Πολιτισμός
Tο 24o Φεστιβάλ ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης πέρασε στην Ιστορία

To 24o Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης διεξήχθη φέτος σε υβριδική μορφή, με φυσική παρουσία αλλά και online προβολές από τις 10 μέχρι και τις 20 Μαρτίου. Το πρόγραμμα προβολών, ήταν διαθέσιμο στο επίσημο site του Φεστιβάλ.
Τα βραβεία από τις επιτροπές έχουν ως εξής:
Χρυσός Αλέξανδρος στο ντοκιμαντέρ «Σπίτι από θραύσματα», διακρίσεις για «Χειροπαλαιστή», «Τελευταίο ταξίδι» και «Γ@μώ τη δουλειά μου»
Ο πόλεμος στην Ουκρανία και τα μεγαλύτερα θύματα του, τα παιδιά, είναι τα στοιχεία που οδήγησαν το φιλμ «Σπίτι από θραύσματα» στο να γίνει μία από τις πιο δημοφιλείς ταινίες του φετινού φεστιβάλ. Η τελική του επικράτηση ήταν σχεδόν αναμενόμενη και συνοδεύεται από χρηματικό έπαθλο 12.000€. Επίσης το φιλμ του Σάιμον Λέρενγκ Βίλμοντ έχοντας κερδίσει τον Χρυσό Αλέξανδρο, μπαίνει αυτομάτως στη λίστα προεπιλογής για το Όσκαρ Καλύτερου Ντοκιμαντέρ.
Από τις ελληνικές ταινίες που ξεχώρισαν, ο «Χειροπαλαιστής» του Γιώργου Γούση διακρίθηκε σε αρκετές διαφορετικές κατηγορίες, ενώ οι Έλληνες κριτικοί έδωσαν το δικό τους βραβείο στο «Τελευταίο ταξίδι» του Καζαντζάκη στην Ιαπωνία. Τέλος, η ταινία που έκλεψε την παράσταση το βράδυ του Σαββάτου σε ένα κατάμεστο Ολύμπιον, χάρη σε μια απίστευτη ιστορία γυναικείας δύναμης κόντρα στον αυταρχισμό του Πούτιν, το «Γ@μώ τη δουλειά μου» της Βέρα Κριτσέφσκαγια κέρδισε το βραβείο της Διεθνούς Αμνηστίας.
Αναλυτικά τα βραβεία:
Διεθνούς Διαγωνιστικού Newcomers
Το βραβείο «Χρυσός Αλέξανδρος – Δημήτρης Εϊπίδης» (συνοδεύεται από χρηματικό έπαθλο 10.000€):
Γη από χρυσάφι / Golden Land της Ίνκα Ακτέ
Ειδικό Βραβείο Επιτροπής (συνοδεύεται από χρηματικό έπαθλο 4.000€)
Οι οδηγοί του διαβόλου / The Devil’s Drivers των Ντάνιελ Καρσέντι & Μοχάμεντ Αμπουγκέθ (Κατάρ-Γαλλία-Λίβανος-Γερμανία)
Διεθνές Διαγωνιστικό Film Forward
Χρυσός Αλέξανδρος – >>Film Forward (συνοδεύεται από το χρηματικό έπαθλο 6.000€):
Η νύφη / The Bride των Σαμίρα Γκουαντανιουόλο & Τιτσιάνο Ντόρια (Ιταλία)
Ειδικό Βραβείο της Επιτροπής (συνοδεύεται από χρηματικό έπαθλο 3.000 ευρώ κι απονέμεται εξ ημισείας στα ντοκιμαντέρ:
Αματέρ / Amateur του Μαρτίν Γκουτιέρεθ (Ισπανία)
&
Γράμμα στον Νικόλα / Letter to Nikola της Χαράς Καμιναρά (Ελλάδα-Βέλγιο)
Το Βραβείο Podcast, που συνοδεύεται από χρηματικό έπαθλο ύψους 2.000 ευρώ, απονέμεται στο podcast: Για πάντα του Δημήτρη Ντάσκα (Ελλάδα)
Ειδική Μνεία απονέμεται στο podcast:
Αόρατοι της Μαριάννας Κακαουνάκη (Ελλάδα)
Βραβείο-υποτροφίας ENS Louis Lumière – Γαλλικό Ινστιτούτο Ελλάδος για Ανερχόμενο Ακουστικό Δημιουργό Ντοκιμαντέρ στη Νεφέλη Σάνη για το podcast Sonic Memorabilia
Βραβείο Mermaid για την καλύτερη ταινία LGBTQI+ θεματικής του επίσημου προγράμματος του Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ στο Γκάμπι: από τα οκτώ στα δεκατρία / Gabi: Between Ages 8 and 13 της Ένγκελι Μπρόμπεργκ (Σουηδία, Νορβηγία)
Ειδικές Μνείες απονέμονται στα ντοκιμαντέρ:
Μελ / Mel των Ίνα Σαχακιάν & Πολ Κόεν (Αρμενία-Ολλανδία) & Σειρήνες / Sirens της Ρίτα Μπαγκντάντι (ΗΠΑ-Λίβανος)
Ο Τηλεοπτικός Σταθμός της Βουλής των Ελλήνων απονέμει το καθιερωμένο βραβείο «Ανθρώπινες Αξίες» σε ταινία του Διεθνούς Διαγωνιστικού Τμήματος Newcomers στην Παντοτινή άνοιξη / Eternal Spring του Τζέισον Λόφτους (Καναδάς)
Η ΕΡΤ απονέμει το πρώτο βραβείο της, που συνοδεύεται από το χρηματικό έπαθλο των 3.000€, στην ελληνική παραγωγή που κερδίζει το βραβείο της Διεθνούς Ομοσπονδίας Κριτικών Κινηματογράφου FIPRESCI. Φέτος το βραβείο δόθηκε στον Χειροπαλαιστή του Γιώργου Γούση (Ελλάδα)
Το βραβείο ΕΡΤ – Thessaloniki Pitching Forum αξίας 2.000 ευρώ απονέμεται στο ελληνικό πρότζεκτ που βραβεύτηκε στο Thessaloniki Pitching Forum της Αγοράς του Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ. Φέτος το βραβείο κέρδισε η «Βύθιση» του Δημήτρη Γκότση.
Το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου (ΕΚΚ) απονέμει βραβείο σε ντοκιμαντέρ πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη / πρωτοεμφανιζόμενης σκηνοθέτιδος του Ελληνικού Προγράμματος, που πραγματοποιεί πρεμιέρα στο 24ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης. Το βραβείο αυτό συνοδεύεται από χρηματικό ποσό 3.000 € και ο νικητής ήταν το «Δρομολόγιο» του Ορέστη Αθανασόπουλου. Επίσης το ΕΚΚ χορηγεί και φέτος χρηματικό βραβείο, αξίας 3.000 ευρώ, σε ταινία τεκμηρίωσης που συμμετείχε στο τμήμα Docs in Progress. Το βραβείο απέσπασε η ταινία #ΜΕΤΗΣΟΦΙΑ, σε σκηνοθεσία Βάνια Τέρνερ
Το βραβείο της Διεθνούς Αμνηστίας που απονέμεται σε ταινία για τα ανθρώπινα δικαιώματα κέρδισε το
Γ@μώ τη δουλειά μου / F@ck this Job της Βέρα Κριτσέφσκαγια (Ηνωμένο Βασίλειο-Γερμανία)
Το βραβείο FIPRESCI που δίνεται σε ντοκιμαντέρ του Διεθνούς Διαγωνιστικού τμήματος Μεγάλου Μήκους κέρδισε το «Σπίτι από θραύσματα» του Σάιμον Λέρενγκ Βίλμοντ (Δανία-Φινλανδία-Σουηδία-Ουκρανία)
Το βραβείο FIPRESCI σε ελληνικό ντοκιμαντέρ μεγάλου μήκους που συμμετέχει στο διεθνές πρόγραμμα του φεστιβάλ δόθηκε στον Χειροπαλαιστή του Γιώργου Γούση.
