Connect with us

Πολιτισμός

Ο Αρχιμουσικός της Φιλαρμονικής του Δήμου Καβάλας Αθανάσιος Παρμενίδης στην μεγάλη διοργάνωση Piano City Athens

Ο-Αρχιμουσικός-της-Φιλαρμονικής-του-Δήμου-Καβάλας-Αθανάσιος-Παρμενίδης-στην-μεγάλη-διοργάνωση piano-city-athens

Στην μεγάλη διοργάνωση  Piano City, η οποία αποτελεί το πρώτο φεστιβάλ που πραγματοποιείται ταυτόχρονα σε όλη την Αθήνα, μετέχει ο Αρχιμουσικός της Φιλαρμονικής του Δήμου Καβάλας Αθανάσιος Παρμενίδης. Ο Καβαλιώτης μουσικός επιλέχτηκε μαζί με άλλους ταλαντούχους πιανίστες, προκειμένου να παρουσιάσει ένα house concert διάρκειας μίας ώρας,  το Σάββατο 13 Μαΐου και ώρα 19:30 στο Ωδείο ΑΛΦΑ, το οποίο βρίσκεται στην οδό 3ης Σεπτεμβρίου 130 στην Αθήνα. Ο Θανάσης Παρμενίδης θα παρουσιάσει ένα κονσέρτο εστιασμένο σε κομμάτια έντεχνα, κινηματογραφικά και κλασικής ποπ σε έναν ιδιαίτερο και νοσταλγικό συνδυασμό.

Το συγκεκριμένο φεστιβάλ έχει εμπνεύσει χιλιάδες ανθρώπους στο Βερολίνο, τη Νέα Υόρκη, το Μιλάνο και σε άλλες μητροπόλεις. Στο Piano City Athens η μουσική δεν περιμένει το κοινό, αλλά απλώνεται στις πλατείες, στα σπίτια των ανθρώπων και σε αντισυμβατικούς χώρους. Οι ήχοι του πιάνου διαχέονται και μεταβάλλουν ολόκληρο το αστικό τοπίο. Το Piano City Athens μέσω του πιάνου φέρνει κοντά ανθρώπους όλων των τάξεων και ενδιαφερόντων, μέσω της μουσικής σε πολύ προσωπικό επίπεδο. Στο Piano City Athens, 70 βιρτουόζοι του πιάνου και ερασιτέχνες, επιλεγμένοι από καλλιτεχνική επιτροπή, θα ανοίξουν τα σπίτια και τις καρδιές τους στο ευρύ κοινό. Θα επιδείξουν τη δεξιοτεχνία και το ταλέντο τους δίνοντας μικρές συναυλίες πιάνου στα σπίτια τους με ένα ρεπερτόριο που κυμαίνεται από το κλασικό έως το σύγχρονο ρεπερτόριο. Οι λάτρεις, καθώς και το ευρύτερο κοινό, θα έχουν τη μοναδική ευκαιρία να απολαύσουν αυτές τις μελωδικές εμπειρίες.

(Για κρατήσεις θέσεων καλέστε στο 210.72.98.930)

Βιογραφικό Σημείωμα του Αθανασίου Παρμενίδη

Ο Θανάσης Παρμενίδης γεννήθηκε στην Καβάλα. Από μικρή ηλικία  ξεκίνησε μαθήματα πιάνου και αργότερα σαξοφώνου στο Δημοτικό Ωδείο της πόλης και στο Σύγχρονο Ωδείο Θεσσαλονίκης ολοκληρώνοντας τις σπουδές του με το Πτυχίο Σαξοφώνου.  Είναι κάτοχος, επίσης, πτυχίων Αρμονίας, Αντίστιξης, Ενοργάνωσης και Φυγής και από τον Ιούνιο του 2011 είναι διπλωματούχος Σύνθεσης. Επίσης, έχει παρακολουθήσει κύκλο μαθημάτων διεύθυνσης ορχήστρας στη Θερινή Ακαδημία του Κρατικού Ωδείου Θεσσαλονίκης και στην Αθήνα.

Από το 2003 έχει τη θέση του Αρχιμουσικού της Φιλαρμονικής του Δήμου Καβάλας, έχοντας θητεύσει σε αυτήν ως σαξοφωνίστας για πάνω από μια δεκαετία έως την προαγωγή του.  

Είναι ιδρυτικό μέλος του Πανελλήνιου Συλλόγου Αρχιμουσικών Φιλαρμονικής Ορχήστρας. Έχει διδάξει για πολλά χρόνια θεωρητικά και  σαξόφωνο στο Δ.Ω.Κ. ενώ διηύθυνε και  σύνολο σαξοφώνων  λαμβάνοντας μέρος σε διάφορες συναυλίες.

