Connect with us

Πολιτισμός

Χρήστος Κεραμίδης:  Ένας ακάματος εργάτης του λόγου και του πνεύματος

Χρήστος-Κεραμίδης:- Ένας-ακάματος-εργάτης-του-λόγου-και-του-πνεύματος

ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ ΛΕΜΟΝΤΖΗ

Ο Χρήστος Κεραμίδης (Καβάλα1947) είναι Έλληνας ποιητής και λογοτέχνης.

Οι γονείς του Χρήστου Κεραμίδη ήταν πρόσφυγες από τον Πόντο. Έχασε τον πατέρα του στην ηλικία των πέντε ετών, γεγονός που σημάδεψε την μετέπειτα ζωή του. Σπούδασε στη Θεσσαλονίκη, στην Ανωτέρα Σχολή Υπομηχανικών. Στη συνέχεια, εγκαταστάθηκε στη γενέτειρά του Καβάλα, όπου και παραμένει μέχρι σήμερα. Εργάστηκε ως μελετητής και επιβλέπων στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα. Είναι παντρεμένος και έχει δύο παιδιά.

Στα γράμματα πρωτοεμφανίστηκε το 1994, δημοσιεύοντας το ποίημα Επιστροφή στα χαμένα οράματα στην τοπική εφημερίδα της Καβάλας Εβδόμη. Η πρώτη του ποιητική συλλογή Ταξιδευτές, τυπώθηκε στην Καβάλα το 1995.

 Συνεργάστηκε με τις τοπικές εφημερίδες δημοσιεύοντας τα πρώτα του ποιήματα. Αργότερα δημοσίευσε ποιήματά του στα περιοδικά ΠαρέμβασηΠερίπλουςΓιατίΠόρφυρας και Fractal. Το ποίημά του Αόρατοι Στόχοι (από τη συλλογή Δρόμοι της βροχής) τιμήθηκε από τη Νέα Κίνηση Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης (1999). Το ποίημα Ερωτικό (από τη συλλογή Ο Αύγουστος που περιμένω) ανθολογήθηκε στο Ποιητικό ημερολόγιο 2018. Συμμετείχε στο συλλογικό έργο, Παλίμψηστο Καβάλας (2009) με το ποίημα Χαμένες Μουσικές. Το ποίημα Αναζήτηση ανθολογήθηκε στο Καλλιτεχνικό Ημερολόγιο 2020. Ποιήματά του έχουν δημοσιευτεί σε διάφορα περιοδικά και έχει εκδώσει διάφορες ποιητικές συλλογές.

Η ποίησή του είναι κυρίως εξομολογητική – απολογητική και βιωματική, με εικόνες. Το ερωτικό στοιχείο επηρέασε έντονα τον ποιητικό του τρόπο γραφής, και, σύμφωνα με τον φιλόλογο-ποιητή Χρήστο Τσελεπή, «Η εσωτερική αναζήτηση είναι συχνή στην ποίησή του, δεμένη κάποτε με μια διάθεση εξωτερίκευσης σκέψεων και συναισθημάτων, ώστε να γίνεται πιο άμεσα κοινωνός ο κάθε αναγνώστης και ο κάθε συνάνθρωπος».

Ποίηση

«Ταξιδευτές», Καβάλα 1995,

«Στα πέλαγα του ονείρου», Καβάλα 1996,

«Δρόμοι της βροχής», Θεσσαλονίκη 1998,

«Τελευταία υπόσχεση», εκδόσεις “Στοχαστής”, Αθήνα 2001, ISBN 960-303-112-7ISBN 978-960-303-112-3,

«Ο Αύγουστος που περιμένω», εκδόσεις “Στοχαστής”, Αθήνα 2016, ISBN 978-960-303-233-5.

«Ένα ποτάμι φως», εκδόσεις “Στοχαστής”, Αθήνα 2018, ISBN 978-960-303-254-0

«Παράκτιες διαδρομές», εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα 2020, ISBN 978- 960-04- 5065-1

«Βόρεια ακρωτήρια», εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα 2021, ISBN 978- 960- 04- 5193- 1

«Ταξίδευαν με τα κύματα», εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα 2023, ISBN: 978-960-04-5415-4

Πεζογραφία

Μικρά αφηγήματα και διηγήματα δημοσιευμένα στα διαδικτυακά περιοδικά Fractal, Με ανοιχτά βιβλία, Περί ου, Ποείν και άλλα.

Συμμετοχή σε συλλογικά έργα

«Παλίμψηστο Καβάλας, “Εκδόσεις Καστανιώτη”, Αθήνα 2009, ISBN 978-960-03-4865-1.