Η Πανελλήνια Ένωση Κριτικών Κινηματογράφου (ΠΕΚΚ) έδωσε το βραβείο της Ένωσης στην καλύτερη ελληνική ταινία του επίσημου προγράμματος στο «Τελευταίο ταξίδι» του Άρη Χατζηστεφάνου.
Το Βραβείο WIFT GR απονέμεται από το ελληνικό παράρτημα του WIFT (Women in Film & Television-Γυναίκες στον Κινηματογράφο και στην Τηλεόραση) σε γυναίκα δημιουργό ταινίας, επιλεγμένης για το επίσημο πρόγραμμα του Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης. Το βραβείο φέτος κέρδισε η Ούλι Ντέκερ για το «ANIMA – Τα φορέματα του πατέρα μου»
Το βραβείο που απονέμει η περιβαλλοντική οργάνωση WWF Ελλάς στην καλύτερη ταινία περιβαλλοντικού ενδιαφέροντος πήγε στη Bελούδινη βασίλισσα / The Velvet Queen των Μαρί Αμιγκέ & Βενσάν Μουνιέ (Γαλλία)
Ειδική Μνεία απέσπασε το ντοκιμαντέρ Ενοχλητική αρκούδα / Nuisance Bear των Τζακ Γουάισμαν & Γκαμπριέλα Όσιο Βάντεν (Καναδάς)
Τα βραβεία νεότητας φοιτητών πανεπιστημίων Θεσσαλονίκης ήταν τα εξής:
Το Βραβείο Καλύτερης Ελληνικής Ταινίας απονέμεται στον Χειροπαλαιστή του Γιώργου Γούση
Το Ειδικό Βραβείο της Επιτροπής Νεότητας απονέμεται στο The Other Half του Γιώργου Μουτάφη (Eλλάδα)
Πέντε βραβεία κοινού Fischer δόθηκαν σε τρεις ελληνικές και δύο ξένες ταινίες.
Για διεθνή ταινία άνω των 50’ το Βραβείο Κοινού Fischer «Peter Wintonick» απονέμεται στο ντοκιμαντέρ:
Παντοτινή Άνοιξη / Eternal Spring του Τζέισον Λόφτους (Καναδάς)
Για διεθνή ταινία διάρκειας έως 50’ το Βραβείο Κοινού Fischer απονέμεται στο ντοκιμαντέρ:
Πάρε με εκεί όπου υπάρχει ζωή: γράμμα στον πατέρα μου / Take Me Where There Is Life: A Letter to My Father της Κάρμεν λα Γριέγα (Ισπανία)
Για ελληνική ταινία άνω των 50’ το Βραβείο Κοινού Fischer απονέμεται στο ντοκιμαντέρ:
Σπασμένος ήχος / Broken Sound του Φοίβου Κοντογιάννη (Ελλάδα)
Για ελληνική ταινία διάρκειας έως 50′ το Βραβείο Κοινού Fischer απονέμεται στο ντοκιμαντέρ:
Iodine – Η Ελλάδα στα ερείπια του Μεσολογγίου / Iodine – Greece on the Ruins of Missolonghi του Ορφέα Περετζή (Ελλάδα)
Για ελληνική ταινία που προβάλλεται διαδικτυακά στις ενότητες Πλατφόρμα και Από οθόνη σε Οθόνη, το Βραβείο Κοινού Fischer απονέμεται στο ντοκιμαντέρ:
+1 του Αργύρη Λιάπη (Ελλάδα)
Το βραβείο Agora Lab δόθηκε στ πρότζεκτ ,
Πανελλήνιον του Σπύρου Μαντζαβίνου
Σπίτι από θραύσματα
Παρακολούθησα, κυρίως, διαγωνιστικό τμήμα από τα πολλά παράλληλα του Φεστιβάλ. Ενδιαφέρουσες ταινίες, μερικές εξαιρετικά καλογυρισμένες όπως το «Εκτροχιασμένοι» και μερικές συναρπαστικές, όπως το «Οδηγοί του Διαβόλου». Έμεινα εδώ, επειδή οι μέρες που ζούμε με τον πόλεμο της Ρωσίας εναντίον της Ουκρανίας, παραλληλίζεται με αυτόν του Ισραήλ και της Παλαιστίνης, μόνο που ο δεύτερος κρατάει χρόνια και οι συνθήκες- κατά καιρούς- ειρήνης καταλύονται αδικαιολόγητα, όπως ακριβώς συμβαίνει και με τις μέρες κατάπαυσης του πυρός από πλευράς Ρωσίας, προκειμένου να οργανωθούν λωρίδες σωτηρίας, δηλαδή διέλευσης αμάχων προς άλλες χώρες.
_Τι κάνεις όταν έρθει η αστυνομία;
-Τρέχω. Τι άλλο να κάνω;
Διάλογος στο συγκλονιστικό ντοκιμαντέρ «Οι οδηγοί του Διαβόλου», που δεν είναι άλλοι από φτωχαδάκια οδηγοί- διακινητές εργατών παρανόμως στο Ισραήλ. Κι ενώ ο Ισραηλινός στρατός, η αστυνομία, οι συνοροφύλακες τους κυνηγούν ανελέητα, οι πολίτες τούς χρειάζονται, τους δίνουν δουλειά σε οικοδομές, τους πληρώνουν και τους αφήνουν να κοιμούνται μέσα στο ίδιο οίκημα που κατασκευάζουν. Κάτω από άθλιες συνθήκες, βέβαια, αλλά είναι προτιμότερο να ζήσουν από το να πεθάνουν στα χωριά τους από την πείνα και τη δίψα.
Η περιοχή νότια της Χεβρώνας, με τα απέραντα και άνυδρα τοπία της, φιλοξενεί έναν γηγενή πληθυσμό Βεδουίνων. Ανάμεσά τους, Ισραηλινοί άποικοι έχουν χτίσει οχυρά χωριά στις κορυφές λόφων, αποκόπτοντας τους ανθρώπους από τα εδάφη τους και τις πηγές νερού τους. Εξουθενωμένοι μετά από χρόνια συγκρούσεων, οι Βεδουίνοι επιδιώκουν να βγάλουν τα προς το ζην ως εργάτες οικοδομών στο Ισραήλ. Αλλά η κυβέρνηση τους θεωρεί απειλή για την ασφάλεια. Σε κάθε άνδρα που δεν είναι παντρεμένος και δεν έχει τουλάχιστον ένα παιδί, απαγορεύεται να λάβει άδεια εργασίας. Ο Χαμούντα, ένας διακινητής, συλλαμβάνεται κατά μήκος των συνόρων με το ανθρώπινο φορτίο του. Εκείνη την εποχή, η γυναίκα του είναι έξι μηνών έγκυος. Στην Ισραηλίτικη φυλακή, οι φρουροί τού αρνούνται το δικαίωμα να την καλέσει κατά την έναρξη του τοκετού. Μόλις απελευθερωθεί, έχει μόνο έναν στόχο: να βεβαιωθεί ότι ο νεογέννητος γιος του και η μαμά του μωρού, δεν θα υποστούν ποτέ ξανά υλικές ανάγκες.