Η Φιλαρμονική, υπό την διεύθυνση του, έχει πραγματοποιήσει αμέτρητες συναυλίες.  Ιδιαίτερα ξεχωριστή υπήρξε η συναυλία που πραγματοποιήθηκε στο κάστρο της πόλης το 2014 όπου η φιλαρμονική συνεργάστηκε με την σπουδαία δημιουργό ΕΥΑΝΘΙΑ ΡΕΜΠΟΥΤΣΙΚΑ καθώς επίσης και οι συναυλίες στο ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΤΩΝ ΦΙΛΙΠΠΩΝ, στο ΜΕΓΑΡΟ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΘΗΝΩΝ αποσπώντας εξαιρετικές κριτικές. Έχει εργαστεί στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση του Νομού Καβάλας, καθώς και στα Μουσικά Σχολεία Καβάλας, Ξάνθης και Κομοτηνής  και έχει παρακολουθήσει  επιμορφωτικά σεμινάρια μουσικής ως εκπαιδευτικός.

Ως πιανίστας εργάζεται πάνω από δύο δεκαετίες και έχει εμφανιστεί στο αρχαιολογικό χώρο των Φιλίππων (Βασιλική Α΄) και στο φρούριο της πόλης της Καβάλας σε εκδήλωση του Δημοτικού ωδείου Καβάλας ¨νότες με Πανσέληνο” καθώς επίσης και σε διάφορες εκδηλώσεις του ΔΗΜΟΥ ΚΑΒΑΛΑΣ.

Πηγή: KavalaWebNews

Continue Reading
Advertisement
Click to comment

You must be logged in to post a comment Login

Leave a Reply

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.

Πολιτισμός

«Το μπουφάν της Χάρλεϋ ή πάλι καλά» του Βασίλη Κατσικονούρη

«Το-μπουφάν-της-Χάρλεϋ-ή-πάλι-καλά»-του-Βασίλη-Κατσικονούρη

 «Μια γυναίκα, νύχτα, έξω από το κουβούκλιο του φρουρού στον Άγνωστο Στρατιώτη, στην Πλατεία του Συντάγματος…»

Μια Ελληνίδα μάνα, γνώριμη και συγκινητική…

Μια νέα γενιά που πάντα θα επαναστατεί και πάντα πρέπει να ακούμε…

Το αριστουργηματικό κείμενο του Βασίλη Κατσικονούρη  μετά  την  καλλιτεχνική και εμπορική επιτυχία  στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη, την Κρήτη, την Πάτρα, τον Βόλο, τη Δράμα,  ζωντανεύει και πάλι στην σκηνή στο Κινηματοθέατρο Απόλλων  στις 2 Νοεμβρίου και ώρα 21.00 με την Μαριάννα Τουμασάτου και την σκηνοθετική καθοδήγηση του Αλέξανδρου Σταύρου. 

Μια ιδιαίτερα συγκινητικά αφήγηση, μια μοναδική θεατρική εμπειρία που μας θυμίζει ότι κάθε εποχή έχει τις δικές της ανάγκες και οι νέοι θα χρειάζονται πάντα κάποιον να τους στηρίξει για να πετάνε ελεύθεροι προς το μέλλον τους, χωρίς να κινδυνέψουν και να χαθούν.

Ένας μονόλογος – κλαυσίγελος μιας γυναίκας στο μεταίχμιο μεταξύ σκληρότητας και τρυφερότητας, σοφίας και τρέλας, κωμικότητας και τραγικότητας. Μιλάει στον εύζωνα γιό της που φυλάει σκοπιά στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη. Απέναντι της αυτός, θέλει δε θέλει θα την ακούσει, παλιά όταν του μιλούσε η μάνα του έφευγε, τώρα είναι ανυπεράσπιστος μπροστά της.

Ανυπεράσπιστη κι αυτή, μόνο μία ομπρέλα έχει να κρύβεται από κάτω της σαν σε καταφύγιο από την πραγματικότητα. Κι όταν η πραγματικότητα δεν της ταιριάζει η ομπρέλα της τη σώζει πάλι όπως τον ακροβάτη που σχοινοβατεί. Για να συνεχίζει να ισορροπεί ξανά πάνω στο μεταίχμιο της. Στην οδυνηρή κόψη του «Πάλι καλά», ένα σχοινί πάνω στο οποίο μετεωριζόμαστε όλοι μας και κάθε μέρα.

Σε αυτόν το ρόλο ακροβατεί ερμηνευτικά η Μαριάννα Τουμασάτου. Πηγαίνει κι έρχεται στις δύο άκρες του σχοινιού πότε σαν μητέρα, πότε σαν κορίτσι. Γιατί μόνο αν πλησιάσουμε στην απόλυτη και ανιδιοτελή αγάπη, θα μπορέσουμε να ισορροπήσουμε ανάμεσα στη ζωή και σε όσα αυτή  μας επιφυλάσσει.

