«F*ck Strindberg» ή αλλιώς «Οι Δανειστές» από το «Θεσσαλικό Θέατρο» στο Κ.Θ.Β.Ε.
Πρόλογος
Το θέατρο είναι µια σύνθετη τέχνη στη σύλληψη και στην υλοποίησή της. Υπάρχει καταρχάς ένα κείμενο, το οποίο περιμένει από τον ηθοποιό να το ειρηνεύσει. Η γραπτή λέξη του χαρτιού, που απευθύνεται απλώς στη νόηση του αναγνώστη, περνάει μέσα από ένα σώμα και προορίζεται για τον θεατή. Η δυσκολία, λοιπόν, που αντιμετωπίζει κανείς όταν πρέπει να περιγράψει την έννοια του θεάτρου έγκειται στο ότι πρόκειται για ένα είδος μεικτό, που δεν κρίνεται µε βάση το κείμενο αλλά µε βάση τη σκηνική του απόδοση.
Ο ηθοποιός δεν είναι απλώς το κύριο µέσο, όπως το πινέλο, ή το βασικό υλικό, όπως το μάρμαρο. Είναι η ψυχή της θεατρικής δράσης µε την απεριόριστη, και γι’ αυτό ασύλληπτη, ποικιλία της. Δίνω σημασία στην ερμηνεία, επειδή στη συγκεκριμένη παράσταση ξεπερνά την ευρηματικότητα του σκηνοθέτη.
Δραματουργία
“Οι Δανειστές” του Σουηδού συγγραφέα August Strindberg χαρτογραφεί τη διάλυση του γάμου της Θέκλας και του Άντολφ, όταν δέχονται μια απρόσμενη επίσκεψη από τον Γκούσταβ, τον πρώτο σύζυγο της Θέκλας. Με βασικό εργαλείο τρεις εξαιρετικά λεπτοδουλεμένους διαλόγους, ο συγγραφέας πλάθει ένα σύμπαν αστείρευτης βίας και μίσους που οδηγεί την Θέκλα και τον Άντολφ στην καταστροφή. Είναι ένα έργο αμείλικτης εκδίκησης σε ένα τοπίο που, ενώ φαντάζει ρεαλιστικό, δονείται υπόγεια από ψυχικές εντάσεις, παράδοξα σύμβολα και παρουσίες.
Ο σκηνοθέτης δίνει την πρέπουσα σημασία στον δημιουργό του 19ου αιώνα, αφήνοντας το κείμενο αναλλοίωτο.
Στους “Δανειστές” η αγάπη, οι έρωτες, οι διαπροσωπικές σχέσεις και το κάθε λογής ερωτικό συναίσθημα δικάζονται υπό το βάρος του πόνου και της αδυσώπητης εκδίκησης, για το ποιος οφείλει σε ποιον, διαλύοντας σχέσεις και κατασπαράζοντας ανθρώπινες ψυχές.
Υπόθεση
Δύο άντρες, ένας καθηγητής νεκρών γλωσσών, ο Γκούσταβ, κι ένας καλλιτέχνης, ο Άντολφ, συναντιούνται σε ξενοδοχείο ενός παραθαλάσσιου θέρετρου. Ο Άντολφ, θεωρώντας τον Γκούσταβ έμπιστο, αρχίζει να του μιλάει ανοιχτά για τη γυναίκα του, τη Θέκλα. Η συζήτηση γρήγορα φτάνει σ’ ένα σχέδιο πού θα μπει αμέσως σ’ εφαρμογή. Ο Άντολφ θ‘ αλλάξει συμπεριφορά απέναντι στη γυναίκα του, σε μια προσπάθειά του να της επιβληθεί, ενώ ο Γκούσταβ θα κρυφακούει. Όταν αργότερα ο Γκούσταβ θα εμφανιστεί στην Θέκλα, ο Άντολφ θα είναι εκείνος που θα κρυφακούει. Στόχος του Γκούσταβ είναι να παρασύρει τον Άντολφ στην αμφιβολία για την πίστη της γυναίκας του. Ποιος όμως είναι πραγματικά αυτός ο καθηγητής που ταξιδεύει με ψευδώνυμο και μπαίνει ανάμεσα στο ζευγάρι;
Σ’ αυτό το σκληρό παιχνίδι εξουσίας τα πρόσωπα εκδικούνται, εξομολογούνται, έρχονται αντιμέτωπα με το παρελθόν και τα “ανεξόφλητα” χρέη τους. Αλλάζουν συνεχώς ρόλους παίζοντας πότε το θύμα και πότε το θύτη μέσα σε κωμικοτραγικές καταστάσεις. Οι μάσκες όμως κάποια στιγμή πέφτουν και οι χαρακτήρες φτάνοντας στα άκρα, προχωρούν πια σε μια κατά μέτωπο σύγκρουση, μέσα σ’ ένα βίαιο και δίχως διέξοδο σχήμα, το “τρίγωνο”.
Ο συγγραφέας
Strindberg, August
(Στοκχόλμη, 1849-1912) Πολυγραφότατος Σουηδός συγγραφέας και δραματουργός, πατέρας -κατά τον Ο’ Νήλ- του σύγχρονου θεάτρου. Δύσκολη παιδική ηλικία, παράφορη φύση και ασταθής, οργισμένος ατομικισμός, βίαιος ενίοτε μισογυνισμός και διαρκής αναζήτηση του απόλυτου χαρακτηρίζουν τον Στρίντμπεργκ αλλά και τα πρόσωπα των έργων του, κατά το μάλλον ή ήττον αυτοβιογραφικών (“Ο γιός της δούλας”). Η σκέψη του, επηρεασμένη από τον Kierkegaard, τον Nietzsche, τον Rousseau και τον Fourier, τον οδηγεί εκείθεν του ρομαντισμού, στον αθεϊσμό και τον μυστικισμό. Δεινός ερμηνευτής της συμπεριφοράς των ανθρώπων και των μυστηρίων του υποσυνείδητου, περνάει με θαυμαστή ευχέρεια από τον πιο σκληρό νατουραλισμό στον πλέον αέρινο συμβολισμό. Καταγγέλλει τον θρίαμβο της βίας στις διαπροσωπικές σχέσεις και την αδυναμία επικοινωνίας του ενός με τον άλλον ή με τους πολλούς, έχοντας ο ίδιος φτάσει στα πρόθυρα της τρέλας ύστερα από τις οδυνηρές αποτυχίες των τριών γάμων του.
