Ευμενίδες – συγγραφέως επιτρέποντος- ο σημαντικός σκηνοθέτης και δραματουργός Θόδωρος Τερζόπουλος επισημαίνει την ιστορική στιγμή, αλλά αμφιβάλλει για την εφαρμογή των αποφάσεων και τη λειτουργία των θεσμών στη διάρκεια του χρόνου, ενώ αμέσως μετά το τέλος του μονολόγου της Αθηνάς και μετά την τακτοποίηση των θεσμικών εκκρεμοτήτων, δηλώνεται ευθέως ότι η Δημοκρατία και η Δικαιοσύνη πάσχουν, χωλαίνουν.
Στη μέση της ορχήστρας είναι ένα νεαρός, τυλιγμένος στα ματωμένα σεντόνια και από τα μεγάφωνα αρχίζουν ν’ ακούγονται ήχοι βομβαρδισμών, πυροβολισμών ενός πολέμου, και φράσεις που αναφέρονται σε διάφορα εμπόλεμα σημεία του κόσμου, με έμφαση στη Γάζα, σε αμερικανικούς διαλόγους και συνθήματα, για άλλους μη αποδεκτά “ κλισαρισμένα” τοπία διαμαρτυρίας και γι’ άλλους εύστοχη στηλίτευση σημερινής αιμοσταγούς πολιτικής δυνάμεων.
Οπότε, κατά τον σκηνοθέτη, έτσι στιγματίζεται η διαχρονικότητα του έργου, έτσι υπηρετείται από όλους τους συντελεστές το όραμα του σκηνοθέτη και δραματουργού Θόδωρου Τερζόπουλου, σ’ αυτό το πολύωρο θεατρικό επίτευγμα, που ο κόσμος ανταμείβει με παρατεταμένο χειροκρότημα και επευφημίες στο φινάλε.
Η «Ορέστεια» του Αισχύλου έχει παρουσιαστεί από το Εθνικό Θέατρο στην Επίδαυρο πέντε φορές μέχρι σήμερα: το 1954 και το 1959 σε σκηνοθεσία Δημήτρη Ροντήρη, το 1972 σε σκηνοθεσία Τάκη Μουζενίδη, το 2001 σε σκηνοθεσία Γιάννη Κόκκου και το 2019 με την Ιώ Βουλγαράκη, τη Λίλλυ Μελεμέ και τη Γεωργία Μαυραγάνη, που σκηνοθέτησαν τα έργα Αγαμέμνων, Χοηφόροι και Ευμενίδες αντίστοιχα, στην πρώτη τους σκηνοθετική παρουσία στην Επίδαυρο.
Η φετινή παράσταση της «Ορέστειας», σε σκηνοθεσία Θεόδωρου Τερζόπουλου, χαρακτηρίζεται από το κοινό, ως «το πολιτιστικό γεγονός του καλοκαιριού»!
Θα το κρατήσει η μνήμη μας στα πολύτιμα, τα ξεχωριστά, που δεν μπορεί να τα αλλοιώσει ο χρόνος.
Διακρίσεις μαθητών του Δημοτικού Ωδείου Καβάλας σε Διαγωνισμό Σαξοφώνου
Σημαντικές ήταν οι διακρίσεις που πέτυχαν οι ταλαντούχοι μαθητές του Δημοτικού Ωδείου Καβάλας στο Διεθνή Διαγωνισμό Σαξοφώνου, ο οποίος πραγματοποιήθηκε στην Λάρισα από τις 12 έως 14 Απριλίου και στον οποίο συμμετείχαν παιδιά όλων των ηλικιών από την Ελλάδα και το εξωτερικό.
Συγκεκριμένα, ο μαθητής Ντόρφμαν Γιάννης, ο οποίος διαγωνίστηκε στην Α΄ κατηγορία – Προκαταρκτική απέσπασε το 3ο Βραβείο. Επίσης, ο Μάρκος Κούνιας (Α΄ κατηγορία – Προκαταρκτική) και ο Ανδρέας Καλιαμπάκας (Β΄ κατηγορία – Κατωτέρα), όλοι μαθητές της τάξης Σαξοφώνου της Πωλίνας Κατσαβούνη έλαβαν έπαινο για το παίξιμό τους .