Πηγές-αναφορές

Ποιητικό ημερολόγιο 2018. Ετήσια έκδοση: 23ος χρόνος, ανθολόγηση & επιμέλεια: Γιάννης Κορίδης, εκδόσεις “Ιωλκός”, Αθήνα 2017, ISBN 978-960-426-939-6.

Χρήστος Κεραμίδης, “Ο μπάρμπα-Γιάννης ο ψαράς”, από την ιστοσελίδα: www.poiein.gr

Γεράσιμος Δενδρινός, «Χρήστος Κεραμίδης: Ο Καβαλιώτης Ποιητής της Σεμνότητας, 03/05/2017, από την ιστοσελίδα: fractalart.gr του περιοδικού “fractal”.

Γεράσιμος Δενδρινός, «Χρήστος Κεραμίδης: “Γνωμικά”», 07/06/2017, από την ιστοσελίδα: fractalart.gr του περιοδικού “fractal”.

Κείμενα Χρήστου Κεραμίδη, από την ιστοσελίδα: fractalart.gr του περιοδικού “fractal”.

Μάριον Χωρεάνθη, κριτική στο περιοδικό fractal για το τελευταίο βιβλίο του,”Ο Αύγουστος που περιμένω”, “Από το καλοκαίρι στο Φθινόπωρο”, 18/10/2017

Ελπιδοφόρος Ιντζέμπελης, συνέντευξη στην εφημερίδα Μαχητής της Άρτας, 14 Οκτωβρίου 2016

“Μιλώντας ποιητικά”. Κριτική της φιλολόγου- ποιήτριας Μαρίας Σαββίδου για το ποίημα “ο Τόπος μου”( από τη συλλογή, Στα πέλαγα του ονείρου,1995) στην Περιοδική Έκδοση του Συλλόγου Μικρασιατών Καβάλας “Μνήμη Μικράς Ασίας”, Μάϊος 2014

Φαίδρα Ζαμπαθά-Παγουλάτου, «Χρήστου Κεραμίδη: “Στα Πέλαγα του Ονείρου”», 16/01/1997, (βιβλιοκριτική-παρουσίαση), από την ιστοσελίδα: www.rizospastis.gr της εφημερίδας Ριζοσπάστης.

Γιάννης Καραβίδας, «Χρήστος Κεραμίδης: “Δρόμοι της βροχής”», 13/01/2000, (βιβλιοκριτική-παρουσίαση), από την ιστοσελίδα: www.rizospastis.gr της εφημερίδας Ριζοσπάστης.

Εφημερίδα “Αυγή”. Δημοσίευση κριτικού κειμένου για την ποιητική συλλογή “Ένα ποτάμι φως” στη στήλη Πολιτισμός- βιβλίο. Δημοσίευση: 03 Μαΐου 2019.

Εφημερίδα “Ριζοσπάστης”. Δημοσίευση κριτικού κειμένου για την ποιητική συλλογή ” Ένα ποτάμι φως” στη σελίδα Πολιτισμός. Δημοσίευση 10 Δεκεμβρίου 2019

Εφημερίδα “Η ΓΝΩΜΗ” (ΕΒΔΟΜΑΔΙΑΙΑ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΠΑΤΡΩΝ). Δημοσίευση κριτικού κειμένου, από τη φιλόλογο και ποιήτρια Νικολέτα Κατσιδήμα, για το βιβλίο “Παράκτιες διαδρομές”, εκδόσεις Κέδρος. Δημοσίευση: 25 Μαΐου 2020

Περιοδικό “Οδός Πανός” (τχ. 188). Δημοσίευση κριτικού κειμένου από την ποιήτρια και έγκριτη κριτικό, κυρία Διώνη Δημητριάδου, για το βιβλίο “Παράκτιες διαδρομές”, εκδόσεις Κέδρος, δημοσίευση: Αύγουστος 2020

Περιοδικό “Οδός Πανός” (τχ. 194). Δημοσίευση κριτικού κειμένου από την ποιήτρια και έγκριτη κριτικό, κυρία Διώνη Δημητριάδου, για το βιβλίο “Βόρεια ακρωτήρια”, εκδόσεις Κέδρος, δημοσίευση: Απρίλιος 2022

Εφημερίδα της ομογένειας της Νέας Υόρκης, Εθνικός κήρυκας. Δημοσίευση στις 4/6/2022 από την δημοσιογράφο Γιάννα Κατσαγιώργη, στη σελίδα του πολιτισμού, που αφορούσε το λογοτεχνικό μου έργο.

Ο Χρήστος Κεραμίδης μου χάρισε την τελευταία του ποιητική συλλογή «Ταξίδευαν με τα κύματα». Υπερδημιουργικός, συνεχίζει να γράφει ακατάπαυστα, εμπνέεται από την πόλη, από τους ανθρώπους της, από τα τοπωνυμία, από το παρελθόν, από το παρόν, από βιωματικές διαδρομές του κι από τη φύση.