Ένα συναρπαστικό πορτρέτο, παρόμοιο με μια ταινία καταδίωξης της δεκαετίας του 1970, που γυρίστηκε σε πέντε χρόνια, για ανθρώπους που ζουν σε μια από τις πιο εύθραυστες περιοχές του κόσμου.
Χώρα Παραγωγής: Κατάρ, Γαλλία, Λίβανος, Γερμανία.
Το δικό μου βραβείο στο 24ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης. Υποθέτω ότι όσοι είδανε ταινίες είτε δια ζώσης είτε on line , ξεχωρίσανε κάποιες, βραβεύσανε μερικές. Την ανωτέρω εξαιρετική ταινία τεκμηρίωσης βράβευσε με 4000 Ευρώ η επιτροπή με ένα ειδικό βραβείο, όπως το ονομάτισαν, μιας και δεν τόλμησε- υποθέτω- να το συμπεριλάβει στα κύρια βραβεία, λόγω της πολιτικής στάσης του ντοκιμαντέρ εναντίον του Ισραήλ. Ζήτημα στρατηγικής θα πείτε. Σωστά.
Εύχομαι του χρόνου στο 25ο Φεστιβάλ οι συνθήκες να είναι της ομαλότητας, της κανονικότητας και να γευτούμε την ιεροτελεστία των προβολών στις αίθουσες.
ΠΑΥΛΟΣ ΛΕΜΟΝΤΖΗΣ
You may like
Πολιτισμός
Ο αξιόποινος μα και αξιέπαινος «Συνεργός» του Γιώργου Χριστοδούλου από το ΔΗΠΕΘΕ Καβάλας

Πρόλογος
Γυναικοκτονία! Πιθανώς, πολλοί συντηρητικοί κύκλοι στην Ελλάδα να μην αποδέχονται τον συγκεκριμένο όρο και να τον θεωρούν μια απόπειρα να «φορεθεί» ιδεολογικό πρόσημο στις δολοφονίες, ενώ άλλοι, ακόμα πιο ακραίοι, ισχυρίζονται ότι αυτός ο όρος δεν μπορεί να αφορά τα επί της Ευρώπης δρώμενα.
Η αλήθεια είναι, βέβαια, πολύ διαφορετική. Ο όρος έχει καθιερωθεί επιστημονικά και ο ορισμός του έχει δοθεί από το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο για την Ισότητα των Φύλων.
Σύμφωνα, λοιπόν, μ’ αυτόν τον ορισμό «γυναικοκτονία» είναι: δολοφονίες γυναικών και κοριτσιών εξαιτίας του φύλου τους, οι οποίες διαπράττονται ή γίνονται ανεκτές τόσο από ιδιώτες όσο και από δημόσιους φορείς.
Ο όρος περιλαμβάνει μεταξύ άλλων τη δολοφονία γυναίκας ως αποτέλεσμα άσκησης βίας από ερωτικό σύντροφο, τον βασανισμό και τη δολοφονία γυναίκας ως αποτέλεσμα μισογυνισμού, τη δολοφονία γυναικών και κοριτσιών ως «εγκλήματα για λόγους τιμής» και λοιπές μορφές δολοφονίας, τη στοχευμένη δολοφονία γυναικών και κοριτσιών στο πλαίσιο ένοπλων συγκρούσεων, και περιπτώσεις γυναικοκτονίας οι οποίες συνδέονται με συμμορίες, το οργανωμένο έγκλημα, εμπόρους ναρκωτικών και την εμπορία γυναικών και κοριτσιών.
Ο συγγραφέας και σκηνοθέτης Γιώργος Χριστοδούλου ευαισθητοποιήθηκε από τα πολλά συμβάντα γυναικοκτονίας στη χώρα μας και έγραψε ένα έργο, τοποθετώντας μεν τα σύνορά του στην πόλη της Βέροιας, αλλά στην ανάπτυξή του τα αποσύρει και διευρύνει το «δια ταύτα», εφόσον το ζήτημα είναι οικουμενικό.
Το αυτό θέμα δεν είναι η πρώτη φορά που ανεβαίνει στο θέατρο. Πέρυσι παραστάθηκε στην Αθήνα το «Ουράνιο Τόξο» της Εύας Γκουντάρα, προηγήθηκε το «Γεύμα» της Λείας Βιτάλη, σαφώς και άλλα από την παγκόσμια δραματουργία, αλλά επειδή τα εγκλήματα συνεχίζονται, δυστυχώς, με τελευταίο αυτό της Νίκαιας, όπου εκ των υστέρων οι γείτονες που ήξεραν για την κακοποίηση της γυναίκας από τον σύζυγό της, έβλεπαν, άκουγαν κραυγές και δε μιλούσαν, λάλησαν στις κάμερες.
Υπόθεση
Μ’ αφορμή ένα αληθινό περιστατικό γυναικοκτονίας το 2020, στη Βέροια, που απασχόλησε έντονα την ελληνική κοινή γνώμη, ο Γιώργος Χριστοδούλου γράφει το θεατρικό έργο «Ο Συνεργός» το οποίο και σκηνοθετεί.
Ο Αποστόλης ζει ήρεμα τη ζωή του μαζί με τη γυναίκα του στο χωριό, όταν ένα βράδυ ο αγαπημένος του ξάδερφος θα του ομολογήσει πως σκότωσε την κοπέλα του, ζητώντας του να τον βοηθήσει να κρύψει το πτώμα. Εκείνος δέχεται και τότε ξεκινάει ένα γαϊτανάκι καταστροφής, ψεμάτων και ενοχών.
Σε μια εποχή που τα όρια του καλού και του κακού διερευνώνται εκ νέου, ο Γιώργος Χριστοδούλου, στην τρίτη του προσωπική σκηνοθεσία, μαζί με τους ηθοποιούς της παράστασης, προσπαθούν να κατανοήσουν το πώς ένας άνθρωπος αλλά και μια ολόκληρη κοινωνία, γίνεται πολύ εύκολα συνεργός.
Ανάγνωση
Η έννοια του καλού και του κακού ορίζονται πάνω στη σχέση του ανθρώπου με τον ίδιο του τον εαυτό και ανάμεσα σε αυτόν με τους συνανθρώπους του. Το καλό και το κακό σχετίζονται με την ύπαρξη ήθους και την απώλεια ήθους σε έναν άνθρωπο, αντίστοιχα. Ο άνθρωπος γεννιέται χωρίς ήθος. Επομένως, το κακό ενυπάρχει σε αυτόν εκ γενετής. Ο «οπλισμός» του ανθρώπου και της κοινωνίας του με ήθος προϋποθέτει μία σχετική προδιάθεση του ατόμου, ώστε να δεχθεί να ασκηθεί σε πράξεις που θεμελιώνουν ένα σχετικό ηθικό υπόβαθρο. Άρα, το καλό είναι μία αξία διαφορετική από το κακό και είναι επίκτητη όπως και όλες οι ηθικές αρετές.