Θερμά συγχαρητήρια στους μαθητές, τους γονείς και στην καθηγήτρια για τις επιτυχίες αυτές. Ευχόμαστε σε όλους ακόμη μεγαλύτερες διακρίσεις και ελπίζουμε ότι με την πορεία και την πρόοδό τους θα προσφέρουν ισχυρό κίνητρο στους συμμαθητές τους!
«ΤΟ ΓΑΛΑ» του Βασίλη Κατσικονούρη στο «Αντιγόνη Βαλάκου»
ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΥΛΟ ΛΕΜΟΝΤΖΗ
Πολυπαιγμένο και πολυμεταφρασμένο, γραμμένο το 2003, «Το γάλα» του Βασίλη Κατσικονούρη έκανε και διεθνή καριέρα. Είναι ένα από τα καλύτερα και μεστότερα νεοελληνικά έργα.
Πρωτοπαίχτηκε στη Νέα Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου, σε σκηνοθεσία Νίκου Μαστοράκη την περίοδο 2005-2006, επί προεδρίας του αείμνηστου Νίκου Κούρκουλου, για να συνεχιστεί και την αμέσως επόμενη σαιζόν, λόγω της πολύ μεγάλης επιτυχίας του.
Το έργο είναι μεταφρασμένο στα αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, σερβικά και πολωνικά.
“Ξένος εδώ, ξένος κ’ εκεί, κι όπου κι αν πάω ξένος”
Το γάλα, λέει ο συγγραφέας στο βιβλίο του, στα ρωσικά λέγεται «μαλακό». Έτσι, περίεργα, μια άλλη ελληνική λέξη, σπαρμένη μέσα σε μια άλλη γλώσσα, δίνει εκεί, στο ξένο χωράφι, πολύ πιο άμεσα και ανάγλυφα την αίσθηση του πράγματος, απ’ ότι η αντίστοιχη που το ονοματίζει στα ελληνικά.
Γι’ αυτήν ακριβώς την αίσθηση θέλει να μιλήσει «Το γάλα» του Βασίλη Κατσικονούρη και οι ήρωες του.
Μια οικογένεια από την πρώην Σοβιετική Ένωση – μητέρα με δύο γιούς – ο ένας εκ των οποίων πάσχει από σχιζοφρένεια, προσπαθεί να προσαρμοσθεί και να επιβιώσει στην Ελλάδα. Η απόγνωση της μάνας και ο ψυχικός σπαραγμός της για την ασθένεια του μικρού της γιού, παράλληλα με τον φόβο που προέρχεται από τον κοινωνικό ρατσισμό του περιβάλλοντός της, παρουσιάζονται με σπαρακτικό τρόπο.
Η βία διαδέχεται και εναλλάσσεται με την τρυφερότητα, η ένταση με τη γαλήνη, η απελπισία με την ελπίδα, το όνειρο με τον εφιάλτη, η πραγματικότητα με την ψευδαίσθηση και αντιστρόφως.
Πρόκειται για μια συγκλονιστική οικογενειακή ιστορία, όπου φωτίζεται δεξιοτεχνικά από τον συγγραφέα ο συναισθηματικός κόσμος των ηρώων και οι ανησυχίες τους, όπως αυτές πηγάζουν μέσα από το κοινωνικό τους περιβάλλον, αλλά κυρίως φωτίζεται η αίσθηση που έχει ο καθένας ήρωας, πως όλα μέσα του μαλακώνουν και ζεσταίνονται, όταν σταματάει πια να κλαίει και να πονάει, καθώς δέχεται μια πρόσκαιρη ανακούφιση. Κι όταν αυτή λιγώνεται, τότε νιώθει ξένος. Σαν πρόσφυγας ανάμεσα σε δυο πατρίδες. Ξένες κι αυτές.