 Είναι ποιητής και λογοτέχνης. Στίχοι και πεζά κείμενα που μιλούν στην ψυχή, που συγκινούν, που ταξιδεύουν τον αναγνώστη σε δικά του μονοπάτια και λεωφόρους, εφόσον βρίσκει τον εαυτό του σε αρκετά από τα έργα του.

Πιο σίγουρος ο Κεραμίδης στην πρόσφατη συλλογή του, για τον εαυτό του, πιο έμπειρος στη χρήση των εκφραστικών του μέσων, μπορεί πλέον να μιλάει για το παρόν με την ίδια ευκολία και πιστότητα στις αλληγορίες του παρελθόντος, αλλά με περίσσια, πια, μεστότητα. Οπότε, ο ήδη γνωστός ποιητικός του χώρος, αποκαλύπτεται ακόμη καθαρότερα, κατοικημένος από τη μοναξιά, την έλλειψη επικοινωνίας, την οδύνη, την απόγνωση και το πείσμα, αλλά και τη νοσταλγία, την αγάπη στα περασμένα, στη νιότη που την έζησε στη φύση, δίπλα στη θάλασσα, μέσα στη χερσόνησο της Παναγίας, πλάι στις καπναποθήκες του Κέντρου και κάτω από τα φώτα της πόλης, αλλά και των φάρων.

Ο ποιητικός κόσμος του Κεραμίδη κείται στο μεταίχμιο της διαπάλης τού έξω με το μέσα, είναι το στραπατσαρισμένο δέρμα, η ηχηρή φωνή των λεξεων, τα θολωμένα μάτια.

Η άρθρωσή του, το ξεδίπλωμά του, η εκφορά του είναι η άμυνα του ποιητικού υποκειμένου, η δήλωση της πρόθεσής του να μην εγκαταλείψει τη μάχη με τον χρόνο. Γι’ αυτό και είναι ενεργός πολίτης με τον τρόπο του, δημιουργικός με την πένα του και παρών με το πνεύμα του.

Δια της γραφής γεμίζει την απουσία, μιλάει τη σιωπή, καλύπτει τον μέσα κόσμο, ώστε λειτουργεί ως νεύμα αντίστασης, ως πειστήριο ύπαρξης, ως εσώτερη, τελικά, ανάγκη. Αλλά την ίδια στιγμή δε διστάζει να παραδεχτεί την αδυναμία του και να απεκδυθεί κάθε ναρκισσισμό, επιτελώντας την καρυωτακική λειτουργία της απομάγευσης, δηλαδή της αποποίησης των βολικών ψευδαισθήσεων και της ευγενούς αυτοπαραπλάνησης. Για παράδειγμα, ακόμη και όταν εκφέρεται σε β΄ πρόσωπο νιώθεις ότι ο αναγνώστης, στον οποίο απευθύνεται, οδεύει προς τα τοπία του, τις σκέψεις του, ταυτίζεται με τη ψυχική του ανάταση ή και απογοήτευσή του και ότι η καρέκλα του είναι διαθέσιμη για κείνον.

Θέλω με αυτό να πω ότι ο Χρήστος Κεραμίδης δε χαρίζεται στην ευκολία κάποιων ψηγμάτων αισιοδοξίας, δεν προβαίνει σε εκπτώσεις για να αρέσει, δεν προδίδει τίποτα απ’ όσα κομίζει. Εδώ ακριβώς είναι, νομίζω, η μεγαλύτερη αρετή τούτης της συλλογής: λέω, για το ήθος και την εντιμότητά της από άποψη και θεματική και υφολογική, εν ολίγοις από άποψη αισθητική:

 Δρόμοι της καρδιάς

Κι αν έχεις στερέψει, φίλε ποιητή,

Μη θλίβεσαι.

Ξέχνα τους λεκτικούς σου ακροβατισμούς.

Τις φραστικές ανακολουθίες.

Ταξίδεψε στους δρόμους της καρδιάς.

Κάνε την ίδια τη ζωή σου ποίημα.

Το ίδιο μετράει..

Ίσως και περισσότερο.