Συντελεστές:

Ερμηνεύει:  η Μαριάννα Τουμασάτου

Συγγραφέας: Βασίλης Κατσικονούρης

Σκηνοθεσία: Αλέξανδρος Σταύρου

Μουσική: Στέφανος Αδάμης

Σκηνογραφία: Ντέιβιντ Νεγρίν

Φωτισμοί: Κατερίνα Μαραγκουδάκη

Γραφιστική επιμέλεια: Indigo Creative

Φωτογραφίες: Γιώργος Καλφαμανώλης

Μακιγιάζ: Ιωάννης Μιχαλέλης

Οργάνωση περιοδείας  και Προβολή – Επικοινωνία παράστασης: Νταίζη Λεμπέση email daisylempesi@hotmail.gr, τηλέφωνο επικοινωνίας  6908502631

Παραγωγή: Erofili Productions

Τιμές εισιτηρίων και προπώληση: 

Εισιτήρια: 16€ και 12 € 

Προπώληση:  more.com και στο ταμείο του Θεάτρου 

Διάρκεια: 55 λεπτά 

Πηγή: KavalaWebNews

Continue Reading

Πολιτισμός

«SENSO» του Camillo Boito στο Θέατρο Τ (30 Σεπ – 29 Οκτ) σε εμπνευσμένη σκηνοθεσία Σωτήρη Ρουμελιώτη

«senso»-του-camillo-boito-στο-Θέατρο-Τ-(30-Σεπ-–-29-Οκτ)-σε-εμπνευσμένη-σκηνοθεσία-Σωτήρη-Ρουμελιώτη

ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΥΛΟ ΛΕΜΟΝΤΖΗ

«Μισώ τον νατουραλισμό στη σκηνή», είχε πει στη συνέντευξη Τύπου που έδωσε ο Μπομπ Ουίλσον πέρυσι στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, προαναγγέλλοντας την παράσταση που θα σκηνοθετούσε: «Τρεις ψηλές γυναίκες» του Έντουαρντ Άλμπι.

 «Είμαι εικαστικός καλλιτέχνης, συνεπώς, εκφράζομαι με εικαστικό τρόπο: τη φόρμα, το φως και τον ήχο», σχολίασε τότε.

Στο «SENSO» ο ευφυής νεαρός Σωτήρης Ρουμελιώτης πετυχαίνει ακριβώς αυτό. Να αναδείξει τα σουρεαλιστικά του στοιχεία με τη δική του φόρμα. Τρείς έξυπνες και ικανές γυναίκες ηθοποιοί, οι: Έλμα Βλαστοπούλου, Ζωή Λάη και Δήμητρα Φάκα όφειλαν να μπουν στον κόσμο του Ρουμελιώτη για να υπάρξει παράσταση. Και το έκαμαν με τον καλύτερο τρόπο.

Ο σκηνοθέτης είχε ορίσει τη φόρμα. Πού θα κοιτάνε τα πρόσωπα, πού θα σταθεί το χέρι, πού θα ξαπλώσει το κορμί, πού θα αλλάξει η φωνή, πού και πώς θα κινούνται τα σώματα. Δεν πρότεινε όμως ένα νεκρό πλαίσιο, αλλά μια συνθήκη που πρέπει να τη στεφανώσουνε οι πρωταγωνίστριες με σουρεαλισμό, αλλά και ποίηση. Και αυτό συμβαίνει στη σκηνή του θεάτρου «Τ».

Το έργο και η παράσταση

Το «Senso» διαδραματίζεται στη Βενετία και στην εποχή του Τρίτου Ιταλικού Πολέμου της Ανεξαρτησίας, το 1866. Ηρωίδα του είναι η Λίβια, μια κόμισσα από το Τρέντο, η οποία είναι παντρεμένη αλλά δυστυχισμένη, με έναν αδιάφορο ηλικιωμένο αριστοκράτη και που περιπλανιέται πρόθυμα, αναζητώντας την ικανοποίησή της.

Η ιστορία ξεκινά λίγα χρόνια μετά τον πόλεμο, με τη Λίβια να αναπολεί στα 39α γενέθλιά της την πρώτη της αληθινά παθιασμένη σχέση . Η ονειροπόλησή της μάς μεταφέρει στη Βενετία κατά τη διάρκεια του πολέμου, όπου η Λίβια ερωτεύεται έναν ορμητικό νεαρό υπολοχαγό του αυστριακού στρατού.

Αν και, προφανώς, αυτός τη χρησιμοποιεί για τα χρήματά της και την κοινωνική της θέση, η Λίβια βυθίζεται σε μια υπόθεση πλήρους σεξουαλικής εξάρτησης από τον εραστή της. Τον αφήνει να ξοδεύει ελεύθερα τα χρήματά της, δεν ενδιαφέρεται για το τι πιστεύει η κοινωνία για εκείνη και αγνοεί την αξιολύπητη δειλία του νέου εραστή της, όταν αρνείται να σώσει ένα παιδί που πνίγεται.