Η νατουραλιστική περίοδος σημαδεύεται με επιρροές από τον Valles και τον Zola και περιλαμβάνει έργα όπως: “Το κόκκινο δωμάτιο” (μυθιστόρημα που θα προκαλέσει κοινωνικό σκάνδαλο), τα τρία θεατρικά “Ο πατέρας” (πιθανώς, νατουραλιστική παραλλαγή του κλασικού μύθου του Αγαμέμνονα και της Κλυταιμνήστρας), “Δεσποινίς Τζούλια”, “Οι δανειστές”, οι σουηδικές ιστορικές τραγωδίες “Ο κύρ Ούλοφ”, “Γουσταύος Βάσα” και “Γουσταύος Αδόλφος” και, τέλος, το δράμα “Ο χορός του θανάτου”. Ακολουθεί η περίοδος του μυστικισμού, ενός γαληνεμένου μυστικισμού, εμπνευσμένου από τον θεόσοφο Swedenborg (“Ονειρόδραμα”).
Η τρίτη περίοδος φωτίζεται από ένα διαυγές ουμανιστικό φως χάρη στο Intima Teatern (1907), ένα μικρό θέατρο το οποίο ο ίδιος ο Στρίντμπεργκ δημιουργεί και διευθύνει για να παρουσιάσει εκεί την “Καταιγίδα”, τον “Πελεκάνο”, τη “Σονάτα των φαντασμάτων”, έργα δωματίου διαποτισμένα με σκληρότητα και απόγνωση.
Η παράσταση
Από το 1889, που γράφτηκε το έργο, το βλέπουμε το 2022 στη Μονή Λαζαριστών, ως μετάκληση από το Κρατικό Θέατρο «PLUS». Πρόκειται για μια πρωτοβουλία του ΚΘΒΕ στο πλαίσιο της έναρξης συνεργασίας με διαφορετικούς Καλλιτεχνικούς φορείς και Οργανισμούς.
Ο σκηνοθέτης Αλέξανδρος Νικόλαος Μπαλαμώτης δηλώνει πριν από την πρεμιέρα της παράστασης στη Λάρισα: «Πρόβα, για το “f*ck Strindberg ή αλλιώς οι Δανειστές του Στρίντμπεργκ”. Σε ένα υπόγειο στο Θησείο. Σταματάει ο χρόνος και είμαστε στον 19ο αιώνα και μελετάμε τα “γιατί” της “Θέκλας”, του “Άντολφ”, του “Γκουστάβ”. Τους στόχους, τα θέλω τους. Και παράλληλα τα δικά μας. Η αποδόμηση του Στρίντμπεργκ με τα όλα της».
« Γ*μ*σε τον Στρίντμπεργκ» τιτλοφόρησε την παράσταση η παραγωγή. Όχι, τυχαία. Ας προσέξουμε ότι στα αγγλικά η εξαιρετικά κοινόχρηστη λέξη «f*ck» ίσως να μη λέει τίποτα το ουσιώδες, να είναι μια συνήθης βωμολοχία ή να μεταφέρει απλώς την ένταση της στιγμής. Πάντως, επιδέχεται πολλές αναγνώσεις, όπως: καθημερινή αστική συναλλαγή ή αργκό, κάποια περίφραση ή μια λεκτική προσβλητική περικοκλάδα. Άλλοτε προφέρεται ως οργίλος επιθετικός προσδιορισμός κι άλλοτε επιβάλλεται να παραλειφθεί. Εν προκειμένω, αφήνεται στο κοινό η ερμηνεία της. Στέκει και ως ανάθεμα και ως αγανάκτηση και ως μεταφορά της εμμονής του συγγραφέα με τη διάλυση δεσμών, την αποδόμηση σχέσεων και προσώπων. Ιδίως, γυναικών.
Στην παράσταση δύο άντρες ηθοποιοί αναλαμβάνουν και τους αντρικούς αλλά και τον μοναδικό γυναικείο χαρακτήρα της Θέκλας. Πρόκειται για μια σύλληψη του σκηνοθέτη, μέσω της οποίας καταρρίπτονται τα στερεότυπα και οι κοινωνικοί ρόλοι. Κεντρικός άξονας της παράστασης είναι ο σχολιασμός των αντιφάσεων των ιδεών του Στρίντμπεργκ σχετικά με το γυναικείο φύλο και την κατωτερότητα του.
Η καινοτόμος σκηνοθεσία οδήγησε τους, κατ’ ουσία δυστυχισμένους ήρωες του έργου, σε μονοπάτια μιας προδιαγεγραμμένης διαδρομής, της οποίας ο χαρακτήρας είναι η μοίρα. Ότι, δηλαδή, δε θα μπορούσαν να ενεργήσουν διαφορετικά από το μοιραίο.
Ακόμη περισσότερο από τον μεταγενέστερο “Χορό του Θανάτου”, οι «Δανειστές” είναι ένα πρότυπο για ένα είδος δράματος που θα άνθιζε τον 20ο αιώνα από συγγραφείς τόσο διαφορετικούς, όπως ο Ευγένιος Ο, Νηλ, ο ‘Έντουαρντ ΄Αλμπυ και ο Χάρολντ Πίντερ. Αλλά είναι πιο ωμό και πιο σκληρό από οτιδήποτε ακολούθησε.
Αν ο ΄Αντολφ είναι ένα είδος tabula rasa, που θα γραφτεί από πιο έμπειρα χέρια, ο συναισθηματικά ημιδιαφανής Γκούσταβ του Γιώργη Βασιλόπουλου εγγυάται ότι αυτή η κενή σελίδα έχει μια πονεμένη ατομική υφή και σχήμα. Η Θέκλα του ιδίου και του Αντώνη Κυριακάκη, είναι ένα υπέροχο κράμα ματαιοδοξίας, εγωκεντρισμού και αρκετής παρατεταμένης αμφιβολίας για τον εαυτό της.