Τη σκηνοθεσία υπογράφουν ο Μάνος Καρατζογιάννης, με μακρά γόνιμη θητεία στο ελληνικό έργο και η Ερμίνα Κυριαζή, η οποία σκηνοθέτησε την περασμένη σαιζόν και το πιο πρόσφατο έργο του Βασίλη Κατσικονούρη το: «Τσιτάχ. Η ερημιά του τερματοφύλακα».
Η παράσταση αφιερώνεται στη μνήμη του Κωνσταντίνου Παπαχρόνη, ο οποίος ήταν ο πρώτος που ερμήνευσε το ρόλο του Λευτέρη, το 2006, στην παράσταση του Εθνικού Θεάτρου.
Πιο αναλυτικά, μια ολιγομελής οικογένεια ομογενών από την πρώην Σοβιετική Ένωση, όπου ζούσε εκεί μια τσακισμένη ζωή σε ταραγμένα χρόνια, ερείπια επί ερειπίων ο τόπος γύρω τους, ήρθε και μπήκαν όλοι τους σ’ ένα καζάνι που έβραζε. ΄Ήρθαν στην Ελλάδα μαζί με πολλούς άλλους τη δεκαετία του 1990 και σπιτώθηκαν σ’ ένα ημιυπόγειο διαμέρισμα μιας χαμο- γειτονιάς.
Τα μέλη: η μητέρα Ρήνα και οι δυο της γιοί, ο Αντώνης και ο Λευτέρης, ο οποίος πάσχει από μιας μορφής σχιζοφρένεια, ενώ ο πατέρας έχει πεθάνει από χρόνια.
Ο πρωτότοκος γιος, ο Αντώνης, θέλει πάση θυσία και με οποιοδήποτε τίμημα να ενσωματωθεί στη νέα πατρίδα του. Μιλάει μόνο Ελληνικά, θέλει να ξεχάσει τα Ρωσικά, τρώει μόνο ελληνικά φαγητά, δεν έχει κανένα μετανάστη φίλο, προσεταιρίζεται τους Έλληνες, γίνεται αποδεκτός από αυτούς και προσπαθεί να δρέψει τους καρπούς της ελληνοποίησής του.
Αντίθετα, ο μικρότερος, ο Λευτέρης, αρνείται να ενσωματωθεί στην νέα του πατρίδα. Τραγουδάει ρωσικά τραγούδια, μιλάει στα ρωσικά, τρώει ρωσικά φαγητά και αναπολεί διαρκώς τον τρόπο ζωής τους στην Τιφλίδα. Η σχιζοφρένειά του λειτουργεί και αυτή σε ένα άλλο επίπεδο, σαν άρνηση ενσωμάτωσης στα πρότυπα και τις επιταγές της ελληνικής κοινωνίας.
Αυτές οι διαφορές των δυο αδερφών είναι η αιτία των συνεχόμενων καυγάδων που διασαλεύουν την ηρεμία και τη γαλήνη του σπιτιού. Ο Αντώνης απαιτεί τρόπους συμπεριφοράς που ο Λευτέρης αρνείται και η σύγκρουση είναι μόνιμη.
Ανάμεσά τους η μάνα, που η συμπεριφορά της εμπεριέχει τις εκ διαμέτρου αντίθετες θεάσεις της πραγματικότητας. Θέλει να ενσωματωθεί στην ελληνική κοινωνία αλλά δεν εμπιστεύεται τους Έλληνες. Θέλει να ξεχάσει το παρελθόν αλλά το αναπολεί συνέχεια. Επαινεί τον Αντώνη για την αποφασιστικότητά του, αλλά προστατεύει τον άρρωστο Λευτέρη από τη χλεύη, όμως δε θέλει να τον στείλει στο ψυχιατρείο.
Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, ο Αντώνης, έχοντας εδώ και καιρό αποφασίσει να διαγράψει το παρελθόν του στην Τιφλίδα και, ταυτόχρονα, να απομακρυνθεί από μια οικογενειακή ζωή που του είναι βάρος και ντροπή, βρίσκει δουλειά σε ένα βενζινάδικο στη Λάρισα. Εκεί συναντά στο πρόσωπο της κόρης του ιδιοκτήτη, την μελλοντική σύζυγό του, αλλά και την ευκαιρία της κοινωνικής και οικονομικής ανόδου.
Έτσι, επισκέπτεται την οικογένεια στην Αθήνα για να της ανακοινώσει τα ευχάριστα νέα τού γάμου. Επί πλέον, επειδή θα φέρει την μέλλουσα σύζυγο να τους τη γνωρίσει, τη Νατάσα, θέλει να εξασφαλίσει την ήσυχη και κόσμια συμπεριφορά του Λευτέρη.
Πράγματι, η πρώτη συνάντηση είναι ενθαρρυντική, με την κοπέλα να αντιμετωπίζει τον Λευτέρη με συμπάθεια και φιλική διάθεση. Μάλιστα, τις επόμενες ημέρες κάνουν παρέα και δένονται σιγά – σιγά. Όμως, η παρουσία της Νατάσας στο σπίτι μαζί με τον Λευτέρη και χωρίς την παρουσία κανενός άλλου, υποδαυλίζει τα ανοργάνωτα σεξουαλικά ένστικτα του νεαρού, ο οποίος προχωρά σε σεξουαλική παρενόχληση και αναγκάζει τη φοβισμένη κοπέλα να δραπετεύσει από το σπίτι.
Αυτή η εξέλιξη των πραγμάτων θα σταθεί μοιραία για την πορεία της οικογένειας. Ο Αντώνης αρνείται οποιαδήποτε επαφή πλέον με τον Λευτέρη και τη μητέρα του, με αποτέλεσμα μάνα και μικρός γιός να μείνουν μόνοι, σε ένα σύμπαν που το γεμίζει η νοσταλγία για το παλιό και ο φόβος για το μέλλον.
Όταν η μητέρα πεθαίνει, ο Αντώνης αναλαμβάνει να επιλέξει τη μοίρα του αδερφού του. Δεν επιτρέπει σε κανένα εμπόδιο να του καταστρέψει την πορεία που έχει δώσει στη ζωή του κι ο εγκλεισμός του Λευτέρη στο ψυχιατρείο είναι η μόνη επιλογή.
Όπως έχει πει ο συγγραφέας «Θα ήθελα τα έργα μου να λειτουργούν σαν ένα ισχυρό αντίδοτο απέναντι στις παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας και κατ’ επέκταση της ελληνικής οικογένειας. Να καταδεικνύουν την πάλη ανάμεσα στο άλγος της μνήμης και το άγος της λήθης», έτσι και τα δυο αδέρφια συμβολίζουν και εκφράζουν αυτόν το διπλό ψυχικό πόνο: Ο μεν Αντώνης το άγος της λήθης, ο δε Λευτέρης το άλγος της μνήμης.
Το έργο θεωρείται ένα από τα πλέον εμβληματικά του σύγχρονου ελληνικού δραματολογίου και τον χαρακτηρισμό αυτό δεν τον ενισχύουν μόνο οι θεματικές, που εξακολουθούν να αφορούν άμεσα τον θεατή, αλλά η αρραγής δομή της πλοκής, οι διαστρωματώσεις που φωτίζουν τα χαρακτηριστικά των δραματικών προσώπων, ο καίριος συγχρωτισμός μεταξύ δηκτικού χιούμορ και ανέσπερης ευαισθησίας, η ευγενής και κοπιώδης πρόθεση να συγκεραστεί το ανοίκειο με την αποδοχή του.