Αν και ο πόλεμος απομακρύνει τους εραστές, η Λίβια αισθάνεται την ανάγκη να επισκεφτεί ξανά τον υπολοχαγό. Όταν τον συνοδεύει σε μια άσκηση, εκείνος της ζητά περισσότερα χρήματα για να δωροδοκήσει τους γιατρούς του στρατού, ώστε να αποφύγει το πεδίο της μάχης. Η Λίβια του δίνει με χαρά όλα της τα κοσμήματα. Εκείνος φεύγει για τη Βερόνα.

Τελικά, η λαχτάρα της για τον νεαρό αξιωματικό κάνει τη Λίβια να παραλογίζεται, αλλά το είναι της εκτινάσσεται στα ύψη, όταν φτάνει ένα γράμμα του. Της λέει ότι την αγαπά και ότι τα χρήματά της του επέτρεψαν να αποφύγει κάθε μάχη. Κρατώντας ακόμα το γράμμα του επιβιβάζεται σε μια άμαξα και κατευθύνεται στη Βερόνα για χάρη του.

Βρίσκει την πόλη ερειπωμένη, με νεκρούς και τραυματίες παντού. Η Λίβια δεν πτοείται. Πηγαίνει στο διαμέρισμα που του είχε αγοράσει, όπου τον βρίσκει μεθυσμένο παρέα με μια πόρνη.

Η ταπείνωση κι ο εξευτελισμός που νιώθει μετατρέπουν τον επίμονο πόθο της σε εκδίκηση, όταν θυμάται ότι έχει ακόμα το γράμμα του. Βρίσκει το αρχηγείο του αυστριακού στρατού, όπου κατηγορεί τον άπιστο εραστή της, προσκομίζοντας την απόδειξη της λιποταξίας του σε έναν στρατηγό. Η εκδίκησή της για την αναίσχυντη απιστία του νεαρού αξιωματικού είναι προφανής, ωστόσο τα κίνητρά της δεν του δίνουν καμία άφεση. Το επόμενο πρωί αυτός και οι γιατροί που δωροδόκησε αντιμετωπίζουν το εκτελεστικό απόσπασμα, ενώ παρευρίσκεται και η ίδια στην εκτέλεση.

Σημείωμα Σκηνοθέτη

«Η ιταλική λέξη SENSO σημαίνει αίσθημα, αίσθηση, πάθος. Σημαίνει, όμως, και λογική. Αυτή η οξύμωρη αμφιταλάντευση με γοήτευσε στην ομότιτλη νουβέλα του Camillo Boito, αυτή η δυναμική συνύπαρξη δύο, φαινομενικά, αντίθετων καταστάσεων: να παραδίνεσαι ολοκληρωτικά στην κυριαρχία των αισθημάτων και των αισθήσεων από τη μια και να υποτάσσεις το πάθος σου στην ψυχρή αυστηρότητα της έλλογης σκέψης από την άλλη.

Ένιωσα, λοιπόν, την ανάγκη να ανεβάσουμε επί σκηνής αυτό το έργο του 19ου αιώνα, πιστεύοντας ότι είναι κρίσιμο – σε μια εποχή που οι αισθήσεις και η λογική υποτιμούνται και παραγκωνίζονται – να βυθιστούμε σε έναν έντονο υπαρξιακό στροβιλισμό. Δεν μπορώ να πω αν υπάρχει νικητής – πάθος ή λογική; – και δεν είναι αυτό το ζητούμενο. Ελπίζω η παράσταση να είναι μια ευκαιρία να αφεθούμε και να παρασυρθούμε από έννοιες, εικόνες, ήχους και συναισθήματα που έχουμε πάψει να τους δίνουμε σημασία, λόγω της σύγχρονης συντριπτικής καθημερινότητας. Επιπλέον, είναι μια προσωπική ωδή στην αβυσσαλέα δύναμη του Έρωτα, μια προσπάθειά μου να σταθώ απέναντί του και να «πιαστούμε στα χέρια», γνωρίζοντας εξαρχής πως θα ηττηθώ. Γιατί ο έρωτας είναι αλύπητος».

Σωτήρης Ρουμελιώτης

Ο σκηνοθέτης είναι και ο δραματουργός του αρχικού κειμένου, ο διασκευαστής κατά μια άλλη έννοια που, ύστερα από μια δεύτερη ανάγνωση-ερμηνεία του λογοτεχνικού έργου, με την αξιοποίηση συγκεκριμένων μετασχηματιστικών τεχνικών και κωδίκων υπερδιόρθωσης (σύμφωνα με τις αρχές που λειτουργούν και διέπουν ένα νέο πολιτισμικό περιβάλλον), καταλήγει στην παραγωγή κάποιου άλλου, μεταγενέστερου κειμένου, το οποίο συνιστά αυτόνομη καλλιτεχνική δημιουργία έντεχνου λόγου, με δικό του «συγγραφέα» και δική του παρουσία στο «σώμα» της σύγχρονης γηγενούς λογοτεχνικής παραγωγής.