 ΠΑΥΛΟΣ ΛΕΜΟΝΤΖΗΣ

Πηγή: KavalaWebNews

Continue Reading
Advertisement
Click to comment

You must be logged in to post a comment Login

Leave a Reply

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Πολιτισμός

ΔΗΠΕΘΕ: Ματαιώνεται η παράσταση «Ρίτα»

ΔΗΠΕΘΕ:-Ματαιώνεται-η-παράσταση-«Ρίτα»

Πηγή: KavalaWebNews

Continue Reading

Πολιτισμός

Διακρίσεις μαθητών του Δημοτικού Ωδείου Καβάλας σε Διαγωνισμό Σαξοφώνου

Διακρίσεις-μαθητών-του-Δημοτικού-Ωδείου-Καβάλας-σε-Διαγωνισμό-Σαξοφώνου

Σημαντικές ήταν οι διακρίσεις που πέτυχαν οι ταλαντούχοι μαθητές του Δημοτικού Ωδείου Καβάλας στο Διεθνή Διαγωνισμό Σαξοφώνου, ο οποίος πραγματοποιήθηκε στην Λάρισα από τις 12 έως 14 Απριλίου και στον οποίο συμμετείχαν παιδιά όλων των ηλικιών από την Ελλάδα και το εξωτερικό.

Συγκεκριμένα, ο μαθητής Ντόρφμαν Γιάννης, ο οποίος διαγωνίστηκε στην Α΄ κατηγορία – Προκαταρκτική απέσπασε το 3ο Βραβείο. Επίσης, ο Μάρκος Κούνιας (Α΄ κατηγορία – Προκαταρκτική) και ο Ανδρέας Καλιαμπάκας (Β΄ κατηγορία – Κατωτέρα), όλοι μαθητές της τάξης Σαξοφώνου της Πωλίνας Κατσαβούνη    έλαβαν  έπαινο για το παίξιμό τους .

Θερμά συγχαρητήρια στους μαθητές, τους γονείς και στην καθηγήτρια  για τις επιτυχίες αυτές.  Ευχόμαστε σε όλους ακόμη μεγαλύτερες διακρίσεις και ελπίζουμε ότι με την πορεία και την πρόοδό τους θα προσφέρουν ισχυρό κίνητρο στους συμμαθητές τους!

Ο Αντιδήμαρχος Πολιτισμού,

διά βίου μάθησης και Μουσικής Εκπαίδευσης

Απόστολος Μουμτσάκης

Πηγή: KavalaWebNews

Continue Reading

Πολιτισμός

«ΤΟ ΓΑΛΑ» του Βασίλη Κατσικονούρη στο «Αντιγόνη Βαλάκου»

«ΤΟ-ΓΑΛΑ»-του-Βασίλη-Κατσικονούρη-στο-«Αντιγόνη-Βαλάκου»

ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΥΛΟ ΛΕΜΟΝΤΖΗ

Πολυπαιγμένο και πολυμεταφρασμένο, γραμμένο το 2003, «Το γάλα» του Βασίλη Κατσικονούρη έκανε και διεθνή καριέρα. Είναι ένα από τα καλύτερα και μεστότερα νεοελληνικά έργα.

Πρωτοπαίχτηκε στη Νέα Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου, σε σκηνοθεσία Νίκου Μαστοράκη την περίοδο 2005-2006, επί προεδρίας του αείμνηστου Νίκου Κούρκουλου, για να συνεχιστεί και την αμέσως επόμενη σαιζόν, λόγω της πολύ μεγάλης επιτυχίας του.

Το έργο είναι μεταφρασμένο στα αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, σερβικά και πολωνικά.

 “Ξένος εδώ, ξένος κ’ εκεί, κι όπου κι αν πάω ξένος

Το γάλα, λέει ο συγγραφέας στο βιβλίο του, στα ρωσικά λέγεται «μαλακό». Έτσι, περίεργα, μια άλλη ελληνική λέξη, σπαρμένη μέσα σε μια άλλη γλώσσα, δίνει εκεί, στο ξένο χωράφι, πολύ πιο άμεσα και ανάγλυφα την αίσθηση του πράγματος, απ’ ότι η αντίστοιχη που το ονοματίζει στα ελληνικά.

Γι’ αυτήν ακριβώς την αίσθηση θέλει να μιλήσει «Το γάλα» του Βασίλη Κατσικονούρη και οι ήρωες του.

Μια οικογένεια από την πρώην Σοβιετική Ένωση – μητέρα με δύο γιούς – ο ένας εκ των οποίων πάσχει από σχιζοφρένεια, προσπαθεί να προσαρμοσθεί και να επιβιώσει στην Ελλάδα. Η απόγνωση της μάνας και ο ψυχικός σπαραγμός της για την ασθένεια του μικρού της γιού, παράλληλα με τον φόβο που προέρχεται από τον κοινωνικό ρατσισμό του περιβάλλοντός της, παρουσιάζονται με σπαρακτικό τρόπο.

Η βία διαδέχεται και εναλλάσσεται με την τρυφερότητα, η ένταση με τη γαλήνη, η απελπισία με την ελπίδα, το όνειρο με τον εφιάλτη, η πραγματικότητα με την ψευδαίσθηση και αντιστρόφως. 