Ο Αντώνης Κυριακάκης ενσαρκώνει αρχικά ήρεμα, αλλά στη συνέχεια αυτοκαταστροφικά τον Άντολφ. Ο Γκούσταβ εξελίσσεται σταδιακά σε έναν χειριστικό άνθρωπο, που έχει στραγγιστεί από κάθε συναίσθημα εκτός από ένα: τη δίψα για εκδίκηση. Θέλει να ξαναγίνει κορυφαίος «σαρκοφάγος». Και στην πρωταρχική «ζούγκλα» της ζωής του Στρίντμπεργκ, αυτό είναι πραγματικά το μόνο συναίσθημα που έχει σημασία.
Οι δυο εξαιρετικοί ηθοποιοί ερμηνεύουν ισομερώς τους ρόλους και ισορροπούν μεταξύ της αγάπης, της ζήλειας και της αποστροφής προς το γυναικείο αδύναμο, υποδεέστερο φύλο.
Είναι δελεαστικό να πιστεύει κανείς ότι ο σκηνοθέτης Νικόλαος Μπαλαμώτης κωδικοποιεί τον μισογυνισμό του Στρίντμπεργκ, ώστε μια τέτοια απόδοση στη σκηνή να είναι αναπόφευκτη συνέπεια της παραίτησης των ανδρών από την εξουσία πάνω στις γυναίκες. Αλλά ο πανούργος συγγραφέας είναι πολύ καλός δραματουργός για να κρατήσει αυτή την αναγωγική σκέψη, για πολύ. Εξάλλου, χωρίζει τον πρώην σύζυγο της Θέκλας, τον Γκούσταβ, για να θολώσει τα νερά. Ο Γκούσταβ, στο μεταξύ, δηλητηριάζει το μυαλό του ‘Αντολφ, όπως ο Ιάγος τον Οθέλλο, και παίζει ψυχοπαθητικά παιχνίδια μυαλού με τη Θέκλα. Παράλληλα προωθεί ένα δόγμα ανδρικής ανωτερότητας έναντι της γυναίκας.
Το έργο εξελίσσεται σε τρεις συγκλονιστικές συναντήσεις, οι οποίες πιστοποιούν τις ασυμβίβαστες συγκρούσεις στην αρχετυπική τους φύση.
Στο «διά ταύτα», η σκηνοθεσία αφορίζει με το ρήμα «f*ck» τον Στρίντμπεργκ, ενώ την απατηλή αρχική ηρεμία και άνεση τη μετατρέπει σε καταστροφή, ανοίγει παλιές πληγές, αποκαλύπτει ανασφάλειες και μυστικά και τα προηγούμενα χρέη διευθετούνται, όπως το ήθελε ο συγγραφέας.
Η όντως πειραματική παράσταση είναι μια τολμηρή μα θαρραλέα εκδοχή των «Δανειστών» του Στρίντμπεργκ, μια λεπτή, πνευματώδη αναβίωση, μια συναρπαστική νέα προοπτική στην ανάγνωση του γνωστού έργου του Σουηδού συγγραφέα, στην οποία η υποτιθέμενη ενσάρκωση του γυναικείου μίσους αποδεικνύεται ο πιο σκληρός επικριτής του.
Δεν πρόκειται για διασκευή. Είναι ατόφιο το κείμενο του συγγραφέα. Πάνω σ’ αυτό χτίστηκε η σκηνοθετική άποψη του Αλέξανδρου Μπαλαμώτη, ο οποίος τριπλασίασε τον οπτικό χώρο του θεατή με επιφάνειες προβολής, ενίσχυσε τη δυνατότητα της εκφραστικής λεπτομέρειας και έδωσε ρυθμό στη δράση με την μουσική του Ευριπίδη Μπέκου. Οι επιφάνειες προβολής χρησιμοποιήθηκαν ως «πίνακες» καταγραφής συγκεκριμένων σκηνών.
Επίλογος
Η παράσταση «F*ck Strindberg» εντάσσεται στον αναστοχασμό της κλασικής δραματουργίας, του Στρίντμπεργκ, μέσα από την οπτική γωνία του σύγχρονου οικολογικού φεμινισμού που διερευνά τις έμφυλες ταυτότητες. Το κίνημα «me too» έδειξε την αναγκαιότητα αυτού του προβληματισμού.
Συντελεστές
Μετάφραση: Elio Pearlman Σκηνοθεσία: Αλέξανδρος Νικόλαος Μπαλαμώτης Σκηνογραφία – Κοστούμια: Γιάννης Κατρανίτσας Πρωτότυπη μουσική και ηχητικός σχεδιασμός: Ευριπίδης Μπέκος Βοηθός Σκηνοθέτη: Τζένη Μαράβα Διεύθυνση Παραγωγής: Νίκος Γεωργάκης Φωτισμοί: Μάκης Παπατριανταφύλλου – Ανδρονίκη Τσαγκαράκου Ήχος – Φώτα – Live εικόνα: Μάκης Παπατριανταφύλλου – Γιώργος Γκόλαντας Κατασκευή κοστουμιών: Νικολέτα Καΐση Κατασκευή Σκηνικού: Χρήστος Καράκης – Νίκος Ανδριανόπουλος Φωτογραφίες: Γιάννης Χατζηαντωνίου Τρέιλερ: Δημήτρης Βάλλας Life of Film production Επεξεργασία live εικόνας: Βαγγέλης Αντωνόπουλος Αφίσα – Πρόγραμμα: Μουτζούρα
Από τότε που σήκωσε αυλαία στο Βερολίνο το 2015, το Terror του Ferdinand von Schirach, έγινε παγκόσμια επιτυχία και τώρα βρίσκεται στο Κ.Θ.Β.Ε. ως μετάκληση από μια εγχώρια παραγωγή.
Γραμμένο από έναν Γερμανό ποινικολόγο δικηγόρο και καθιερωμένο συγγραφέα, δεν είναι ένα αμιγώς δομημένο κείμενο για το θέατρο.