Πρόκειται για ένα έργο-ηχηρό χαστούκι στον εφησυχασμό μας, μπροστά σ’ αυτά που συμβαίνουν στη διπλανή μας πόρτα και στην πίσω αυλή του σπιτιού μας. Ένα έργο ζωντανό και σπαρακτικό, γραμμένο από έναν γνώστη της ανθρώπινης ψυχής, που διψά για ελευθερία, όμως την τσαλακώνει η ανάγκη. Ένα έργο που μας βλέπει κατάματα και πρέπει οι θεατές με τη σειρά μας, να το δούμε με τα μάτια της ψυχής.
Οι διορατικοί συν- σκηνοθέτες Μάνος Καρατζογιάννης και Ερμίνα Κυριαζή υποστήριξαν, με την επαγγελματική τους οξυδέρκεια και την πνευματική τους διαύγεια, το τρίγωνο των δυνάμεων που αναπτύσσεται στο κείμενο και διαρθρώνεται κλιμακωτά μέσα από τη σκιαγράφηση των ηρώων: μνήμη-σώμα-ετερότητα. Πετυχαίνουν να προβάλουν την αξία και την εμβέλεια του δραματικού ιστού, με έμπνευση, χωρίς καμία υπερβολή, ακρότητα ή αστοχία και με σεβασμό στην καταιγιστική πλοκή. Έτσι, οι νοηματικοί κώδικες είναι ευανάγνωστοι, πλήρεις συναρπαστικής εικονοποιίας και εσωτερικού προβληματισμού.
Και οι τρεις δραματικοί χαρακτήρες έχουν ισχυρή τη μνήμη, που φέρει την ταυτότητα του ξένου, ο οποίος, όπου κι αν βρίσκεται παραμένει,κατά κάποιο τρόπο, άπατρις: «στη Ρωσία είμαστε γκρέκοι και στην Ελλάδα, Ρώσοι».
Σημάδια από μια χώρα που θα ήθελαν να ξεχάσουν αλλά είναι ανέφικτο, φράσεις και τραγούδια από μια χώρα, στην οποία προσφεύγει τρυφερά το θυμικό και η λογική, και από την οποία οφείλουν να αποκοπούν για να ενσωματωθούν στη νέα πατρίδα, να επιβιώσουν και να αντλήσουν τη χαρά της αποδοχής, της ένταξης στην κοινότητα που το πρέπον είναι να τους εμπεριέχει και, σε ένα βαθμό, να τους προστατεύει.
Βαθιά συναισθηματική παράσταση, με ένα κείμενο που εμπεριέχει πάρα πολλά ζητήματα, όπως : ρατσισμός, ψυχιατρικές ασθένειες και αντιμετώπισή τους, φτώχεια, εκμετάλλευση, σχέσεις μέσα στην οικογένεια, αίσθημα του μη ανήκειν, βία κ.ά.
Σε ένα λιτό σκηνικό ( Άγγελος Αγγελής), που απεικονίζει εύγλωττα την ένδεια της ζωής της Ρήνας και του Λευτέρη, με τα ταιριαστά λιτά καθημερινά τους ρούχα, σε αντίθεση με τους πάντα καλοντυμένους Αντώνη και Νατάσα, γινόμαστε μάρτυρες ενός δράματος που άπαντες σκεφτόμαστε, ενώ το παρακολουθούμε: «αυτό δε θα καταλήξει καλά». Είναι όλα αυτά τα δίπολα των αντιθέσεων, που μας πείθουν ότι ο αδύναμος θα ακολουθήσει ακόμη μια φορά το «πεπρωμένο» του.
Συγκλονιστικός ο Μάνος Καρατζογιάννης στον ρόλο του Λευτέρη, σε μια ερμηνεία που έχει πολύ εκφραστικότητα (ειδικά στα κομμάτια των μονολόγων για πιο προσωπικά ζητήματα) και ένταση ταυτόχρονα, ενσαρκώνοντας ένα παιδί που γεννήθηκε για να κάνει όνειρα και, μέσα από αυτά, να ελπίζει ότι θα γίνει και το περιβάλλον του καλύτερο, όμως η πραγματικότητα το συντρίβει. Ο εξαιρετικός Μάνος Καρατζογιάννης προσεγγίζει την πικρία και την ψυχική του αδυναμία μέσα από ένα πηγαίο χιούμορ, στο οποίο δεν λείπουν ο αυτοσαρκασμός και η τρυφερότητα.