Πρόκειται για μια συγκλονιστική οικογενειακή ιστορία, όπου φωτίζεται δεξιοτεχνικά από τον συγγραφέα ο συναισθηματικός κόσμος των ηρώων και οι ανησυχίες τους, όπως αυτές πηγάζουν μέσα από το κοινωνικό τους περιβάλλον, αλλά κυρίως φωτίζεται η αίσθηση που έχει ο καθένας ήρωας, πως όλα μέσα του μαλακώνουν και ζεσταίνονται, όταν σταματάει πια να κλαίει και να πονάει, καθώς δέχεται μια πρόσκαιρη ανακούφιση. Κι όταν αυτή λιγώνεται, τότε νιώθει ξένος. Σαν πρόσφυγας ανάμεσα σε δυο πατρίδες. Ξένες κι αυτές.

Τη σκηνοθεσία υπογράφουν ο Μάνος Καρατζογιάννης, με μακρά γόνιμη θητεία στο ελληνικό έργο και η Ερμίνα Κυριαζή, η οποία σκηνοθέτησε την περασμένη σαιζόν και το πιο πρόσφατο έργο του Βασίλη Κατσικονούρη το: «Τσιτάχ. Η ερημιά του τερματοφύλακα».

Η παράσταση αφιερώνεται στη μνήμη του Κωνσταντίνου Παπαχρόνη, ο οποίος ήταν ο πρώτος που ερμήνευσε το ρόλο του Λευτέρη, το 2006, στην παράσταση του Εθνικού Θεάτρου.

Πιο αναλυτικά, μια ολιγομελής οικογένεια ομογενών από την πρώην Σοβιετική Ένωση, όπου ζούσε εκεί μια τσακισμένη ζωή σε ταραγμένα χρόνια, ερείπια επί ερειπίων ο τόπος γύρω τους, ήρθε και μπήκαν όλοι τους σ’ ένα καζάνι που έβραζε. ΄Ήρθαν στην Ελλάδα μαζί με πολλούς άλλους τη δεκαετία του 1990 και σπιτώθηκαν σ’ ένα ημιυπόγειο διαμέρισμα μιας χαμο- γειτονιάς.

 Τα μέλη: η μητέρα Ρήνα και οι δυο της γιοί, ο Αντώνης και ο Λευτέρης, ο οποίος πάσχει από μιας μορφής σχιζοφρένεια, ενώ ο πατέρας έχει πεθάνει από χρόνια.

Ο πρωτότοκος γιος, ο Αντώνης, θέλει πάση θυσία και με οποιοδήποτε τίμημα να ενσωματωθεί στη νέα πατρίδα του. Μιλάει μόνο Ελληνικά, θέλει να ξεχάσει τα Ρωσικά, τρώει μόνο ελληνικά φαγητά, δεν έχει κανένα μετανάστη φίλο, προσεταιρίζεται τους Έλληνες, γίνεται αποδεκτός από αυτούς και προσπαθεί να δρέψει τους καρπούς της ελληνοποίησής του.

Αντίθετα, ο μικρότερος, ο Λευτέρης, αρνείται να ενσωματωθεί στην νέα του πατρίδα. Τραγουδάει ρωσικά τραγούδια, μιλάει στα ρωσικά, τρώει ρωσικά φαγητά και αναπολεί διαρκώς τον τρόπο ζωής τους στην Τιφλίδα. Η σχιζοφρένειά του λειτουργεί και αυτή σε ένα άλλο επίπεδο, σαν άρνηση ενσωμάτωσης στα πρότυπα και τις επιταγές της ελληνικής κοινωνίας.

Αυτές οι διαφορές των δυο αδερφών είναι η αιτία των συνεχόμενων καυγάδων που διασαλεύουν την ηρεμία και τη γαλήνη του σπιτιού. Ο Αντώνης απαιτεί τρόπους συμπεριφοράς που ο Λευτέρης αρνείται και η σύγκρουση είναι μόνιμη.

 Ανάμεσά τους η μάνα, που η συμπεριφορά της εμπεριέχει τις εκ διαμέτρου αντίθετες θεάσεις της πραγματικότητας. Θέλει να ενσωματωθεί στην ελληνική κοινωνία αλλά δεν εμπιστεύεται τους Έλληνες. Θέλει να ξεχάσει το παρελθόν αλλά το αναπολεί συνέχεια. Επαινεί τον Αντώνη για την αποφασιστικότητά του, αλλά προστατεύει τον άρρωστο Λευτέρη από τη χλεύη, όμως δε θέλει να τον στείλει στο ψυχιατρείο.

Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, ο Αντώνης, έχοντας εδώ και καιρό αποφασίσει να διαγράψει το παρελθόν του στην Τιφλίδα και, ταυτόχρονα, να απομακρυνθεί από μια οικογενειακή ζωή που του είναι βάρος και ντροπή, βρίσκει δουλειά σε ένα βενζινάδικο στη Λάρισα. Εκεί συναντά στο πρόσωπο της κόρης του ιδιοκτήτη, την μελλοντική σύζυγό του, αλλά και την ευκαιρία της κοινωνικής και οικονομικής ανόδου.

 Έτσι, επισκέπτεται την οικογένεια στην Αθήνα για να της ανακοινώσει τα ευχάριστα νέα τού γάμου. Επί πλέον, επειδή θα φέρει την μέλλουσα σύζυγο να τους τη γνωρίσει, τη Νατάσα, θέλει να εξασφαλίσει την ήσυχη και κόσμια συμπεριφορά του Λευτέρη.

Πράγματι, η πρώτη συνάντηση είναι ενθαρρυντική, με την κοπέλα να αντιμετωπίζει τον Λευτέρη με συμπάθεια και φιλική διάθεση. Μάλιστα, τις επόμενες ημέρες κάνουν παρέα και δένονται σιγά – σιγά. Όμως, η παρουσία της Νατάσας στο σπίτι μαζί με τον Λευτέρη και χωρίς την παρουσία κανενός άλλου, υποδαυλίζει τα ανοργάνωτα σεξουαλικά ένστικτα του νεαρού, ο οποίος προχωρά σε σεξουαλική παρενόχληση και αναγκάζει τη φοβισμένη κοπέλα να δραπετεύσει από το σπίτι.

Αυτή η εξέλιξη των πραγμάτων θα σταθεί μοιραία για την πορεία της οικογένειας. Ο Αντώνης αρνείται οποιαδήποτε επαφή πλέον με τον Λευτέρη και τη μητέρα του, με αποτέλεσμα μάνα και μικρός γιός να μείνουν μόνοι, σε ένα σύμπαν που το γεμίζει η νοσταλγία για το παλιό και ο φόβος για το μέλλον.

Όταν η μητέρα πεθαίνει, ο Αντώνης αναλαμβάνει να επιλέξει τη μοίρα του αδερφού του. Δεν επιτρέπει σε κανένα εμπόδιο να του καταστρέψει την πορεία που έχει δώσει στη ζωή του κι ο εγκλεισμός του Λευτέρη στο ψυχιατρείο είναι η μόνη επιλογή. 

Όπως έχει πει ο συγγραφέας «Θα ήθελα τα έργα μου να λειτουργούν σαν ένα ισχυρό αντίδοτο απέναντι στις παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας και κατ’ επέκταση της ελληνικής οικογένειας. Να καταδεικνύουν την πάλη ανάμεσα στο άλγος της μνήμης και το άγος της λήθης», έτσι και τα δυο αδέρφια συμβολίζουν και εκφράζουν αυτόν το διπλό ψυχικό πόνο: Ο μεν Αντώνης το άγος της λήθης, ο δε Λευτέρης το άλγος της μνήμης.

Το έργο θεωρείται ένα από τα πλέον εμβληματικά του σύγχρονου ελληνικού δραματολογίου και τον χαρακτηρισμό αυτό δεν τον ενισχύουν μόνο οι θεματικές, που εξακολουθούν να αφορούν άμεσα τον θεατή, αλλά η αρραγής δομή της πλοκής, οι διαστρωματώσεις που φωτίζουν τα χαρακτηριστικά των δραματικών προσώπων, ο καίριος συγχρωτισμός μεταξύ δηκτικού χιούμορ και ανέσπερης ευαισθησίας, η ευγενής και κοπιώδης πρόθεση να συγκεραστεί το ανοίκειο με την αποδοχή του.

Πρόκειται για ένα έργο-ηχηρό χαστούκι στον εφησυχασμό μας, μπροστά σ’ αυτά που συμβαίνουν στη διπλανή μας πόρτα και στην πίσω αυλή του σπιτιού μας. Ένα έργο ζωντανό και σπαρακτικό, γραμμένο από έναν γνώστη της ανθρώπινης ψυχής, που διψά για ελευθερία, όμως την τσαλακώνει η ανάγκη. Ένα έργο που μας βλέπει κατάματα και πρέπει οι θεατές με τη σειρά μας, να το δούμε με τα μάτια της ψυχής.

Οι διορατικοί συν- σκηνοθέτες Μάνος Καρατζογιάννης και Ερμίνα Κυριαζή υποστήριξαν, με την επαγγελματική τους οξυδέρκεια και την πνευματική τους διαύγεια, το τρίγωνο των δυνάμεων που αναπτύσσεται στο κείμενο και διαρθρώνεται κλιμακωτά μέσα από τη σκιαγράφηση των ηρώων: μνήμη-σώμα-ετερότητα. Πετυχαίνουν να προβάλουν την αξία και την εμβέλεια του δραματικού ιστού, με έμπνευση, χωρίς καμία υπερβολή, ακρότητα ή αστοχία και με σεβασμό στην καταιγιστική πλοκή. Έτσι, οι νοηματικοί κώδικες είναι ευανάγνωστοι, πλήρεις συναρπαστικής εικονοποιίας και εσωτερικού προβληματισμού.