Πρόκειται για ένα δικαστικό δράμα που θα μπορούσε να είναι ραδιοφωνικό έργο, εκτός από το ότι το τέλος του απαιτεί ζωντανό κοινό. Ο Von Schirach σχεδίαζε να γράψει ένα κομμάτι για το Der Spiegel σχετικά με τον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας, αλλά θεώρησε ότι η ηθική πολυπλοκότητα του θέματος θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί με τρόπο πιο ενδιαφέροντα στη σκηνή κι έτσι, επινόησε μια δικαστική υπόθεση για να ξεκινήσει η συζήτηση – δράση ενώπιον θεατών.
Υπόθεση
Ένας Γερμανός πιλότος μαχητικών, ο Ταγματάρχης Λαρς Κοχ, κατέρριψε ένα επιβατικό αεροπλάνο της Lufthansa που είχε απαχθεί από Ισλαμιστή τρομοκράτη. Το αεροπλάνο κατευθυνόταν προς ένα γήπεδο 70.000 ατόμων που παρακολουθούσαν ποδοσφαιρικό αγώνα μεταξύ εθνικών ομάδων Γερμανίας και Αγγλίας. Η ρεαλιστική απόφαση του Κοχ, η οποία παραβιάζει το συνταγματικό δίκαιο της χώρας του, ήταν να τερματίσει τις ζωές 164 επιβαινόντων στο αεροπλάνο, αντί να επιτρέψει στον τρομοκράτη να σκοτώσει πολύ μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων. Στο τέλος, το κοινό πρέπει να ψηφίσει: ένοχος ή αθώος;
Ανάγνωση
Ο Von Schirach διασφαλίζει ότι η υπόθεση δεν είναι ευανάγνωστη εξ αρχής, κατασκευάζοντας προσεκτικά ένα σενάριο που οδηγεί σε πολλές κατευθύνσεις ταυτόχρονα. Οι λεπτομέρειες περιπλέκουν την εικόνα. Συντελούν σ’ αυτό η αναποφασιστικότητα των διοικητών του Κοχ, οι επιβάτες που αγωνίζονται να μπουν στο πιλοτήριο στην απόγνωσή τους, αλλά και τα ποικίλα συναισθήματα.
Τα γεγονότα περιγράφονται με επίπονη ακρίβεια, μέχρι τους τέσσερις επιβάτες που εκτοξεύτηκαν στο κενό από τις τρύπες έκρηξης. Η σύζυγος ενός νεκρού περιγράφει με πόνο πώς μάζεψε και κήδεψε το ένα παπούτσι του.
Στο φινάλε, δε μας ζητείται, απλώς, να αποφασίσουμε μεταξύ απολυταρχίας και σχετικισμού, αλλά μεταξύ δράσης και συνεπειών, παρέμβασης και αδράνειας, ατόμου και κράτους.
Η παράσταση
To «TERROR» μας αφήνει να μπούμε στο νομικό σύστημα, όχι μόνο για να παρακολουθήσουμε τη δικαστική διαδικασία, αλλά για να τη ζήσουμε. Στεκόμαστε μεν στη θέση του ακροατή – παρατηρητή, αλλά όσο σοβαρά κι αν πάρει κανείς τον ρόλο του κριτή, ο καθένας μας, αναπόφευκτα, υστερεί έναντι των πραγματικών ενόρκων. Υπάρχουν πάρα πολλές πληροφορίες για επεξεργασία, ζητήματα που διακυβεύονται και θέματα που απορρίπτονται εντελώς.
Κάποιες λεπτομέρειες προβληματίζουν, άλλες σου ξεφεύγουν. Είναι αδύνατο να μην συντονιστείτε στα συναισθήματα – να προβάλετε τις τύψεις στη σταθερή βεβαιότητα του πιλότου, να υποψιαστείτε τη δίωξη. Πόσο σε επηρεάζει η ρητορική πάνω στα γεγονότα; Πόσο σε πείθει μια γυναίκα με ήπιο λόγο που μαλώνει εναντίον ενός αγενούς τύπου; Η απόφαση, όταν έρχεται, έρχεται από το ανακατεμένο στομάχι. Ούτε περισσότερο ούτε λιγότερο λογική από το πάτημα της σκανδάλης από τον πιλότο.
Αν μη τι άλλο, το ερώτημα αθώος ή ένοχος είναι σκηνοθετικά πολύ προσεκτικά κατασκευασμένο, βαθμονομημένο για να βρίσκεται σε τέλεια ισορροπία. Ίσως, το εισπράττουμε σαν ένα διασκεδαστικό πείραμα σκέψης, ένα αινιγματικό παιχνίδι μυαλού ή ένα προπτυχιακό σεμινάριο ηθικής, αλλά, ως αποτελεσματικό θέατρο, είναι δύσκολο να συντονιστούν οι σκέψεις, τα τεκμήρια και τα κίνητρα απόφασης της αίθουσας.
Προσωπικά έχω αντιληφθεί έγκαιρα το χειριστικό χέρι του Von Schirach. Θεωρώ ότι στην πραγματικότητα τίποτα δεν διακυβεύεται εδώ. Ουσιαστικά, συζητάμε για υποθέσεις.
Ο κατηγορούμενος είτε κριθεί ένοχος είτε όχι, λαμβάνουμε οι θεατές συγχαρητήρια για την όποια απόφαση. Ο «τρόμος» δεν μας υποχρεώνει ποτέ να λογοδοτήσουμε. Ποτέ δεν ξεκαθαρίζει τις προεκτάσεις της ετυμηγορίας μας ούτε εξετάζει τι μπορεί να σημαίνει αυτό για την κοινωνία.
Η ιστορία δε μας ζητεί, απλώς, να κρίνουμε μεταξύ απολυταρχίας και σχετικισμού, αλλά μεταξύ δράσης και συνεπειών, παρέμβασης και αδράνειας, ατόμου και κράτους.
Ως προεδρεύων δικαστής ο Βασίλης Παλιάλογου δίνει μια εξαιρετική απόδοση, διατηρώντας τον ρυθμό και τα επίπεδα ενέργειας σε υψηλή στάθμη και οι αλληλεπιδράσεις της με το κοινό προσφέρουν μια κάποια, ελαφριά ανακούφιση. Τον βοήθησε ο συνήγορος υπεράσπισης, τον οποίο έπαιζε υπέροχα ο Μιχάλης Αλικάκος, εμφυσώντας χιούμορ και ζωτικότητα σε αυτό που, κατά το κείμενο, είναι αρκετά στεγνό υλικό.