Ομοίως, η μάνα – πολύ καλή η Στέλλα Γκίκα – αποφεύγει τον σκόπελο του μελοδραματισμού, αποδίδει με καθηλωτική απλότητα τις εσωτερικές της συγκρούσεις και επικοινωνεί απόλυτα με τον Δημήτρη Πασσά, ο οποίος δίνει μια αφοπλιστική ερμηνεία στον ρόλο τού φιλόδοξου πρωτότοκου γιου της.
Η σκηνή που καθηλώνει είναι αυτή του θηλασμού. Το γυναικείο στήθος, ως βιολογικό όργανο και πολιτιστικό «σημείο», έχει διττή υπόσταση: είναι πανανθρώπινη ερωτογενής ζώνη και, ταυτόχρονα, είναι ο ιερός μαστός που τρέφει τα μωρά.
Από την εμπειρία του θηλασμού έχει περάσει σχεδόν όλη η ανθρωπότητα. Η μάνα Γη τρέφει τα παιδιά της.
Ως πρωταρχικά σύμβολα της μητρότητας: μαστός και γάλα, όπως και αίμα και μήτρα στον τοκετό, περιβάλλονται από την αύρα του μυστηρίου, του ιερού, του απόλυτα σεβαστού.
Γάλα και αίμα είναι τα πρωταρχικά υγρά της ζωής. Τα ομογάλακτα αδέρφια θεωρούνται πραγματικοί αδελφοί: ήπιαν από το ίδιο γάλα και από το ίδιο στήθος.
Κατά τις λαϊκές αντιλήψεις, γυναίκα που να μην έχει δώσει γάλα στο βρέφος δεν είναι σωστή μητέρα, δεν ανταποκρίνεται στον ιδανικό ρόλο του φύλου της, στα ιερά καθήκοντα της μητρότητας.
Ο παλιμπαιδισμός του Λευτέρη συναντά το ανεκπλήρωτο καθήκον της μητέρας του: να τον θηλάσει, να τον αναθρέψει με τα θρεπτικά υγρά του σώματός της, να βυζάξει το μωρό.
Αυτή η καθηλωτική σκηνή του συμβολικού βυζάγματος είναι «εικόνισμα», επειδή αυτό που δεν έγινε τότε στη Γεωργία, πραγματοποιείται εκ των υστέρων στην Ελλάδα, έστω με συμβολικό τρόπο, στην εφηβεία. Το παιδί ηρεμεί και αποκοιμάται. Ο Λευτέρης δεν έχει γίνει και δε θα γίνει ποτέ άντρας.
Ο Λευτέρης, παρά το όνομά του, δεν ελευθερώνεται ούτε με την αρρώστια του, ούτε με τις βάναυσες εξόδους του, ούτε με τον εγκλεισμό του σε ψυχιατρική κλινική. Η στέρησή του είναι ισόβια και δεν αναπληρώνεται με τίποτε.
Ο Βασίλης Κατσικονούρης χειρίζεται με τρόπο κάπως γκροτέσκο, αλλά με πολύ σεβασμό, τον οποίο μεταδίδει και στο κοινό του, μια ιερή εικόνα, χριστιανική και παγανιστική, και ανακαλεί ένα βίωμα πρωταρχικό και αξέχαστο για τον καθένα, και μας γυρίζει στην αρχή της ζωής: στην αίσθηση και τη γεύση του μητρικού γάλατος.
