Connect with us

Πολιτισμός

ΔΗΠΕΘΕ Καβάλας: «Το σπίτι με τα δώρα» των Αντώνη και Κωνσταντίνου Κούφαλη στο θέατρο «Αντιγόνη Βαλάκου»

ΔΗΠΕΘΕ-Καβάλας:-«Το-σπίτι-με-τα-δώρα»-των-Αντώνη-και-Κωνσταντίνου-Κούφαλη-στο-θέατρο-«Αντιγόνη-Βαλάκου»

Κριτική από τον Παύλο Λεμοντζή

«Το σπίτι με τα δώρα» γράφτηκε το 2000 και το 2001 υποβλήθηκε από τους συγγραφείς Αντώνη και Κωνσταντίνο Κούφαλη στο Υπουργείο Πολιτισμού όπου και διαγωνίσθηκε στην κατηγορία των νέων δημιουργών.

Τον Δεκέμβρη εκείνης της χρονιάς ανακοινώθηκε η νίκη τους και η εξασφάλιση του πρώτου βραβείου. Μάλιστα, η καταπληκτική σύμπτωση ήταν ότι και το δεύτερο βραβείο εκείνης της χρονιάς είχε απονεμηθεί επίσης στον Αντώνη και Κωνσταντίνο, για το δεύτερο έργο που είχαν υποβάλει με τίτλο «Μη σκαλίζεις την άμμο».

Σήμερα, 23 χρόνια μετά τη βράβευση, η θεματολογία τους φαίνεται πιο επίκαιρη από ποτέ. Είναι ενδεικτικό ότι οι θεατές του πρόσφατου ανεβάσματος της παράστασης στην Αθήνα, ρωτούσαν τους συγγραφείς εάν το τρίτο κομμάτι του έργου το έχουν γράψει πρόσφατα, ή εάν το θεατρικό έργο έχει υποστεί «επικαιροποίηση». Τίποτε από αυτά όμως δεν έχει συμβεί. Το κείμενο είναι το ίδιο ακριβώς, όπως αυτό είχε γραφτεί το 2000 και είχε ανεβεί, μετά τη βράβευσή του, στο Θέατρο «Σημείο» της Αθήνας.

Θέματα που πραγματεύεται το έργο, όπως η έμφυλη βία, η πατριαρχία, η παιδοφιλία, η ομοφοβία, η ανισότητα των φύλων, η σεξουαλική παρενόχληση, μπορεί σήμερα να κυριαρχούν στην ειδησεογραφική επικαιρότητα, αλλά τότε δεν αποτελούσαν βασικά ζητήματα κοινωνικής συζήτησης και δημόσιας αναφοράς.

Οι κριτικοί, ωστόσο, είχαν αντιμετωπίσει το έργο με λαμπρά σχόλια και προφητική διάθεση. «Ούτε προφήτες είμαστε, ούτε διόραση διαθέτουμε ως άνθρωποι», τόνισε χαρακτηριστικά ο Αντώνης Κούφαλης κι εξήγησε: «Απλώς, έχουμε μια βαθιά ενσυναίσθηση κι έτσι μπορούμε να δούμε και να κατανοήσουμε εκείνο που έρχεται και μοιραία θα κληθούμε να το αντιμετωπίσουμε».

Τρεις γυναίκες, η Ελένη, η Βασιλική, η Ιωάννα αφηγούνται τα τραύματα τους. Η πρώτη κουβαλάει την προσωπική της τραγωδία πάνω σ’ ένα τενεκεδένιο νύχι που φύτρωσε στη θέση του παλιού, που μαύρισε κι έπεσε.

Το νύχι αυτό είναι η πανοπλία, η άμυνα της. Αυτό θα την καθορίσει, αυτό θα δώσει τη λύση.

Η Βασιλική ζει σ’ ένα σπίτι απ’ όπου απουσιάζει ο αέρας. Παιδί δυο προβληματικών γονιών, θα πάρει τη ζωή στα χέρια της όταν διαπιστώσει πως η ανήλικη κόρη της βιώνει τη δική της τραγωδία με δέλεαρ μια κούκλα.

Η Ιωάννα είναι μια έφηβη που γεννήθηκε άνδρας σ’ ένα γυναικείο κορμί. Σύντομα θα απεκδυθεί τη γυναικεία φύση της όταν, ντυμένη αγόρι, θα γίνει το αντικείμενο του πόθου μιας συνομήλικης της. Η κατάληξη θα είναι τραγική. Οι συγγραφείς συνεργάστηκαν με ψυχίατρο προκειμένου να «φιλτάρουν» τις ηρωίδες τους.