Τα δομικά και μορφολογικά χαρακτηριστικά του πρωτότυπου έργου, όπως ο μύθος και η δράση, η πλοκή και οι δραματικές καταστάσεις, το πλέγμα των αφηγηματικών με τις καθαρά θεατρικές τεχνικές, το αξιακό και εννοιολογικό του σύστημα, συνεχίσουν να αποτελούν τον σταθερό καμβά πάνω στον οποίο αναπτύχθηκε το δευτερογενές κείμενο.

Στην παράσταση, λοιπόν, του θεάτρου «Τ» η σκηνοθεσία εστιάζει στην οπτική της Λίβια αποκλειστικά, εξ αφορμής του μυστικού ημερολογίου της. Περιγράφει ξεκάθαρα τον εγωιστικό της πόθο, τη σεξουαλική της επιθυμία και την ικανοποίηση που νιώθει με τον χαμό του εραστή της.

Κατά συνέπεια, το έντεχνο θεατρικό κείμενο που γράφτηκε με προορισμό να παρασταθεί μπροστά σ’ ένα κοινό ενηλίκων θεατών, όπως το επέβαλλαν οι όροι και οι συνθήκες της εποχής του, αποδίδεται σήμερα σ’ ένα εντελώς διαφορετικό περιβάλλον, σ’ ένα κοινό με ιδιαίτερες προσληπτικές δυνατότητες και προσδοκίες. Αυτός είναι ο βασικός λόγος για τον οποίο η διασκευή του πρωτότυπου, αποτελεί ένα ευαίσθητο εγχείρημα που ξεπερνά κατά πολύ τις παγιωμένες αρχές τις μεταφραστικής λειτουργίας και προεκτείνεται στη διάσταση του εικονοποιημένου συμβολικού λόγου και δικαιώνει τον Σωτήρη Ρουμελιώτη.

Ο ιδιοφυής σκηνοθέτης έχει κατανοήσει ότι σε αντίθεση με τους συγγραφείς παρόμοιων χαρακτήρων όπως η Anna Karenina και η Madame Bovaryο Camillo Boito παρουσιάζει την ηρωίδα του χωρίς συμπάθεια. Η Λίβια του «Senso» έχει επίγνωση της συμπεριφοράς της και μπορεί να εκτιμήσει τις συνέπειες. Επομένως, συμπεριφέρεται κυνικά, κινείται είτε αδιάφορη είτε αγνοώντας τις «πληγές» που έχει προξενήσει στους άλλους. Είναι έξυπνα αμετανόητη, ενώ αναζητά εγωιστικά ό,τι είναι καλύτερο για τον εαυτό της και μόνο.

Τοποθετημένο στις τελευταίες ημέρες της Αυστριακής κατοχής στην Ιταλία, το 1866, με την επανάσταση να οργανώνεται σαν βόμβα έτοιμη να εκραγεί από στιγμή σε στιγμή, το «Senso» είναι μια πολιτική αλληγορία, ακριβώς επειδή ο σκηνοθέτης αντανακλά το έκρυθμο πολιτικό σκηνικό σε μια μεγάλη ερωτική ιστορία που γεννιέται, ζει, αναπνέει, γιγαντώνεται και πεθαίνει κάτω από το βάρος της απαγόρευσης, των ταξικών ενοχών και των κοσμικών αμαρτιών λες όλου του ανθρώπινου είδους, λες και συνέβη χθες.

 Η Λίβια του Ρουμελιώτη, μοιρασμένη σε τρεις εξαιρετικές ηθοποιούς : Έλμα Βλαστοπούλου, Ζωή Λάη και Δήμητρα Φάκα είναι χαμένη στις δικές της σκέψεις, περιφρονώντας παντελώς τον κόσμο, ζει τη ζωή της με την υπέρμετρη ματαιοδοξία, εγωπάθεια, ναρκισσισμό και εγωκεντρισμό που τη διακρίνουν σε όλη την παράσταση. Πιστεύοντας πως δεν είναι δυνατόν να υπάρχει άλλη γυναίκα πιο όμορφη από εκείνη, απολαμβάνει τον θαυμασμό των ανδρών και τη ζήλια των γυναικών, μέχρι τη στιγμή που η μοίρα τής παίζει ένα σκληρό παιχνίδι. Τυφλωμένη από αισθήματα εγωισμού παίρνει φοβερές αποφάσεις και, δίχως να μετανιώσει στιγμή, συνεχίζει να ζει με σημαία της τη ματαιοδοξία.

Μία πολύ έξυπνα στημένη παράσταση, απροσδόκητη, με πολύ έντονα συναισθήματα πάθους και σκέψεις που σε αγγίζουν, αλλά και με εικόνες και περιγραφές που σε ταξιδεύουν και σε μεταφέρουν στην Ιταλία του 19ου αιώνα.

Ωστόσο, υπάρχουν μερικές ενδιαφέρουσες διαφορές μεταξύ του υλικού πηγής και της προσαρμογής, ιδιαίτερα των προσώπων αφήγησης/αναδρομής στο στοιχείο της γραπτής ιστορίας, που καθιστά σαφές ότι η ηρωίδα έχει γίνει τόσο σκληρή και ισχυρή «σκλάβος » της επιθυμίας, όσο ο εραστής της νιότης της στα προηγούμενα χρόνια.