Ως Εισαγγελέας, η ερμηνεία της Μαρίνας Ασλάνογλου είναι δυναμική, έχει την πρέπουσα ορμή, έτσι ώστε να αναδείξει στο έπακρον την εξουσία που απαιτεί ο ρόλος. Επιχειρηματολογώντας καταδικάζει τον πιλότο και επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό το κοινό των «Ενόρκων».
Ο Γιώργος Σπανιάς, ως πιλότος Lars Koch, ο οποίος κάθεται στο εδώλιο φορώντας τη στολή του και δικάζεται για την απόφασή του να ρίξει αεροσκάφος με 164 επιβάτες, παρουσιάζει μια εικόνα ψυχρού ένστολου επαγγελματία, χωρίς ιδιαίτερη ανθρώπινη πινελιά, κάτι που είναι ξεκάθαρο πως γράφτηκε ακριβώς έτσι και έγινε αντιληπτός από το κοινό, χάριν της ερμηνείας του καλού ηθοποιού. Έκανε, ορθώς, τον χαρακτήρα του μονοδιάστατο.
Η Βιργινία Ταμπαροπούλου, ως νοσοκόμα και πολιτικώς ενάγουσα, της οποίας ο σύζυγος σκοτώθηκε στο εν λόγω αεροπλάνο, δείχνει και πόνο για την απώλεια και θυμό για την κατάρριψή του. Αρέσει σαν σκηνική παρουσία και διαθέτει εξαιρετική άρθρωση, όπως και οι υπόλοιποι πέντε ερμηνευτές.
Ο αξιωματικός μάρτυρας υπεράσπισης, Λάουτερμπαχ, τον οποίο υποδύεται ο Δημήτρης Λιόλιος, εξηγεί επαρκώς τη θέση της αεροπορίας στην τρομοκρατία. Δίνει μια ενδιαφέρουσα κυματοειδή στάση, εφόσον οι ερωτήσεις της εισαγγελέως τον αναγκάζουν να φάσκει και να αντιφάσκει στις απαντήσεις του. Σίγουρα, στέλνει στην αίθουσα ανάμεικτα μηνύματα.
Το σκηνικό του Κωνσταντίνου Ζαμάνη αφαιρετικό, λιτό, αλλά λειτουργικό για μια τέτοια υπόθεση. Ο σκηνοθέτης Γιώργος Οικονόμου μας δίνει την ατμόσφαιρα δικαστηρίου με τη λογικοκρατία που διέπει μια δίκη, μπολιάζοντάς τη με μικρά ντοκουμέντα από τα γεγονότα που προηγήθηκαν αυτής. Αν και πυκνός ο λόγος όλων των συντελεστών, η σκηνοθεσία περνά στον θεατή τη σύγκρουση ιδεών, στόχων, χαρακτήρων και προσωπικοτήτων.
Θα ήθελα στο τέλος και μετά την ετυμηγορία των «ενόρκων», που ήταν αναμενόμενη, προβλέψιμη, να έδινε η σκηνοθεσία ελάχιστο χρόνο στην παράσταση, ώστε ο Πρόεδρος να ζητούσε ένα διότι στο γιατί το «αθώος» και γιατί το «ένοχος». Σαφώς, θα είχε ενδιαφέρον για μένα, τουλάχιστον, το σκεπτικό των θεατών – κριτών.
Επίλογος
Το απορροφητικό, διδακτικό θέατρο που δοκιμάζει τόσο τις αξίες μας όσο και την ανθρωπιά μας, χωρίς οριστικές σωστές ή λάθος απαντήσεις στα περίπλοκα ηθικά ζητήματα της εποχής, μπορεί να είναι τόσο πνευματικά όσο και συναισθηματικά διεγερτικό.
«Η Βασίλισσα της Ομορφιάς» του Μάρτιν ΜακΝτόνα στο Θέατρο «Αυλαία»
Πρόλογος
Η Βασίλισσα της Ομορφιάς αποτελεί το πρώτο μέρος της «Τριλογίας της Κοννεμάρα» μαζί με τα έργα «Το κρανίο της Κοννεμάρα» (1997) και «Άγρια Δύση» (2001). Ανέβηκε για πρώτη φορά στο θέατρο Druid στην πόλη Galway της Ιρλανδίας το 1996 και ακολούθησε μεγάλη περιοδεία και νέα ανεβάσματα.
Το έργο προτάθηκε για Βραβείο Laurence Olivier καλύτερου θεατρικού έργου, ενώ το ανέβασμά του στο Μπρόντγουει (1998) τιμήθηκε με τέσσερα βραβεία Tony.
Υπόθεση
Το έργο εκτυλίσσεται σε μια αγροτική περιοχή της Ιρλανδίας στη δεκαετία του ‘90, με κεντρικό θέμα την τοξική σχέση ανάμεσα σε μια αυταρχική ηλικιωμένη μάνα και την σαραντάρα κόρη της που την υπηρετεί, Μαγκ Φόλαν και Μωρίν αντίστοιχα, μια σχέση εξάρτησης που γίνεται αφόρητη, όταν για την κόρη παρουσιάζεται η τελευταία ευκαιρία να νιώσει τον αμφίδρομο έρωτα, γεγονός που για τη μάνα σημαίνει την ανεπιθύμητη προοπτική του γηροκομείου. Ανάμεσα στις δύο γυναίκες, που μια ζωή αλληλοσπαράσσονται, η ένταση κορυφώνεται όταν εμφανίζονται ο αμήχανος υποψήφιος εραστής της κόρης, ο Πάτο Ντούλαν, που θα μπορούσε να τη σώσει παίρνοντάς την μακριά και ο αθυρόστομος νεαρός αδελφός του, Ρέι, που παίζει έναν ρόλο καταλύτη. Η ακραία γραφή, το έντονο σασπένς, οι ανατροπές και το διαβρωτικό χιούμορ μετατρέπουν αυτήν την οικογενειακή τραγωδία σε ψυχόδραμα με προεκτάσεις τραγωδίας.