Στον ρόλο της αρραβωνιαστικιάς, η Ελένη Σακκά, μας πείθει πως βλέπουμε ένα κορίτσι από μια μεγάλη πόλη της ελληνικής επαρχίας, με καλοβαλμένη οικογένεια, σπουδές που γίνονται μόνο για το πτυχίο, μια αφέλεια που πηγάζει από την προστασία του σπιτιού που μεγάλωσε και όνειρα που αρχίζουν και τελειώνουν σε έναν όμορφο σύντροφο και στη δημιουργία οικογένειας, που θα της εξασφαλίσει το «μπράβο» του περίγυρου.
Η σκηνοθεσία επέλεξε μια λιτή γραμμή, εστιάζοντας στους χαρακτήρες των τεσσάρων πρωταγωνιστών και ανεβάζοντας μέσα από τους διαλόγους και τις ιστορίες τους την κλιμάκωση της δράσης, με τέτοιον τρόπο, ώστε η παράσταση κρατάει τον θεατή προσηλωμένο σε όλη τη διάρκειά της, αλλά έξυπνα, με ενέσεις χιούμορ, ώστε δημιουργείται μια ατμόσφαιρα ζοφερή μεν, αλλά γνώριμη στον θεατή, αποφεύγοντας την παγίδα του άκρατου ρεαλισμού- συναισθηματισμού, όπως συναντάμε σε αντίστοιχης θεματικής παραστάσεις.
Αυτό που εισπράττει το κοινό, εν τέλει, είναι μια δυνατή ιστορία-μαρτυρία, με εξαιρετικές συγκρούσεις, μοναδικές κορυφώσεις, αλλά και μια θεατρική παράσταση γεμάτη ελπίδα.
Ο ιστότοπός μας χρησιμοποιεί cookies. Ορισμένα από αυτά είναι απαραίτητα για τη λειτουργία της ιστοσελίδας μας και άλλα μας βοηθούν να παρέχουμε το μέγιστο των υπηρεσιών μας. Επιλέξτε εσείς ποια cookies αποδέχεστε, τα οποία μπορείτε να αλλάξετε οποιαδήποτε στιγμή.
Αποδοχή
Αλλαγή ρυθμίσεων
Cookie Box Settings
Απόρρητο
Cookie Box Settings
Απόρρητο
Σεβόμαστε την ιδιωτικότητά σας
Επιλέξτε εσείς ποια cookies αποδέχεστε.
Ωστόσο, ορισμένα από αυτά είναι αναγκαία για την σωστή λειτουργία της ιστοσελίδας και μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα ορισμένες λειτουργίες να μην είναι πλέον διαθέσιμες. Για πληροφορίες σχετικά με τη διαγραφή των cookies, συμβουλευτείτε τη λειτουργία βοήθειας του προγράμματος περιήγησης.
Μάθετε περισσότερα σχετικά με τα cookies που χρησιμοποιούμε κάνοντας κλικ εδώ
Εδώ μπορείτε να ενεργοποιήσετε ή να απενεργοποιήσετε διαφορετικούς τύπους cookies:
Η ιστοσελίδα θα:
Remember which cookies group you accepted
Αποθηκεύει την ρύθμιση προτιμήσεων των cookies
Επιτρέπει τα cookies περιοδικής λειτουργείας
Πιστοποιεί ότι είστε συνδεμένος στον λογαριασμό σας
Αποθηκεύει την επιλεγμένη γλώσσα
Συγκεντρώνει πληροφορίες τι έχετε εισάγει στις φόρμες επικοινωνίας
Η ιστοσελίδα δεν θα:
Αποθηκεύσει τα στοιχεία της σύνδεσης σας
Αποθηκεύσει τις ρυθμίσεις των μέσων κοινωνικής δικτύωσης
Αποθηκεύσει την επιλεγμένη περιοχή και χώρα σας
Εντοπίσει τις σελίδες επισκέψεων και την αλληλεπίδραση σας με αυτές
Εντοπίσει την τοποθεσία και την περιοχή σας με βάση την διεύθυνση IP
Εντοπίσει τον χρόνο που δαπανάται σε κάθε σελίδα
Προσαρμόσει τις πληροφορίες και τη διαφήμιση στα ενδιαφέροντά σας με βάση π.χ. το περιεχόμενο που έχετε επισκεφτεί προηγουμένως
Συγκεντρώσει στοιχεία προσωπικής ταυτοποίησης, όπως όνομα και τοποθεσία.