Το μαζοχιστικό στοιχείο είναι αρκετά ισχυρό εδώ, ίσως περισσότερο από ό,τι στην πραγματική ιστορία, καθώς γίνεται έντονα φανερό σε σημεία, και αυτό αποτελεί μια άλλη εξαιρετική καινοτομία στον παρακμιακό κανόνα συμβατικής μεταφοράς βιβλίου στη σκηνή.

Η ευρηματική σκηνοθεσία είναι εμφανής σε κάθε λεπτομέρεια της αφήγησης.

 Η φροντίδα του σκηνοθέτη για την ατμόσφαιρα του σκηνικού, για τους φωτισμούς και τα χρώματα, για τα κοστούμια και τη διακόσμηση, ο χειρισμός του στις σαρωτικές σκηνές μάχης των συναισθημάτων, βοηθούν να κρατηθεί σε θαυμαστή ισορροπία μια ασταθής ιστορία και να της δώσει βάθος, ουσία και αφορμή για συλλογισμούς στις σύγχρονες σχέσεις, αυτές που ταλανίζονται από πάθη, από αδυναμίες, από αρνητικά σημεία σε χαρακτήρες και σε αυτοκαταστροφικές επιθυμίες.

 Η έξοχη, θαρρείς κινηματογραφική, πρωτότυπη μουσική του Κώστα Παλαιογιάννη, προσδιορίζει τη συνθήκη που επέλεξε ο σκηνοθέτης για τη δράση επί σκηνής και έχει την πρόθεση να διευκολύνει την πρόσληψη του θεατή, αλλά έχει και τη δυνατότητα να δώσει υπόσταση σε απούσες δυνάμεις ή πρόσωπα, να διατυπώσει ερωτήματα, να συμπληρώσει δραματικά στιγμιότυπα και να στηρίζει εμφατικά περιστατικά.

Τα σκηνικά- χάρτινη ταπετσαρία δαπέδου – και τα υψηλής αισθητικής κοστούμια της Μαρίας Καραδελόγλου, στιγματίζουν τόπο και χρόνο, έτσι όπως τα αντιλαμβάνεται ο κάθε θεατής. Το βρίσκω καινοτόμο και άκρως εικαστικό δημιούργημα. Καθοριστικοί συντελεστές στην ποιητική ατμόσφαιρα της παράστασης και οι ηχογραφημένοι ήχοι οργάνων από: Ζωή Κατσάρα (σοπράνο), Χρήστο Γούλα (βιολοντσέλο), Κωνστάντη Στρατάκη (φλάουτο) και Κωστή Παλαιογιάννη (κιθάρα, παραγωγή, μίξη).

Χώρος: Θέατρο Τ, Αλεξάνδρου Φλέμινγκ 16, Θεσσαλονίκη

Παραστάσεις: Κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 21:30

Διάρκεια: 85’ (χωρίς διάλειμμα)


Συντελεστές:

Κείμενο: Βασισμένο στην ομότιτλη νουβέλα του Camillo Boito

Σκηνοθεσία / Δραματουργία / Φωτισμοί: Σωτήρης Ρουμελιώτης

Σκηνικά / Κοστούμια: Μαρία Καραδελόγλου

Πρωτότυπη μουσική: Κωστής Παλαιογιάννης

Βοηθός Σκηνοθέτη / Επιμέλεια Προβολών: Κατερίνα Νικολάτου

Φωτογραφίες / Trailer: Χρήστος Κυριαζίδης

Υπεύθυνη προβολής: Λία Κεσοπούλου

Οργάνωση Παραγωγής: Izveribad

Θερμές ευχαριστίες στους: Ζωή Κατσάρα (σοπράνο), Χρήστο Γούλα (βιολοντσέλο), Κωνστάντη Στρατάκη (φλάουτο) και Κωστή Παλαιογιάννη (κιθάρα, παραγωγή, μίξη) για τις ηχογραφήσεις

Παίζουν:

Έλμα Βλαστοπούλου

Ζωή Λάη

Δήμητρα Φάκα

 ΠΑΥΛΟΣ ΛΕΜΟΝΤΖΗΣ

Πηγή: KavalaWebNews

Continue Reading

Πολιτισμός

«Όταν ξαναπέθανα»: Η μεταφυσική κωμωδία του Λάκη Λαζόπουλου σε περιοδεία

«Όταν-ξαναπέθανα»:-Η-μεταφυσική-κωμωδία-του-Λάκη-Λαζόπουλου-σε-περιοδεία

Κριτική από τον Παύλο Λεμοντζή

«Η πολιτική ορθότητα από ένα σημείο και μετά, ουσιαστικά, απαγορεύει στους ανθρώπους να γελάνε. Όχι στο σημείο που είναι σωστό, το ορθό. Είναι αυτό το ορθό το οποίο γίνεται υστερικό», δήλωσε πρόσφατα ο δημιουργός αναφερόμενος στον τρόπο που μπορεί να σταθεί η κωμωδία και η σάτιρα στην εποχή μας και συμπλήρωσε: «Δεν το έχω ποτέ με τον χρόνο. Τον χρόνο τον υπολογίζω με το τι έκανα, αν πέρναγα καλά. Τον μοιράζω με το πόσο ωραία και πόσο δυσάρεστα πέρασα» 