Ανάγνωση
Ο Μάρτιν ΜακΝτόνα χρησιμοποιεί τον ωμό ρεαλισμό για να αναδείξει μια κατάσταση εξάρτησης μητέρας- κόρης, η οποία αποτελεί ανατομία των οικογενειακών σχέσεων και βαθιά τομή στη σύγχρονη ζωή. Η σχέση της εβδομηντάχρονης Μαγκ Φόλαν και της σαραντάχρονης κόρης της Μωρίν είναι σχέση επιβολής, η οποία εκφράζεται μέσα από ακραία συναισθήματα που νιώθουν η μια για την άλλη. Καθώς ξετυλίγει την καθημερινότητά τους, ο Μακντόνα, εμβαθύνει στην ανθρώπινη ψυχή. Ο συγγραφέας επηρεασμένος από τον νατουραλισμό του Στρίντμπεργκ αναζητά αυτό που δεν φαίνεται. Πρόκειται για μία υπόγεια έκφραση συναισθημάτων που έχει ως όχημά της έναν ιδιαίτερο κυνισμό. Συνεπώς, μέσα από το θεατρικό έργο αναδεικνύεται ο απώτερος στόχος του ρεαλιστικού θεάτρου, που είναι η προσπάθεια για μεγαλύτερη πιστότητα της καθημερινής ζωής. Η αίσθηση της αληθοφάνειας βοηθά να ταυτιστεί ο θεατής με τους ήρωες και να βιώσει μία ανθρωποφαγική, οικογενειακή συμβίωση.
Είναι μια τραγωδία για την ανθρώπινη μοναξιά, τη διαβρωτική ψυχολογική μάχη ζήλειας, κτητικότητας, ψεύδους, αρρωστημένης εξάρτησης μεταξύ δυο γυναικών, εν προκειμένω μάνας και κόρης, αλλά θα μπορούσε να γενικευτεί σαν ανθρώπινη παθογένεια ανεξαρτήτως φύλου, ηλικίας, εποχής και τόπου, με καυστικό, βιτριολικό χιούμορ, με έντονο σασπένς και σοκαριστικές ανατροπές.
Ο συγγραφέας
Ο Μάρτιν ΜακΝτόνα είναι ένας από τους σημαντικότερους Βρετανούς συγγραφείς και σκηνοθέτες της νεότερης γενιάς. Τα έργα του εστιάζουν στην απεικόνιση της ακραίας βίας των καιρών μας, σωματικής και ψυχολογικής, κι έχουν κερδίσει την αγάπη του κοινού και πολυάριθμα βραβεία. Γεννήθηκε στο Λονδίνο το 1970 από Ιρλανδούς γονείς και μεγάλωσε σε μια κοινότητα με ισχυρό το ιρλανδικό στοιχείο.
Απέρριψε νωρίς την παραδοσιακή εκπαίδευση, εγκατέλειψε το σχολείο στα 16 του και άρχισε να γράφει. Αρχικά, έγραψε 22 έργα για το ραδιόφωνο (απορρίφθηκαν όλα απ’ το BBC) και αρκετά σενάρια.
Γνώρισε την επιτυχία, όταν στράφηκε στη συγγραφή θεατρικών έργων. Εκτός από την «Τριλογία της Κοννεμάρα» έγραψε την «Τριλογία των Νησιών Άραν», που περιλαμβάνει τα έργα «Ο σακάτης του Ίνισμαν», «Ο υπολοχαγός του Ίνισμορ» και «Τα ξωτικά του Ινισίερ». Το έργο του «Ο πουπουλένιος», που τιμήθηκε με το βραβείο Ολίβιε καλύτερου νέου θεατρικού έργου, παρουσιάστηκε στο Εθνικό Θέατρο της Αγγλίας το 2003.
Το 2004 μπήκε και στον χώρο του κινηματογράφου γράφοντας και σκηνοθετώντας την ταινία μικρού μήκους «Six Shooter», η οποία βραβεύτηκε με Όσκαρ. Ακολούθησαν οι μεγάλου μήκους ταινίες «In Bruges» (Αποστολή στην Μπριζ) (2008), «Επτά ψυχοπαθείς» (2012) και «Τρεις Πινακίδες έξω απ’ το Έμπινγκ, στο Μιζούρι» (2017), που τιμήθηκε με βραβεία BAFTA, Satellite, Χρυσές Σφαίρες, καθώς και με επτά υποψηφιότητες για Όσκαρ.
Η παράσταση
Η σκηνοθέτις Ελένη Σκότη σπάει το υπαρξιακό lockdown ενός ασφυκτικού, κλειστοφοβικού δωματίου – κουζίνα των Φόλαν, εισέρχεται στην κακοφορμισμένη ατμόσφαιρά του και σμιλεύει με κάθε ουσιαστική λεπτομέρεια πρόσωπα και πράγματα.
Το έργο ζωντανεύει πλήρως, όταν ο Πάτο – ένας εργάτης οικοδομών εκτός πόλης- μπαίνει στη ζωή της Μωρίν. Η σκηνή του πρωινού μετά την υποτιθέμενη ερωτική συνεύρεση, στην οποία η μάνα βρίσκει την κόρη της να επιδεικνύει τη σεξουαλική της κατάκτηση είναι τόσο ωμή, όσο και εξομολογητική.
Εισπράττουμε ένα κομμάτι του ιρλανδικού γοτθικού status στα καλύτερά του, όταν οι χαρακτήρες εκθέτουν τα τρωτά τους σημεία, ενώ τρομάζουμε, σχεδόν, όταν τους βλέπουμε να πλημμυρίζονται από οργή ή να επιδίδονται σε βίαιες συμπεριφορές. Η μητέρα γίνεται πιο δυνατή, καθώς αρχίζει να αποβάλλει τα σκληρά εξωτερικά της γνωρίσματα και να εκθέτει τις αδυναμίες της.