Επιπροσθέτως, η σιωπή για λόγους ευθυνοφοβίας περισσότερο, παρά αδιαφορίας, αυτοπτών μαρτύρων σε βίαια και ακραία περιστατικά και, μάλιστα, επαναλαμβανόμενα στην περιοχή τους, όχι μόνο ακυρώνει το απόφθεγμα «η σιωπή είναι χρυσός» αλλά επιβεβαιώνει το ρητό «ο σιωπών δοκεί συναινείν».
Οι δύο αυτές παράγραφοι θεωρώ ότι είναι το «δια ταύτα» του έργου που έγραψε ο Γιώργος Χριστοδούλου, έχοντας πηγή έμπνευσης ζοφερές καταστάσεις που αφορούν στα εγκλήματα έμφυλης βίας και με επίκεντρο την πασίγνωστη γυναικοκτονία του 2005 στη Βέροια.
Η παράσταση
Αδρεναλίνη στα ύψη. Κόκκινο της φωτιάς, σαν κι αυτή που σιγοκαίει από την αρχή της παράστασης. Σύντομα η θρυαλλίδα εκρήγνυται, γίνεται πυρκαγιά, τυλίγει τα πρόσωπα, οι σπίθες αγκαλιάζουν την πλατεία κι όταν χορταίνει το κακό καταλήγει σε μια ήρεμη, ήσυχη, στάχτη. Εκεί στ’ αποκαΐδια πάνω, οι τέσσερις εξαιρετικοί ηθοποιοί της παράστασης υποκλίνονται στο κοινό και η αίθουσα με τη σειρά της υποκλίνεται σ’ αυτούς. Και σε κείνους που έχτισαν αυτό το οικοδόμημα τέχνης ή, αν θέλετε, αυτό το ενενηντάλεπτο κατηχητικό.
Αν και η μεταφορά στο θέατρο πραγματικών γεγονότων, όπως αυτό του 2005 στην ελληνική επαρχία, με τα τόσο έντονα στοιχεία ναρκισσισμού και αγωνίας που εμφανίστηκαν στην τηλεόραση, είναι δύσκολη και προκλητική, εντούτοις, ο Γιώργος Χριστοδούλου κατάφερε να δομήσει ένα κείμενο γεμάτο δύναμη και εκφραστικότητα, που ίσως στην αρχή ξαφνιάζει τον απροετοίμαστο θεατή με την προσέγγιση του, αλλά σύντομα τον απορροφά απόλυτα. Τον καθιστά «ένορκο» απέναντι στον αυτουργό, τον αναγκάζει να ερευνήσει τον εσωτερικό του κόσμο, να ανιχνεύσει θέσεις και αντιθέσεις του στο ζήτημα της συνέργειας του αυτόπτη ή αυτήκοου μάρτυρα, να χρωματίσει την ενσυναίσθησή του με το λευκό της αθωότητας ή το μαύρο της ενοχής.
Η σκηνοθεσία από τον ίδιο τον συγγραφέα δίνει έμφαση στη λεπτομέρεια. Σκηνές εκρηκτικές σε γρήγορους ρυθμούς, θαρρείς ένα δάνειο από το «Σπιρτόκουτο» του Οικονομίδη, σκηνές ένοχης σιωπής που καθηλώνουν τον θεατή, εμβόλιμα βίντεο σε ρόλο επεξηγηματικό, μα και περιγραφικό και κινηματογραφικές σεκάνς που μεγεθύνουν την ουσία, ελληνικά τραγούδια λαϊκά και έντεχνα, θέματα υπαινικτικά για συναισθηματικές καταστάσεις ηρώων και, σαφώς, έξυπνη εκμετάλλευση όλων των χώρων του θέατρου.
Ο συγγραφέας κρατά τα αληθινά γεγονότα και προσθέτει το δικό του μυθοπλαστικό πλαίσιο της οικογένειας του συνεργού, ενώ τα πρόσωπα που παίρνουν μέρος στη δράση είναι ο ίδιος ο δράστης, η μητέρα του θύματος και η σύζυγος του συνεργού.
«Είχα στο μυαλό μου, μελετώντας την υπόθεση, ότι υπάρχει ένα πρόσωπο που μέσα σε ένα βράδυ γίνεται συνεργός σε ένα τέτοιου τύπου έγκλημα από το πουθενά» δηλώνει ο Γιώργος Χριστοδούλου, ο οποίος δεν προσεγγίζει την ιστορία του ούτε από την πλευρά του θύματος ούτε από την πλευρά του θύτη, αλλά μέσα από το πρίσμα του περίγυρου που εμπλέκεται ουσιαστικά σ’ αυτό το ανθρώπινο δράμα.
Θα μπορούσα να χαρακτηρίσω την παράσταση του Γιώργου Χριστοδούλου «διδακτικό θέατρο», επειδή, μέσα από τον ρεαλισμό του αποσκοπεί στο να κατηχήσει το κοινό, καλώντας το να επεξεργαστεί ένα θέμα- πρόβλημα, να κατανοήσει μια νοσηρή κατάσταση (παθογένεια κοινωνίας – βλέπω, σιωπώ, συγκαλύπτω), και να υιοθετήσει μετά τη θέαση μια συγκεκριμένη ηθική ή πολιτική στάση. ΄Άλλωστε η παράσταση προσφέρει με σαφήνεια τη δύναμη του μηνύματος: Γνωρίζω και σιωπώ, είμαι συνεργός!
Η διανομή ευτύχησε στην απόδοση των ερμηνευτών.
Η ερμηνεία ενός ηθοποιού, στο όποιο έργο καλείται να υπηρετήσει, ποικίλει από την προβλεπόμενη, την κανονισμένη υπόκριση από τον σκηνοθέτη -συγγραφέα, μέχρι μια προσωπική μεταφορά, μια πλήρη αναδημιουργία εκ μέρους του ηθοποιού με βάση τις ικανότητές του. Ακριβώς αυτό συμβαίνει στην παράσταση από τον Χρήστο Κοντογεώργη, τον Γιώργο Τριανταφυλλίδη, την Μαρία Προϊστάκη, οι οποίοι αναλαμβάνουν πλήρως την κατασκευή των σημασιών, ώστε η ερμηνεία τους δε συνιστά μια δεύτερη γλώσσα, αλλά το ίδιο το υλικό του θέματος.
Δυνατή ερμηνεύτρια και η Φανή Παναγιωτίδου στον ρόλο της μητέρας, η οποία μελετημένα αναταράσσει τα ηθικά διλήμματα του συνεργού, ας πούμε ανάμεσα στο οικογενειακό, στο καθαρά συναισθηματικό και στο κοινωνικό καθήκον.
Μέσα στο λευκό κυβιστικό σκηνικό του Αλέξανδρου Γαρνάβου και της Τζίνας Ηλιοπούλου – ένα πεδίο όπου η σιωπή και η έκρηξη αντιμάχονται, ενώ ξεχύνεται από τη γλάστρα στο δάπεδο το χώμα, υπόγειος θανατερός ρύπος βρωμίζοντάς το – το θέμα αναδύεται χωρίς να υποβιβάζεται η παράσταση σε λαϊκό μελό, σε μια σκηνική συνάντηση ρεαλισμού και ντοκουμέντου.
Η μουσική επιμέλεια του Γιάννη Λατουσάκη, ένα «ναΐφ» μοτίβο, ντύνει την παράσταση, ενώ οι φωτισμοί της Ναυσικάς Χριστοδουλάκου ακολουθούν τα συναισθηματικά σκαμπανεβάσματα. Από το φως στο σκοτάδι και τανάπαλι.