Κι επειδή η αφορμή, κατά δήλωσή του πάντα, για να γράψει το παρόν έργο ήταν ένα όνειρο που έβλεπε και ξανάβλεπε και είχε να κάνει με τη ζωή και τον θάνατο, η υπόθεση του κειμένου του που, ήδη, παραστάθηκε με επιτυχία στην Αθήνα και τώρα περιοδεύει, έχει ως εξής: 

Ένας άνθρωπος πεθαίνει-τον υποδύεται ο ίδιος- και ξαφνικά βρίσκεται όρθιος στο νεκροταφείο, καθώς ένα από τα νεύρα του είναι ακόμη ζωντανό και συμπαρασύρει τα υπόλοιπα. Ανατινάζεται το σύμπαν του και έτσι στα «τριήμερά» του, περιμένει συγγενείς και φίλους στο νεκροταφείο, για μια συζήτηση μαζί του.

Τι έγινε κι αυτός πήδηξε από τον 6ο όροφο του ψυχιατρείου μαζί με το κούφωμα;
Τι έχει να του πει ο κολλητός του; Η μάνα του; Η δεύτερη γυναίκα του; Η γκόμενα του; Η καθαρίστρια;
Ο αδερφός του; Ο πεθαμένος ψυχίατρος και κυρίως, τι έχει να του αποκαλύψει η πρώτη του γυναίκα, η Παρθένα Χοροζίδου, που έχει εγκαταλείψει τα εγκόσμια και ζει σε ένα μοναστήρι;

Γέλιο, με ένα σκοτάδι που έγινε φως, ίντριγκες, πάθη και δύο διαφορετικές πλευρές του ίδιου ανθρώπου ζητούν μια δεύτερη ευκαιρία για ζωή.

Το έργο είναι εμπνευσμένο, έχω την εντύπωση, από τη  «Σάτιρα θανάτου και Κάτω Κόσμου» του Λουκιανού, επειδή το κεφάλαιο “Περί πένθους” είναι μια σύντομη πραγματεία, στην οποία ο Λουκιανός αντλώντας στοιχεία από τους κυνικούς και αξιοποιώντας τη ρητορική του παιδεία, διακωμωδεί τις αντιλήψεις και τις αντιδράσεις των ανθρώπων σε καταστάσεις πένθους.

Έτσι κι ο Λαζόπουλος στο «Όταν ξαναπέθανα» φωτίζει προβληματικές διαπροσωπικές σχέσεις, ακραίες συμπεριφορές ανθρώπων απέναντι σε καθημερινές καταστάσεις, κρυμμένες επιθυμίες, ακόμα και εμμονές ή ψυχαναγκαστικές αντιδράσεις. Ταυτόχρονα, θέτει το ερώτημα εάν μπορούν να υπάρξουν δύο χαρακτήρες σε έναν άνθρωπο και δίνει την απάντηση.

Από το κείμενο δε λείπει ο κοινωνικοπολιτικός σχολιασμός, όπως ακριβώς τον ξέραμε από το τηλεοπτικό «Αλ Τσαντίρι» καθώς και οι αιχμές στα «κακώς κείμενα» της εποχής, εφόσον οι ατάκες και οι διάλογοι εμφανίζουν σαφέστατα και το οξυμμένο ενδιαφέρον του Λαζόπουλου για την κοινωνία που ζει – και πάλι στολισμένο με το ύφος και το χιούμορ του Αλ-τσαντιριού – η οποία συχνά γίνεται έρμαιο του παραλογισμού και της αβελτηρίας που υποβάλλουν η παράδοση, τα ήθη και τα έθιμα, αλλά και οι διάφοροι αγύρτες, ψευδο-φιλόσοφοι και πολιτικάντηδες, οι διαταραγμένες προσωπικότητες ανεξαρτήτως ιδιότητας, από ψυχίατρο έως καθαρίστρια.

Άλλωστε, σύνηθες το φαινόμενο στους γάμους να κλαίνε και στις κηδείες να γελάνε.

Κάθε τι τραγικό στη ζωή μοιάζει, ενίοτε, και με κωμωδία.

Αυτή η παράσταση, ας πούμε ότι ξορκίζει το πένθος του θανάτου, ανακαλώντας αστεία περιστατικά που έχουν συμβεί πριν και μετά τις κηδείες, εφόσον το κοινό ξεκαρδίζεται στα γέλια στην κάθε ατάκα, στην κάθε μούτα του πρωταγωνιστή.