Και οι τρεις δραματικοί χαρακτήρες έχουν ισχυρή τη μνήμη, που φέρει την ταυτότητα του ξένου, ο οποίος, όπου κι αν βρίσκεται παραμένει,κατά κάποιο τρόπο, άπατρις: «στη Ρωσία είμαστε γκρέκοι και στην Ελλάδα, Ρώσοι».

 Σημάδια από μια χώρα που θα ήθελαν να ξεχάσουν αλλά είναι ανέφικτο, φράσεις και τραγούδια από μια χώρα, στην οποία προσφεύγει τρυφερά το θυμικό και η λογική, και από την οποία οφείλουν να αποκοπούν για να ενσωματωθούν στη νέα πατρίδα, να επιβιώσουν και να αντλήσουν τη χαρά της αποδοχής, της ένταξης στην κοινότητα που το πρέπον είναι να τους εμπεριέχει και, σε ένα βαθμό, να τους προστατεύει.

Βαθιά συναισθηματική παράσταση, με ένα κείμενο που εμπεριέχει πάρα πολλά ζητήματα, όπως : ρατσισμός, ψυχιατρικές ασθένειες και αντιμετώπισή τους, φτώχεια, εκμετάλλευση, σχέσεις μέσα στην οικογένεια, αίσθημα του μη ανήκειν, βία κ.ά.

Σε ένα λιτό σκηνικό ( Άγγελος Αγγελής), που απεικονίζει εύγλωττα την ένδεια της ζωής της Ρήνας και του Λευτέρη, με τα ταιριαστά λιτά καθημερινά τους ρούχα, σε αντίθεση με τους πάντα καλοντυμένους Αντώνη και Νατάσα, γινόμαστε μάρτυρες ενός δράματος που άπαντες σκεφτόμαστε, ενώ το παρακολουθούμε: «αυτό δε θα καταλήξει καλά». Είναι όλα αυτά τα δίπολα των αντιθέσεων, που μας πείθουν ότι ο αδύναμος θα ακολουθήσει ακόμη μια φορά το «πεπρωμένο» του.

Συγκλονιστικός ο Μάνος Καρατζογιάννης στον ρόλο του Λευτέρη, σε μια ερμηνεία που έχει πολύ εκφραστικότητα (ειδικά στα κομμάτια των μονολόγων για πιο προσωπικά ζητήματα) και ένταση ταυτόχρονα, ενσαρκώνοντας ένα παιδί που γεννήθηκε για να κάνει όνειρα και, μέσα από αυτά, να ελπίζει ότι θα γίνει και το περιβάλλον του καλύτερο, όμως η πραγματικότητα το συντρίβει. Ο εξαιρετικός Μάνος Καρατζογιάννης προσεγγίζει την πικρία και την ψυχική του αδυναμία μέσα από ένα πηγαίο χιούμορ, στο οποίο δεν λείπουν ο αυτοσαρκασμός και η τρυφερότητα. 

 Ομοίως, η μάνα – πολύ καλή η Στέλλα Γκίκα – αποφεύγει τον σκόπελο του μελοδραματισμού, αποδίδει με καθηλωτική απλότητα τις εσωτερικές της συγκρούσεις και επικοινωνεί απόλυτα με τον Δημήτρη Πασσά, ο οποίος δίνει μια αφοπλιστική ερμηνεία στον ρόλο τού φιλόδοξου πρωτότοκου γιου της.

 Η σκηνή που καθηλώνει είναι αυτή του θηλασμού. Το γυναικείο στήθος, ως βιολογικό όργανο και πολιτιστικό «σημείο», έχει διττή υπόσταση: είναι πανανθρώπινη ερωτογενής ζώνη και, ταυτόχρονα, είναι ο ιερός μαστός που τρέφει τα μωρά.

 Από την εμπειρία του θηλασμού έχει περάσει σχεδόν όλη η ανθρωπότητα. Η μάνα Γη τρέφει τα παιδιά της.

Ως πρωταρχικά σύμβολα της μητρότητας: μαστός και γάλα, όπως και αίμα και μήτρα στον τοκετό, περιβάλλονται από την αύρα του μυστηρίου, του ιερού, του απόλυτα σεβαστού.