Επίλογος
Μέσα από τη γλώσσα του συμμετοχικού θεάτρου, ο θεατής γίνεται ταυτόχρονα και πρωταγωνιστής, που δρα, αλληλεπιδρά και μπορεί να ανατρέψει την αρνητική συνθήκη που του παρουσιάζεται, με στόχο να αναζητηθεί συλλογικά η «λύση» και να προχωρήσει στη συλλογική δράση.
Τα τελευταία χρόνια, οι λέξεις γυναικοκτονία, σεξουαλική κακοποίηση, revenge porn βρίσκονται πλέον καθημερινά στις συζητήσεις όλων μας και ιδιαίτερα των νέων ανθρώπων που βιώνουν την αυξανόμενη βία.
Οφείλουμε, λοιπόν, να δώσουμε διέξοδο σε παλιές και νέες γενιές και να αναπτύξουμε τρόπους αντιμετώπισης και διαχείρισης της κλιμακούμενης έμφυλης βίας και των βαθιά εμπεδωμένων πατριαρχικών συμπεριφορών στην ελληνική κοινωνία.
Το θέατρο, πρωτίστως ως κοινωνικό λειτούργημα και ακολούθως ως ψυχαγωγία, είναι ένας αποτελεσματικός τρόπος κατήχησης.
Το έργο συνεχίζει τις παραστάσεις του στο θέατρο «Επι Κολωνώ»
Συντελεστές
Σκηνοθεσία – κείμενο: Γιώργος Χριστοδούλου
Συμμετοχή στα Βίντεο-Τραγούδι: Αθηνά Σακαλή
Φωτισμοί: Ναυσικά Χριστοδουλάκου
Σκηνικά – Κοστούμια: Αλέξανδρος Γαρνάβος, Τζίνα Ηλιοπούλου
Παίζουν οι ηθοποιοί: Χρήστος Κοντογεώργης, Γιώργος Τριανταφυλλίδης, Μαρία Προϊστάκη, Φανή Παναγιωτίδου
ΠΑΥΛΟΣ ΛΕΜΟΝΤΖΗΣ
Πολιτισμός
«H Tριλογία του Παραθερισμού» του Κάρλο Γκολντόνι από το Κ.Θ.Β.Ε. και τη «bijoux de kant».

Πρόλογος
Κάρλο Γκολντόνι (Βενετία, 25 Φεβρουαρίου 1707 – Παρίσι, 6 Φεβρουαρίου 1793).
Τα έργα που γράφτηκαν, όσο ο συγγραφέας ήταν στην Ιταλία, δεν έχουν θρησκευτικό ή εκκλησιαστικό θέμα ούτε εκφράζουν σκέψεις για το θάνατο ή τη μετάνοια, κάτι που προκαλεί εντύπωση, λόγω της αυστηρής καθολικής ανατροφής του Γκολντόνι. Μετά τη μετοίκησή του στη Γαλλία η θέση του έγινε πιο ξεκάθαρη, καθώς τα έργα του είχαν έντονο αντι-εκκλησιαστικό τόνο και συχνά σατίριζαν την υποκρισία των μοναχών και της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας.
Ο Γκολντόνι ενδιαφερόταν για τις σχέσεις των ανθρώπων μεταξύ τους, τη φιλοσοφία, το κίνημα του Ουμανισμού, ενώ ασκούσε κριτική στην αλαζονεία, στην αδιαλλαξία και την κατάχρηση εξουσίας. Συχνά σατίριζε τους υπερόπτες ευγενείς και τους φτωχούς που δεν είχαν τιμιότητα και αξιοπρέπεια.
Το θεατρικό “Η τριλογία του παραθερισμού” περιλαμβάνει τρία μέρη: “Η μανία του παραθερισμού”, “Οι περιπέτειες του παραθερισμού”, “Το τέλος του παραθερισμού”.
Ένα έργο που, ενώ μαρτυρεί το μακρόχρονο παρελθόν του, περικλείει ταυτόχρονα όλους τους παλμούς του παρόντος. Παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1756.
Η οικονομική διάβρωση της αστικής ευδαιμονίας και η αναπότρεπτη καταφυγή σε ταπεινωτικές λύσεις συναλλαγής, η βαθιά λαχτάρα για αναχώρηση σε έναν τόπο που επιφυλάσσει ανανεωτικές εμπειρίες και η πυρετώδης προετοιμασία για το ταξίδι, η εξοχική έπαυλη όπου περιφέρονται μελαγχολικά πρόσωπα χαρτοπαίζοντας και επικοινωνώντας μεταξύ τους με θραύσματα λόγου και, πάνω απ’ όλα, το ερωτικό γαϊτανάκι, που περιστρέφεται παρασύροντας τους παίχτες σε κωμικοτραγικές εκρήξεις, οδηγούν απευθείας στον Τσέχωφ ( Βυσσινόκηπος, Τρεις αδελφές, Ο Γλάρος, Ο Θείος Βάνιας).
Υπόθεση
Ο Λεονάρντο και η αδελφή του Βιτόρια προετοιμάζονται πυρετωδώς να αναχωρήσουν για την εξοχή. Οι κοινωνικές συμβάσεις επιβάλλουν έναν πολυτελή τρόπο ζωής, στον οποίο όμως δυσκολεύονται να ανταποκριθούν, αφού τα χρέη τους από παλιότερα δάνεια τους έχουν ήδη πνίξει. Αλλά, πώς μπορεί ο Λεονάρντο να μείνει πίσω όταν η αγαπημένη του Τζακίντα αναχωρεί για διακοπές, και μάλιστα έχοντας συντροφιά έναν νεαρό και όμορφο αντεραστή; Η απόφαση για μια πολυέξοδη διαμονή στην εξοχή θα διογκώσει ακόμη περισσότερο τα οικονομικά τους προβλήματα και θα τους οδηγήσει στο δρόμο του συμβιβασμού.
Με άφθονο χιούμορ και πικρή ειρωνεία, ο Βενετός δραματουργός καυτηριάζει το πάθος των συμπατριωτών του για αυτοπροβολή μέσω του πολυτελούς παραθερισμού, χαρακτηρίζοντάς το «μανία και διαταραχή». Όμως, από τα μέσα του 18ου αιώνα, εποχή που γράφτηκε η «Τριλογία του παραθερισμού», μέχρι τις μέρες μας, ορισμένες νοοτροπίες παραμένουν ίδιες, υπονομεύοντας διαχρονικά την αξιοπρέπεια και ταπεινώνοντας την ανθρώπινη υπόσταση.
Ανάγνωση
Ο Κάρλο Γκολντόνι, στα τρία έργα που αποτελούν την “Τριλογία του παραθερισμού “, καυτηριάζει με άφθονο χιούμορ και πικρή ειρωνεία το πάθος των συμπατριωτών του για προβολή και κοινωνική αναγνώριση.
Νεόπλουτοι της εποχής (18ος αιώνας) αλλά και ξεπεσμένοι αριστοκράτες υφαίνουν το δικό τους γαϊτανάκι ματαιοδοξίας, σε ένα έργο με αποκαλυπτικά επίκαιρες αναφορές.
Ο Ιταλός θεατρικός συγγραφέας σκεφτόταν ήδη να σκηνοθετήσει ο ίδιος τις διασκεδάσεις και τις προσδοκίες όσων φτάνουν σε ευχάριστα, εξοχικά μέρη, έξω από τις χαοτικές πόλεις το 1761.