Ο σφαιρικός προβληματισμός, ωστόσο, αναδεικνύεται ιδιαίτερα στις σελίδες όλων των έργων του συγγραφέα, όπου το κριτικό του βλέμμα στέκεται στους εκπροσώπους της πολιτικής, του πλούτου και της όποιας εξουσίας. Η αντίθεση πλούσιων-φτωχών, η κοινωνική αδικία, η αλαζονεία των ισχυρών και η εξαθλίωση των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων είναι, και πάλι, θέματα που απασχολούν την παράσταση. Αυτή τη φορά είναι η θεώρηση των αξιών και της εξουσίας, υπό το πρίσμα του θανάτου.

Σπαρταριστοί αυτοσχεδιασμοί στο στιλ του «Αλ τσαντιριού», που άλλοι τους βρίσκουν χαριτωμένους και γελάνε κι άλλοι τους στολίζουν με τα επίθετα βαρετοί, ανούσιοι, επαναλαμβανόμενοι ή κλισέ.

Απολαυστικές ερμηνείες για μεγάλη μερίδα κοινού, ιδιαίτερα από την εξαιρετική Παρθένα Χοροζίδου, η οποία διαθέτει ατόφια κωμική φλέβα, δε φοβάται να τσαλακωθεί, να εκτεθεί, να αλώσει τη σκηνή, χωρίς να περιθωριοποιήσει τους άλλους χαρακτήρες του έργου, έστω κι αν η συμμετοχή της είναι μικρής διάρκειας.

Ο Λάκης Λαζόπουλος είναι κι εδώ ένας από τους «Μικρούς Μήτσους του» ή ένα κομμάτι από το «Αλ Τσαντίρι», βγάζει γέλιο με πανομοιότυπο χαρακτήρα, αυτόν που ξέρει να κάνει καλά εδώ και χρόνια.

Τα σκηνικά της Μαίρης Τσαγκάρη και τα κοστούμια των Ιωάννας Τσάμη και Ιφιγένειας Νταουντάκη στιγματίζουν το σουρεαλιστικό ύφος της παράστασης, ενώ η μουσική του Βάϊου Πράπα συνοδεύει με επιτυχία το χιουμοριστικό κέλυφος των λόγων. Η εξυπηρέτηση των φωτισμών του Περικλή Μαθιέλη στο όραμα του σκηνοθέτη, εμφανής και αποτελεσματική.

 Όλος ο θίασος δίνει τον καλύτερό του εαυτό για να διασκεδάσει το κοινό, το οποίο ανταμείβει με δυνατό χειροκρότημα όλους τους συντελεστές στο φινάλε της δίωρης παράστασης.

Το «Όταν ξαναπέθανα» έκανε πρεμιέρα στην Αττική, στο Κατράκειο Νίκαιας, μετά ανέβηκε στο Βεάκειο Πειραιά και στη συνέχεια η παράσταση θα περιοδεύσει στη Λάρισα (Αλκαζάρ) και το Βόλο (Δημοτικό Θέατρο), πριν παρουσιαστεί για 3 εβδομάδες στο κοινό της Θεσσαλονίκης (RADIOCITY). Η περιοδεία ολοκληρώνεται με τις παραστάσεις στο Ηράκλειο Κρήτης (Αστόρια). 

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ

Κείμενο – Σκηνοθεσία: Λάκης Λαζόπουλος
Σκηνικά: Μαίρη Τσαγκάρη

Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη – Ιφιγένεια Νταουντάκη

Μουσική: Βάιος Πράπας
Σχεδιασμός φωτισμών: Περικλής Μαθιέλης
Χορογραφίες – Κίνηση: Κατερίνα Φώτη
Βοηθός σκηνοθέτη: Σίλια Κόη
Φωτογραφίες: Πάνος Γιαννακόπουλος
Trailer: Μιχαήλ Μαυρομούστακος
Teaser προβών: Κωνσταντουδάκης Αντώνης
Graphic Design: Στεφανία Αϊβαλάκη

Πρωταγωνιστούν

Λάκης Λαζόπουλος & Παρθένα Χοροζίδου

Μαζί τους:

Αντώνης Στάμος, Κωνσταντίνος Μουταφτσής, Βασιλική Σουρρή, Μαρία-Νεφέλη Χρονοπούλου, Φαίδρα Σκλήρη, Κωνσταντίνος Γιάννης, Λαζάρια Σαζεΐδου και Χρήστος Ντούλας.
Στον ρόλο του ψυχιάτρου ο Τόλης Παπαδημητρίου.

Οργάνωση Παραγωγής: Ντόρα Βαλσαμάκη
Παραγωγή: Θεατρικές Επιχειρήσεις Τάγαρη

ΠΑΥΛΟΣ ΛΕΜΟΝΤΖΗΣ

Πηγή: KavalaWebNews

Continue Reading
Advertisement

Προτεινόμενα