Γάλα και αίμα είναι τα πρωταρχικά υγρά της ζωής. Τα ομογάλακτα αδέρφια θεωρούνται πραγματικοί αδελφοί: ήπιαν από το ίδιο γάλα και από το ίδιο στήθος.

Κατά τις λαϊκές αντιλήψεις, γυναίκα που να μην έχει δώσει γάλα στο βρέφος δεν είναι σωστή μητέρα, δεν ανταποκρίνεται στον ιδανικό ρόλο του φύλου της, στα ιερά καθήκοντα της μητρότητας.

Ο παλιμπαιδισμός του Λευτέρη συναντά το ανεκπλήρωτο καθήκον της μητέρας του: να τον θηλάσει, να τον αναθρέψει με τα θρεπτικά υγρά του σώματός της, να βυζάξει το μωρό.

 Αυτή η καθηλωτική σκηνή του συμβολικού βυζάγματος είναι «εικόνισμα», επειδή αυτό που δεν έγινε τότε στη Γεωργία, πραγματοποιείται εκ των υστέρων στην Ελλάδα, έστω με συμβολικό τρόπο, στην εφηβεία. Το παιδί ηρεμεί και αποκοιμάται. Ο Λευτέρης δεν έχει γίνει και δε θα γίνει ποτέ άντρας.

Ο Λευτέρης, παρά το όνομά του, δεν ελευθερώνεται ούτε με την αρρώστια του, ούτε με τις βάναυσες εξόδους του, ούτε με τον εγκλεισμό του σε ψυχιατρική κλινική. Η στέρησή του είναι ισόβια και δεν αναπληρώνεται με τίποτε. 

 Ο Βασίλης Κατσικονούρης χειρίζεται με τρόπο κάπως γκροτέσκο, αλλά με πολύ σεβασμό, τον οποίο μεταδίδει και στο κοινό του, μια ιερή εικόνα, χριστιανική και παγανιστική, και ανακαλεί ένα βίωμα πρωταρχικό και αξέχαστο για τον καθένα, και μας γυρίζει στην αρχή της ζωής: στην αίσθηση και τη γεύση του μητρικού γάλατος.

Στον ρόλο της αρραβωνιαστικιάς, η Ελένη Σακκά, μας πείθει πως βλέπουμε ένα κορίτσι από μια μεγάλη πόλη της ελληνικής επαρχίας, με καλοβαλμένη οικογένεια, σπουδές που γίνονται μόνο για το πτυχίο, μια αφέλεια που πηγάζει από την προστασία του σπιτιού που μεγάλωσε και όνειρα που αρχίζουν και τελειώνουν σε έναν όμορφο σύντροφο και στη δημιουργία οικογένειας, που θα της εξασφαλίσει το «μπράβο» του περίγυρου.

Η σκηνοθεσία επέλεξε μια λιτή γραμμή, εστιάζοντας στους χαρακτήρες των τεσσάρων πρωταγωνιστών και ανεβάζοντας μέσα από τους διαλόγους και τις ιστορίες τους την κλιμάκωση της δράσης, με τέτοιον τρόπο, ώστε η παράσταση κρατάει τον θεατή προσηλωμένο σε όλη τη διάρκειά της, αλλά έξυπνα, με ενέσεις χιούμορ, ώστε δημιουργείται μια ατμόσφαιρα ζοφερή μεν, αλλά γνώριμη στον θεατή, αποφεύγοντας την παγίδα του άκρατου ρεαλισμού- συναισθηματισμού, όπως συναντάμε σε αντίστοιχης θεματικής παραστάσεις.

Αυτό που εισπράττει το κοινό, εν τέλει, είναι μια δυνατή ιστορία-μαρτυρία, με εξαιρετικές συγκρούσεις, μοναδικές κορυφώσεις, αλλά και μια θεατρική παράσταση γεμάτη ελπίδα.

 Συντελεστές 

Σκηνοθεσία: Μάνος Καρατζογιάννης – Ερμίνα Κυριαζή
Ερμηνεύουν: Στέλλα Γκίκα, Μάνος Καρατζογιάννης, Δημήτρης Πασσάς, Ελένη Σακκά
Σκηνικά – κοστούμια: Άγγελος Αγγελής
Μουσική: Νεοκλής Νεοφυτίδης
Φωτισμοί: Άγγελος Παπαδόπουλος
Βοηθός σκηνοθέτη: Φίλιππος Παπαθεοδώρου

Φωτογραφίες: Ελίνα Γιουνανλή, Σπύρος Περδίου

Βίντεο προώθησης: Ηλίας Μόσχοβας
Παραγωγή: Πολιτισμός Σταθμός Θέατρο

ΠΑΥΛΟΣ ΛΕΜΟΝΤΖΗΣ

Πηγή: KavalaWebNews

Continue Reading
Advertisement

Προτεινόμενα