Η ιστοσελίδα θα:
Remember which cookies group you accepted
Αποθηκεύει την ρύθμιση προτιμήσεων των cookies
Επιτρέπει τα cookies περιοδικής λειτουργείας
Πιστοποιεί ότι είστε συνδεμένος στον λογαριασμό σας
Αποθηκεύει την επιλεγμένη γλώσσα
Συγκεντρώνει πληροφορίες τι έχετε εισάγει στις φόρμες επικοινωνίας
Αποθηκεύσει τις ρυθμίσεις των μέσων κοινωνικής δικτύωσης
Αποθηκεύσει την επιλεγμένη περιοχή και χώρα σας.
Η ιστοσελίδα δεν θα:
Εντοπίσει τις σελίδες επισκέψεων και την αλληλεπίδραση σας με αυτές
Εντοπίσει την τοποθεσία και την περιοχή σας με βάση την διεύθυνση IP
Εντοπίσει τον χρόνο που δαπανάται σε κάθε σελίδα
Προσαρμόσει τις πληροφορίες και τη διαφήμιση στα ενδιαφέροντά σας με βάση π.χ. το περιεχόμενο που έχετε επισκεφτεί προηγουμένως
Συγκεντρώσει στοιχεία προσωπικής ταυτοποίησης, όπως όνομα και τοποθεσία.
Η ιστοσελίδα θα:
Remember which cookies group you accepted
Αποθηκεύει την ρύθμιση προτιμήσεων των cookies
Επιτρέπει τα cookies περιοδικής λειτουργείας
Πιστοποιεί ότι είστε συνδεμένος στον λογαριασμό σας
Αποθηκεύει την επιλεγμένη γλώσσα
Συγκεντρώνει πληροφορίες τι έχετε εισάγει στις φόρμες επικοινωνίας
Αποθηκεύσει τις ρυθμίσεις των μέσων κοινωνικής δικτύωσης
Αποθηκεύσει την επιλεγμένη περιοχή και χώρα σας
Εντοπίσει τις σελίδες επισκέψεων και την αλληλεπίδραση σας με αυτές
Εντοπίσει την τοποθεσία και την περιοχή σας με βάση την διεύθυνση IP
Εντοπίσει τον χρόνο που δαπανάται σε κάθε σελίδα
Η ιστοσελίδα δεν θα:
Προσαρμόσει τις πληροφορίες και τη διαφήμιση στα ενδιαφέροντά σας με βάση π.χ. το περιεχόμενο που έχετε επισκεφτεί προηγουμένως
Συγκεντρώσει στοιχεία προσωπικής ταυτοποίησης, όπως όνομα και τοποθεσία.
Η ιστοσελίδα θα:
Remember which cookies group you accepted
Αποθηκεύσει τις ρυθμίσεις των μέσων κοινωνικής δικτύωσης
Αποθηκεύσει την επιλεγμένη περιοχή και χώρα σας
Εντοπίσει τις σελίδες επισκέψεων και την αλληλεπίδραση σας με αυτές
Εντοπίσει την τοποθεσία και την περιοχή σας με βάση την διεύθυνση IP
Εντοπίσει τον χρόνο που δαπανάται σε κάθε σελίδα
Προσαρμόσει τις πληροφορίες και τη διαφήμιση στα ενδιαφέροντά σας με βάση π.χ. το περιεχόμενο που έχετε επισκεφτεί προηγουμένως
Συγκεντρώσει στοιχεία προσωπικής ταυτοποίησης, όπως όνομα και τοποθεσία.
You must be logged in to post a comment Login