Αν ο Γκολντόνι ιστορούσε τότε τη μεγαλομανία των πρωτο – αστικών οικογενειών, που έβαζαν τις τελευταίες οικονομίες τους στην πρόσκαιρη διασκέδασή τους, έστω σε ένα σύντομο ταξίδι, σήμερα, όπως φαίνεται, οι συνήθειες των Ιταλών δεν έχουν αλλάξει καθόλου, γιατί όχι και των Ελλήνων, μια και το μεσογειακό ταπεραμέντο αγγίζει και τους δυο λαούς.
Οι τρελές προετοιμασίες που φέρνει μαζί της η αστική αναταραχή, αναδεικνύουν τις υπερβολές τους αλλά και τις απαράδεκτες αδυναμίες τους. Βασικά, σήμερα όπως και τότε, εμφανίζονται με κάθε ευκαιρία οι υπέρ ή υπο- δομές που συνδέονται με το κοινωνικό status: ένα οξύ και πιστό πορτρέτο της αστικής τάξης , καθώς ακολουθεί τη μόδα των διακοπών τυλιγμένο σε ένα πέπλο κοροϊδίας.
Το έργο είναι η ιστορία μιας κάστας ανθρώπων που ζει πέρα από τις δυνατότητές της, σπαταλώντας απρόσεκτα το βιός της με παράλογο τρόπο.
«Η φιλοδοξία των μικρών θέλει να εμφανιστεί με τους μεγάλους, και αυτή είναι η γελοιότητα που προσπάθησα να βάλω σε προοπτική, να τη διορθώσω, αν είναι δυνατόν» , γράφει ο θεατρικός συγγραφέας. Το υλικό που γέννησε την «τριλογία των διακοπών» βασίζεται λοιπόν στην αλήθεια, όπως επισημαίνει στον αναγνώστη ο ίδιος ο συγγραφέας. Η ιδέα ήταν να δώσει ζωή σε τρεις διαδοχικές κωμωδίες: η πρώτη με τίτλο «Οι λαχτάρες για τις διακοπές» και οι τρελές προετοιμασίες της. το δεύτερο «Οι περιπέτειες των διακοπών» για να διηγηθεί την τρελή διαγωγή του και τέλος το τρίτο «Η επιστροφή από τις διακοπές» με τις οδυνηρές συνέπειες που προκύπτουν.
Η παράσταση
Βλέπουμε στη σκηνή «Σωκράτης Καραντινός» του Κ.Θ.Β.Ε. μια κωμωδία με διαχρονικό θέμα, «διαβολεμένη» πλοκή, έξοχα σχεδιασμένους χαρακτήρες, καλπάζοντες διαλόγους και με μια γλώσσα που τσακίζει κόκαλα, όταν μεταφράζεται με μαστοριά τέτοια, που να αναδεικνύει -όπως συνέβη με την άμεση, οικεία, εύληπτη από τον σημερινό θεατή μετάφραση του Γιώργου Δεπάστα – το ποιητικό ήθος, την οικουμενικότητα, διαχρονικότητα αλλά και επικαιρότητα του έργου του Γκολντόνι. Επειδή ο σοφός συγγραφέας και, γιατί όχι, κοινωνιολόγος, σατιρίζοντας τη λαιμαργία για υψηλό βιοτικό επίπεδο κοινών θνητών, την κακογουστιά, την ξιπασιά, την επιτήδευση, την υποκρισία, την ψευτιά, τον συμφεροντολογικό καιροσκοπισμό, τον σνομπισμό, την ψευτοδιανόηση στα σαλόνια της αστικής τάξης της εποχής του, ήξερε ότι τέτοιου είδους ματαιόδοξοι άνθρωποι θα υπάρχουν πάντοτε και παντού.
Ο Γιάννης Σκουρλέτης δημιουργεί, μ’ έναν φρέσκο τρόπο, μια απολαυστική τοιχογραφία εποχής σε ύφος burlesque, με χιούμορ και πικρή ειρωνεία, τονίζοντας και μεγεθύνοντας το πάθος και τη μανία των ξεπεσμένων αριστοκρατών για πολυτελή διαβίωση, προβολή και κοινωνική αναγνώριση. Μια ολόκληρη άρχουσα τάξη αγκιστρωμένη από την κενή ευδαιμονία της, δεν παραιτείται των προνομίων της και συνεχίζει τον τρελό χορό μιας ξέφρενης πολυτελούς ζωής, που έχει φτάσει στο χείλος του γκρεμού, βουλιαγμένη στα χρέη και την απώλεια της οικονομικής της δύναμης. Ακόμα και η καταστροφή, μπορεί να περιμένει «μετά τον παραθερισμό».
Η συνθήκη που επέλεξε για τη δράση είναι επαρχιακό «σκυλάδικο», όπου
«τα λουλούδια από μένα στην κυρία» συνάδουν με τα στραφταλιζέ χρώματα σαν το ασημί, το χρυσαφί, το άλικο των υπογείων, σε σκηνικά και κοστούμια του Κωνσταντίνου Σκουρλέτη, ο οποίος ευθύνεται και για τους ατμοσφαιρικούς φωτισμούς, ενώ η commedia dell’ arte συναντά το σύγχρονο underground – shop σ’ ένα ευφάνταστο σκηνικό γοητευτικής νυχτερινής αμαρτίας, ένα λαϊκό πλατό κάτω από τον υπαινικτικό τίτλο «Τραγωδία». Την αντιλαμβάνεται ο θεατής στο τρίτο μέρος, μετά τον γάμο, όπου οι ήρωες τον θέλουν σύμβολο στέγης της αγάπης τους, ενώ οι θεατές του βάζουν ένα ερωτηματικό.
Έτσι, η πρωτότυπη συνθήκη λειτουργίας μοιάζει πιο ευοίωνη και πιο ικανή να αναπτύξει όλη την ιδέα του 18ου αιώνα στο 2023, μέσα από αυτή.
Ευφυές σκηνοθετικό εύρημα η παρουσία του κερασφόρου από την έναρξη ακόμα, σαν μια παγανιστική μορφή, σαν μια διονυσιακή φιγούρα, ένα δείγμα έκλυσης ηθών ή διαστρέβλωσης της πραγματικότητας με μια ουτοπική «κατάκτηση» ευδαιμονίας.
Πιθανώς, να έλειπε τα τελευταία χρόνια αυτός ο πειραματικός χώρος σύζευξης των παραστατικών τεχνών, ένας χώρος που συστήνει τις τέχνες σε μια πιο χαλαρή ατμόσφαιρα, σαν να πίνεις το ποτό σου. Βλέπεις, λοιπόν, ένα κλασσικό έργο να παριστάνεται σύγχρονα και γνωρίζεις το θέατρο μέσα από τον τρόπο που έχεις μάθει να διασκεδάζεις. Εάν, μάλιστα, αναλογιστούμε πόση επιτυχία είχε παλιότερα η ρεβί – πίστας, και πόσο γερά αντέχουν έως σήμερα τα υπόγεια λαϊκομάγαζα, ακόμη πιο ευχάριστα αποδεχόμαστε το θέαμα που προσφέρει το Κ.Θ.Β.Ε στη σκηνή «Σωκράτης Καραντινός».