Το ειδύλλιο μεταξύ του Πάτο και της Μωρίν διαχέει μια μυρωδιά από τη σεξουαλική λαχτάρα του Τενεσσί Ουίλιαμς, ενώ τα όνειρα της απόδρασης των δυο εραστών από την κουρελιασμένη ζωή στο σπίτι της μαυρίλας και της καταχνιάς, δίνουν ευκαιρία στους εξαιρετικούς ηθοποιούς να απογειώσουν τις σκηνές.
Όταν ο Πάτο διαβάζει το γράμμα του προς τη «βασίλισσα της ομορφιάς» της πόλης, όπως αποκαλεί τη Μωρίν, μιλά για τη δική του μοναξιά και την επιθυμία για σύνδεση. Το κάνει ρεαλιστικά και δυνατά, που, προς στιγμήν, απομακρύνει τη συναισθηματική εστίαση του κοινού από το δράμα μητέρας- κόρης.
Η Σοφία Σεϊρλή στον ρόλο της τυραννικής μητέρας ενσαρκώνει έξοχα ένα φαινομενικά αθόρυβα χειριστικό πλάσμα, που, ωστόσο, κρύβει εντός του ένα ολόκληρο δαιμονικό εργοτάξιο σκαιότητας και σατραπισμού, σαν συμβολική -προέκταση της μοιρολατρίας και της συνθηκολόγησης που σαρώνει τους πάντες στο πέρασμά του, εξασφαλίζοντας ακόμα και μετά θάνατον την επιβίωσή του. Το έργο τελειώνει με την Μωρίν να «ντύνεται» Μαγκ και να λικνίζεται στην κουνιστή καρέκλα – θρόνο της μητέρας της.
Η Ράνια Σχίζα, η μεσήλικη Mωρίν των ανικανοποίητων πόθων και των παρακρούσεων, περιχαρακώνει τον μικρόκοσμό της με ήσσονος σημασίας νίκες επί της μητέρας της και αφήνει, άλλοτε με έκρυθμο μένος και άλλοτε με οδύνη, να εκλυθούν οι τελικοί σπασμοί για να ακουστεί ο βαθύς επιθανάτιος ρόγχος ενός ολόκληρου κόσμου που έχει παραδοθεί άνευ όρων στον λήθαργο και στην αδράνεια. Η απαράμιλλη ερμηνεία της ηθοποιού συγκλονίζει το κοινό. Της αξίζουν πολλοί έπαινοι.
Ο εξαιρετικός Ιωσήφ Ιωσηφίδης, ο ματαιωμένος εραστής Πάτο με τους έωλους οραματισμούς και τα θολά αισθήματα, διαγράφει υποκριτικά μια ακόμα ισχυρή πτυχή στον καμβά των τραγικών προσώπων-θυμάτων, όπως και ο ηφαιστειώδης νεαρός, ο Ρέι του Γιάννη Μάνθου, που περιφέρει πειστικά τις πληγωμένες σάρκες του εαυτού του, με απόγνωση και χωρίς καμιά ελπίδα διαφυγής, σ’ έναν Μπεκετικό κύκλο αλληλοεπιδράσεων των εμμονών του με το όνειρο μετανάστευσης στο Λονδίνο και με τη στείρα ζωή στο χωριό της Ιρλανδίας.
Μέσα στο καταπονημένο από τον χρόνο και την ένδεια σπίτι των δύο γυναικών, όπως αποτυπώνεται ατμοσφαιρικά και λειτουργικά στο σκηνικό του Γιώργου Χατζηνικολάου (μια κουζίνα με όλα τα χρειώδη, μια σόμπα –εργαλείο εμφατικής επικράτησης στην εξέλιξη της ιστορίας, ένας νιπτήρας που ζέχνει, ένα τραπέζι και μια κουνιστή καρέκλα σαν σύμβολο ψυχικών διαταραχών. Κάτω από τους ατμοσφαιρικούς φωτισμούς του Αντώνη Παναγιωτόπουλου, ο θεατής νιώθει όλη τη μοναξιά και την απομόνωση ανθρώπων και τόπου, που, σταδιακά, οδηγούν μάνα και κόρη στην τρέλα και στα άκρα.
Η παράσταση που σκηνοθέτησε η Ελένη Σκότη, με τη σφραγίδα ποιότητας της ομάδας «Νάμα», καλοζυγισμένη, μετρημένη, με σωστούς ρυθμούς βρίσκει τον πυρήνα του έργου και το αναδεικνύει. Ευτύχησε, επίσης, να έχει τέσσερις ηθοποιούς που στέκονται απολύτως στο ύψος των περιστάσεων.
Επίλογος
Η «Βασίλισσα της ομορφιάς» (Beauty Queen of Leenane) του Ιρλανδού συγγραφέα ΜάρτινΜακΝτόνα παρουσιάστηκε, για πρώτη φορά, στην Ελλάδα από τον Θύμιο Καρακατσάνη, τη σεζόν 1997-1998 με τον τίτλο «Ωραία μου βασίλισσα», στο θέατρο «Μπροντγουαίη» σε σκηνοθεσία Γιώργου Ρεμούνδου, τον ίδιο στο ρόλο της Μαγκ με Μωρίν την Άννα Βαγενά. Μια δεκαετία αργότερα το έργο γνώρισε μεγάλη επιτυχία σε σκηνοθεσία Νικαίτης Κοντούρη με την Έρση Μαλικένζου – μητέρα Μαγκ και κόρη – Μωρίν τη Ναταλία Τσαλίκη στο θέατρο «Βικτώρια» και τώρα ευτυχεί σε ένα εξαιρετικό ανέβασμα από την ομάδα «Νάμα» και την Ελένη Σκότη.
Συντελεστές Παραγωγή: Ομάδα Νάμα Μετάφραση: Η ομάδα των συντελεστών Σκηνοθεσία: Ελένη Σκότη Σκηνικά, Κοστούμια, Δ/νση Παραγ.: Γιώργος Χατζηνικολάου Φωτισμοί: Αντώνης Παναγιωτόπουλος Μουσική & Επιμέλεια ήχου: Στέλιος Γιαννουλάκης Φωτογραφίες: Μαρία Αναματερού, Γιώργος Χατζηνικολάου Βοηθοί σκηνοθέτιδος: Άννα Κούρα, Περσεφόνη Λαμπροκωστοπούλου Οργάνωση παραγωγής: Μαρία Αναματερού
Ο ιστότοπός μας χρησιμοποιεί cookies. Ορισμένα από αυτά είναι απαραίτητα για τη λειτουργία της ιστοσελίδας μας και άλλα μας βοηθούν να παρέχουμε το μέγιστο των υπηρεσιών μας. Επιλέξτε εσείς ποια cookies αποδέχεστε, τα οποία μπορείτε να αλλάξετε οποιαδήποτε στιγμή.