Γνωρίζουμε ότι καλός αγωγός ρεύματος είναι το νερό, τα μέταλλα, το ανθρώπινο σώμα. Στην παρούσα παράσταση ο καλός αγωγός είναι η μουσική. Η σκηνοθεσία θέλησε να θυμίζει θρίλερ κόντρα σε ό,τι διαμείβεται στη σκηνή. Έτσι, το μουσικό χαλί του Πάνου Ηλιόπουλου υπαινίσσεται το αντίθετο της κωμωδίας. Μια υπόθεση, ας πούμε, που έχει αγωνία, έχει ανατροπές και είτε το αρέσεις και το αφήνεις να σε συνεπάρει, να σε ταξιδέψει σ’ ένα μυστήριο είτε το απορρίπτεις και αφήνεις τον Μορφέα να σε αγκαλιάσει. Συμβαίνουν και τα δυο, σας διαβεβαιώνω.
Στο πρώτο μέρος απολαμβάνουμε τις ετοιμασίες για το ταξίδι σ’ ένα ρεσιτάλ παρεξηγήσεων, κωμικών ανατροπών κι ένα παιχνίδι γάτας – ποντικού, όπου ο έρωτας, η ζήλεια κι ο ανταγωνισμός έχουν τον πρώτο ρόλο. Στη συνέχεια, αφού μετά από πολλά δεινά πραγματοποιείται η φυγή στην εξοχή, μεταφερόμαστε κι εμείς στη θερινή ραστώνη και στις ανούσιες διασκεδάσεις των βαριεστημένων ευγενών. Ο έρωτας, για ακόμα μια φορά εμφανίζεται στο προσκήνιο, για να επαναπροσδιορίσει τις σχέσεις, όμως την επαναστατική του ορμή αναχαιτίζει ο φόβος της κοινωνικής κατακραυγής.
Στο τελευταίο κομμάτι επιστρέφουμε στο Λιβόρνο, για να παρακολουθήσουμε την αυλαία της γιορτής. Σπίτια σφραγίζονται, περιουσίες έχουν εξαφανιστεί, νέες συμφωνίες προσπαθούν να περισώσουν την όποια αξιοπρέπεια, μακριά όμως από μια πράξη τιμιότητας – η εξιλέωση δεν θα έρθει ποτέ.
Το μέγιστο προσόν της παράστασης είναι οι ερμηνείες των ταλαντούχων ηθοποιών. Ηθοποιοί με γερή θεατρική παιδεία, ασκημένη για τη λεπτομερειακή επεξεργασία του χαρακτήρα του ρόλου τους, του λόγου, της χειρονομίας, της στάσης και της κίνησής τους.
Η εντυπωσιακή Κλειώ- Δανάη Οθωναίου είναι μια κυκλοθυμική Τζακίντα που την κουράζει η ζήλεια του Λεονάρντο (Χρίστος Στυλιανού), έλκεται από την ομορφιά του Γουλιέλμο (Βασίλη Μπεσίρη) και προσπαθεί να αποδείξει στο ταίρι της ότι η αγάπη δεν επιβάλλεται αλλά εμπνέεται και ότι είναι ένα βαθύ συναίσθημα ανεπηρέαστο από εξωγενείς παράγοντες.
Ο εξαιρετικός Χρίστος Στυλιανού, με πανοπλία την ωραία του σκηνική παρουσία και όπλα του την υποκριτική του δεινότητα και την καθαρή του άρθρωση, ελίσσεται επιδέξια ανάμεσα στο ερωτικό πάθος και στην αλαζονική ζήλεια.
Αλλά ο χρωματισμός της κωμωδίας παίρνει πιο σκούρες, πιο νατουραλιστικές αποχρώσεις στο ρομάντζο, στην καρδιά του έργου. Ο συγγραφέας εξερευνά τα συναισθηματικά και πρακτικά προβλήματα του γάμου με μια συμπαθητική ματιά και δημιουργεί στον χαρακτήρα της Τζακίντα ένα πορτρέτο μιας νεαρής γυναίκας ασυνήθιστου βάθους και πολυπλοκότητας για την κωμωδία της περιόδου (ή μάλιστα οποιασδήποτε περιόδου). Περήφανη και έξυπνη, η ηρωίδα βλέπει στον γάμο σαν έναν δρόμο προς την ανεξαρτησία, εάν, φυσικά, μπορεί να γίνει ένα σωστό deal.
O Γιώργος Καύκας καταθέτει την εμπειρία του στον ρόλο του γλοιώδους, κουτσομπόλη Φερντινάντο που, μάλιστα, αρέσκεται να καταπίνει την αλόη που του κερνά ο ευειδής Τονίνο και μαζί με την Άννα Κυριακίδου, ως Σαμπίνα, πλάθουν ένα ευχάριστο δίδυμο.
Υπό την οξυδερκή σκηνοθετική καθοδήγηση του Γιάννη Σκουρλέτη, οι ερμηνείες των εξαιρετικών ηθοποιών του Κ.Θ.Β.Ε. αποκαλύπτουν τα ευάλωτα στοιχεία των χαρακτήρων, όπως τη βαρετή επιμονή του πατέρα σινιόρ Φίλιππο (Δημήτρη Κολοβού) προς τον ευνοούμενό του «γαμπρό» και δήθεν εύπορο Λεονάρντο, την επιπολαιότητα της Βιττόρια, αδερφής του Λεονάρντο ( απολαυστική η Εύα Φρακτοπούλου), το μπρίο της Κοστάντσα, γυναίκας άπληστης, που ονειρεύεται το εύκολο χρήμα ( Σοφία Καλεμκερίδου), την ηθική ακεραιότητα του Φουλτζέντσιο (Δημήτρη Σιακάρα), ο οποίος χαρίζει ιλαρές νότες στο κοινό με τις νουθεσίες του περί άσκοπων δαπανών σε περιττές αγορές.
Στη «φελινική» φιγούρα του υπηρέτη Τσέκο, ο καλός ηθοποιός Χρήστος Νταρακτσής δίνει μια ερμηνεία, που θα μπορούσες να τη χαρακτηρίσεις ως έναν φόρο τιμής στη σπουδαία Σαπφώ Νοταρά.
Ακόμη, συναντάμε τη Ροζίνα της Θεοφανώς Τζαλαβρά, όμορφη αλλά φτωχή, τον όμορφο αμφί Τονίνο, του Κωνσταντίνου Τσονόπουλου και την αξιαγάπητη υπηρέτρια Μπριτζίντα, της υπέροχης Μαίρης Ανδρέου, η οποία αντικατέστησε τάχιστα την απούσα Άννα Ευθυμίου.
Ένας προφανής ρόλος, ως μια χιουμοριστική μολιερική σεκάνς στο τρίτο μέρος , είναι αυτός του μίζερου Μπερναρντίνο, που ερμηνεύεται από τον έμπειρο Κώστα Σαντά.
Κανείς από το σύνολο των ερμηνευτών δεν υστερεί σε απόδοση και τα εύσημα αποδίδονται σε όλους τους συντελεστές γενναιόδωρα, με τα δυνατά χειροκροτήματα των θεατών.
Ο σκηνοθέτης Γιάννης Σκουρλέτης κατάφερε να περιορίσει την τριλογία σε ένα έργο διαχειρίσιμου μήκους, διατηρώντας τη γλώσσα, τη σατιρική κωμωδία, τα θέματα, τη δραματική ροή και την αφήγηση του Γκολντόνι. Η συγκέντρωση των τριών θεατρικών έργων σε μια παράσταση επέτρεψε να παρασταθεί ο επεξηγητικός διάλογος που τα συνέδεε ή που ενίσχυε θέματα, στάσεις ή σχέσεις, όπως είχαν εισαχθεί προηγουμένως. Ωστόσο, παραδόξως, υπάρχουν λίγα πράγματα που χρειάστηκε να αφαιρεθούν – ή να προστεθούν, για το θέμα αυτό – για να μεταφερθεί το έργο σε μια νέα εποχή, περίπου τρεις αιώνες αργότερα.
Επίλογος
Ο Βενετός θεατρικός συγγραφέας Γκολντόνι έγραψε δεκάδες κωμωδίες, τραγωδίες και λιμπρέτα όπερας στη μακρά και διακεκριμένη καριέρα του. Το πιο συχνά αναβιωμένο έργο του, τουλάχιστον στα αγγλικά, είναι πιθανότατα «Ο υπηρέτης των δύο αφεντάδων» (1743), ένα κλασικό έργο που χρησιμοποιεί χαρακτήρες και συμβάσεις της commedia dell’arte.
Όμως ο Γκολντόνι σεβόταν τον Μολιέρο και βρήκε τους τύπους και τη μορφή της κωμωδίας περιοριστικά. Οι μεταγενέστερες κωμωδίες του ώθησαν το ιταλικό θέατρο σε μια πιο ανθρώπινη και στοχαστική κατεύθυνση, με χαρακτήρες βγαλμένους από την κανονική ζωή και σενάρια που απέφευγαν τον αυτοσχεδιασμό και τις γενικές κωμικές φιγούρες.
Έτσι, στην αριστουργηματική «Τριλογία του παραθερισμού», ο Κάρλο Γκολντόνι σατιρίζει, με πικρό χιούμορ και περιπαικτική διάθεση, τα πάθη της ανθρώπινης φύσης, τη σπατάλη, την επιδειξιμανία, την υπερβολή, την αλαζονεία και τον εγωκεντρισμό. Καυτηριάζει, παράλληλα, την επιπόλαιη τάση των ανθρώπων να δανείζονται και να ξοδεύουν δίχως μέτρο, κατάσταση που τους οδηγεί μοιραία στην ηθική κρίση και στην οικονομική καταστροφή.
Εν πολλοίς, ο Γκολντόνι καταφέρνει να συνδυάσει το κοινωνικό υπόβαθρο (την οικογενειακή σφαίρα με τις συζυγικές διαμάχες και τα ξεσπάσματα των ερωτευμένων) με τις ηθικές προεκτάσεις της αστικής κρίσης.
Συντελεστές
Μετάφραση: Γιώργος Δεπάστας
Σκηνοθεσία: Γιάννης Σκουρλέτης
Σκηνικά – Κοστούμια – Φωτισμοί: Κωνσταντίνος Σκουρλέτης
Μουσική: Πάνος Ηλιόπουλος
Δραματουργική Επεξεργασία: Ασημένια Ευθυμίου
Βοηθός σκηνοθέτη: Χριστόφορος Μαριάδης
Βοηθός σκηνογράφου – ενδυματολόγου: Παρασκευή Μποκοβού
Β’ βοηθoί σκηνοθέτη: Αλέξανδρος Ζαφειριάδης, Αθηνά Καμπούρη, Φωτεινή Τιμοθέου
Οργάνωση παραγωγής: Αθανασία Ανδρώνη
Παίζουν: Άννα Ευθυμίου– Μαίρη Ανδρέου (Μπρίτζιντα)
Σοφία Καλεμκερίδου (Κοστάντσα)
Δημήτρης Καρτόκης (Πάολο)
Γιώργος Καύκας (Φερντινάντο)
Δημήτρης Κολοβός (Φιλίππο)
Άννα Κυριακίδου (Σαμπίνα)
Φαμπρίτσιο Μούτσο (Τίτα)
Βασίλης Μπεσίρης (Γκουλιέλμο)
Χρίστος Νταρακτσής (Τσέκο)
Κλειώ Δανάη Οθωναίου (Τζακίντα)
Κώστας Σαντάς (Μπερναρντίνο)
Δημήτρης Σιακάρας (Φουλτζέντσιο)
Χρίστος Στυλιανού (Λεονάρντο)
Θεοφανώ Τζαλαβρά (Ροζίνα)
Κωνσταντίνος Τσονόπουλος (Τονίνο)
Εύα Φρακτοπούλου (Βιττόρια)
Φιγκυράν-Μουσικός: Γιώργος Κωνσταντινίδης (Πασκουάλε)
* Η παράσταση είναι κατάλληλη για θεατές άνω των 16 ετών
ΠΑΥΛΟΣ ΛΕΜΟΝΤΖΗΣ
Πολιτισμός
COSMOPOLIS Festival: Ανοιχτή Πρόσκληση προς Καλλιτέχνες & Φορείς

Το Cosmopolis Festival, ολοκλήρωσε τον απολογισμό για το 2022, με αυξημένη κινητικότητα και ανταπόκριση κοινού, με 30.000 και πλέον θεατές στο σύνολο να έχουν επισκεφτεί τις 91 δράσεις, που πραγματοποιήθηκαν στη διάρκεια Ιούλιου-Δεκεμβρίου 2022.
Με 453 προσκεκλημένους καλλιτέχνες από 27 διαφορετικές χώρες, κατάφερε να αναδείξει τον κοσμοπολίτικο χαρακτήρα της πόλης αλλά και του ίδιου του φεστιβάλ, το οποίο για το 2023 μας υπόσχεται ένα ανανεωμένο πρόγραμμα με στόχο την εξωστρέφεια και τη συμμετοχικότητα.
Στο πλαίσιο προετοιμασίας του καλλιτεχνικού προγράμματος του 2023, το Cosmopolis festival προσκαλεί όλους τους ενδιαφερόμενους (καλλιτέχνες & φορείς πολιτισμού) να υποβάλλουν τις προτάσεις τους από σήμερα. Τις φόρμες συμμετοχής μπορείτε να τις βρείτε πατώντας EΔΩ
Καλή επιτυχία!
Προτεινόμενα
-
Νέα Θάσου2 έτη ago
Προκήρυξη Διεθνούς Διαγωνισμού Ποίησης εις Μνήμη του Πρωτοπρεσβύτερου Ποιητή Γεωργίου Ι. Διαμαντόπουλου. Με θέμα ꓽ «Υπάρχουν Άνθρωποι»
-
Νέα Θάσου2 έτη ago
Θάσος: Αναστέλλεται η λειτουργία σχολικών τμημάτων και του «Θεαγένη»
-
Νέα Θάσου2 έτη ago
Ο Δήμαρχος Θάσου για το πρόγραμμα ενίσχυσης επιχειρήσεων της ΑΜΘ με την διαδικασία της μη επιστρεπτέας προκαταβολής
-
Καβάλα2 έτη ago
Καμπανάκι για την μείωση των δρομολογίων στη γραμμή Πρίνος-Καβάλα
-
Νέα Θάσου2 έτη ago
Χορωδίες δήμου θάσου 2020
-
Νέα Θάσου2 έτη ago
Ο Δήμος Θάσου κοντά στον πολίτη, δίνει χρήσιμες συμβουλές για την εξοικονόμηση ενέργειας
-
Νέα Θάσου2 έτη ago
Ξεκινούν οι εγγραφές στην Παιδική Θεατρική Σκηνή του Δήμου Θάσου
-
Ελλάδα2 έτη ago
Σε κακούργημα μετατρέπεται το αδίκημα βασανισμού των ζώων
You must be logged in to post a comment Login