Αποδοχή
Αλλαγή ρυθμίσεων
Cookie Box Settings
Απόρρητο
Cookie Box Settings
Απόρρητο
Σεβόμαστε την ιδιωτικότητά σας
Επιλέξτε εσείς ποια cookies αποδέχεστε.
Ωστόσο, ορισμένα από αυτά είναι αναγκαία για την σωστή λειτουργία της ιστοσελίδας και μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα ορισμένες λειτουργίες να μην είναι πλέον διαθέσιμες. Για πληροφορίες σχετικά με τη διαγραφή των cookies, συμβουλευτείτε τη λειτουργία βοήθειας του προγράμματος περιήγησης.
Μάθετε περισσότερα σχετικά με τα cookies που χρησιμοποιούμε κάνοντας κλικ εδώ
Εδώ μπορείτε να ενεργοποιήσετε ή να απενεργοποιήσετε διαφορετικούς τύπους cookies:
Η ιστοσελίδα θα:
Αποθηκεύει την ρύθμιση προτιμήσεων των cookies
Επιτρέπει τα cookies περιοδικής λειτουργείας
Πιστοποιεί ότι είστε συνδεμένος στον λογαριασμό σας
Αποθηκεύει την επιλεγμένη γλώσσα
Συγκεντρώνει πληροφορίες τι έχετε εισάγει στις φόρμες επικοινωνίας
Η ιστοσελίδα δεν θα:
Αποθηκεύσει τα στοιχεία της σύνδεσης σας
Αποθηκεύσει τις ρυθμίσεις των μέσων κοινωνικής δικτύωσης
Αποθηκεύσει την επιλεγμένη περιοχή και χώρα σας
Εντοπίσει τις σελίδες επισκέψεων και την αλληλεπίδραση σας με αυτές
Εντοπίσει την τοποθεσία και την περιοχή σας με βάση την διεύθυνση IP
Εντοπίσει τον χρόνο που δαπανάται σε κάθε σελίδα
Προσαρμόσει τις πληροφορίες και τη διαφήμιση στα ενδιαφέροντά σας με βάση π.χ. το περιεχόμενο που έχετε επισκεφτεί προηγουμένως
Συγκεντρώσει στοιχεία προσωπικής ταυτοποίησης, όπως όνομα και τοποθεσία.
Η ιστοσελίδα θα:
Αποθηκεύει την ρύθμιση προτιμήσεων των cookies
Επιτρέπει τα cookies περιοδικής λειτουργείας
Πιστοποιεί ότι είστε συνδεμένος στον λογαριασμό σας
Αποθηκεύει την επιλεγμένη γλώσσα
Συγκεντρώνει πληροφορίες τι έχετε εισάγει στις φόρμες επικοινωνίας
Αποθηκεύσει τις ρυθμίσεις των μέσων κοινωνικής δικτύωσης
Αποθηκεύσει την επιλεγμένη περιοχή και χώρα σας.
Η ιστοσελίδα δεν θα:
Εντοπίσει τις σελίδες επισκέψεων και την αλληλεπίδραση σας με αυτές
Εντοπίσει την τοποθεσία και την περιοχή σας με βάση την διεύθυνση IP
Εντοπίσει τον χρόνο που δαπανάται σε κάθε σελίδα
Προσαρμόσει τις πληροφορίες και τη διαφήμιση στα ενδιαφέροντά σας με βάση π.χ. το περιεχόμενο που έχετε επισκεφτεί προηγουμένως
Συγκεντρώσει στοιχεία προσωπικής ταυτοποίησης, όπως όνομα και τοποθεσία.
Η ιστοσελίδα θα:
Αποθηκεύει την ρύθμιση προτιμήσεων των cookies
Επιτρέπει τα cookies περιοδικής λειτουργείας
Πιστοποιεί ότι είστε συνδεμένος στον λογαριασμό σας
Αποθηκεύει την επιλεγμένη γλώσσα
Συγκεντρώνει πληροφορίες τι έχετε εισάγει στις φόρμες επικοινωνίας
Αποθηκεύσει τις ρυθμίσεις των μέσων κοινωνικής δικτύωσης
Αποθηκεύσει την επιλεγμένη περιοχή και χώρα σας
Εντοπίσει τις σελίδες επισκέψεων και την αλληλεπίδραση σας με αυτές
Εντοπίσει την τοποθεσία και την περιοχή σας με βάση την διεύθυνση IP
Εντοπίσει τον χρόνο που δαπανάται σε κάθε σελίδα
Η ιστοσελίδα δεν θα:
Προσαρμόσει τις πληροφορίες και τη διαφήμιση στα ενδιαφέροντά σας με βάση π.χ. το περιεχόμενο που έχετε επισκεφτεί προηγουμένως
Συγκεντρώσει στοιχεία προσωπικής ταυτοποίησης, όπως όνομα και τοποθεσία.
Η ιστοσελίδα θα:
Αποθηκεύσει τις ρυθμίσεις των μέσων κοινωνικής δικτύωσης
Αποθηκεύσει την επιλεγμένη περιοχή και χώρα σας
Εντοπίσει τις σελίδες επισκέψεων και την αλληλεπίδραση σας με αυτές
Εντοπίσει την τοποθεσία και την περιοχή σας με βάση την διεύθυνση IP
Εντοπίσει τον χρόνο που δαπανάται σε κάθε σελίδα
Προσαρμόσει τις πληροφορίες και τη διαφήμιση στα ενδιαφέροντά σας με βάση π.χ. το περιεχόμενο που έχετε επισκεφτεί προηγουμένως
Συγκεντρώσει στοιχεία προσωπικής ταυτοποίησης, όπως όνομα και τοποθεσία.
You must be logged in to post a comment Login