Όπως διευκρίνισε ο Αντώνης Κούφαλης, ως συγγραφείς δε γράφουν βιωματικά αλλά συλλέγουν ψήγματα πραγματικότητας, επί των οποίων αναπτύσσεται η δραματουργία τους: «Δεν υπήρξε τίποτε το πραγματικό που να το μεταφέραμε στη θεατρική σκηνή.

Το μόνο στοιχείο που χρησιμοποιήσαμε για την πρώτη ιστορία ήταν το μαύρο νύχι της Ελένης, γύρω από το οποίο στήσαμε την ιστορία μιας γυναίκας που εργάζεται στα αλίπαστα της Καβάλας, που κακοποιείται συστηματικά από τον άντρα της, η οικογένεια της οποίας σταδιακά διαλύεται, μέχρι τη στιγμή που το μοναδικό δικό της πράγμα, το μαύρο νύχι της, το χρησιμοποιεί ώστε να πετύχει την κάθαρσή της, καθώς και την κάθαρση των θεατών», σημείωσε ο Αντώνης Κούφαλης.

Για τη φιγούρα της Βασιλικής, οι συγγραφείς έλαβαν το έναυσμα από μία γυναίκα της επαρχίας Νέστου, αφού η δραματουργία τους κινείται συνήθως πλησίον των χώρων όπου ζούνε. Η συγκεκριμένη γυναίκα λοιπόν όταν δεν πλενόταν, στεκόταν όρθια, γεγονός που είχε ψυχαναλυτικές προεκτάσεις.

Η Βασιλική, είναι μια γυναίκα που κακοποιήθηκε σεξουαλικά από τον πατέρα της υπό την ανοχή της μητέρας της. Όταν η μητέρα διαπιστώνει ότι η κόρη της κακοποιείται σεξουαλικά από το σύζυγό της, αντί να αντιδράσει απλά μεταφέρει το στρώμα της στην κουζίνα, έτσι ώστε να μην ακούει και να μη βλέπει.

Η Βασιλική παντρεύεται αλλά διαλύει το γάμο της, διότι η κακοποίηση έχει καταστρέψει ολόκληρη την ηθική της βάση. Μάλιστα διαπιστώνει ότι ο κακοποιητικός πατέρας της επιχειρεί να επαναλάβει ακριβώς τα ίδια και με την κόρη της, την εγγονή του, χρησιμοποιώντας ως «δώρο» μια κούκλα που ανοιγο-κλείνει τα μάτια τραβώντας ένα σκοινάκι.

Τότε η Βασιλική θα φέρει την κάθαρση, εκδικούμενη για όσα βίωσε, σταματώντας το επερχόμενο, προσφέροντας την απόλυτη δικαίωση και στους θεατές.

 Η περίπτωση της Ιωάννας είναι ακόμη πιο επίκαιρη, αφού γεννήθηκε σ’ ένα κοριτσίστικο κορμί, ωστόσο, μέσα της κρύβει τη δύναμη και τη σεξουαλικότητα ενός αγοριού.

Ένα κορίτσι που λαχταρά να μεταμορφωθεί σε αγόρι και συνειδητά προετοιμάζει την αλλαγή, όταν ο πατέρας την εκδιώκει από το σπίτι, μιας και δεν επιθυμεί να συμβιώνει με μία κόρη – τέρας. Η Ιωάννα προσπαθεί να μεταμορφωθεί σε Γιάννη, κινούμενη στα στέκια της παρανομίας και της φοβίας, στα ουρητήρια της Ομόνοιας όπου κάνουν χρήση ουσιών οι ναρκομανείς.

Εκεί λοιπόν, ένα νεαρό κορίτσι θα ερωτευθεί την Ιωάννα – Γιάννη, θα ερωτευθεί την αγορίστικη φύση. Και τότε θα επέλθει μια τραγική λύση στην ιστορία που θα στραφεί ενάντια στην ηρωίδα και θα της στοιχίσει τη ζωή της».

Το έργο τροφοδοτεί την ενσυναίσθητη των θεατών, προβληματίζει το μυαλό και την καρδιά τους. Ενθουσιώδεις είναι και οι πρώτες κριτικές που γράφτηκαν για το ανέβασμα της παράστασης στην Αθήνα.

Η φιλοξενία στην Καβάλα γίνεται σε συνεργασία με το ΔΗΠΕΘΕ Καβάλας, το οποίο οι αδελφοί Κούφαλη ξαναβρίσκουν μετά «Το ψωμί της Νινευί». Μάλιστα, την περίοδο 2013 – 2014, όταν ο Αντώνης Κούφαλης προσέφερε τις υπηρεσίες του στο Εθνικό Θέατρο, είχε συνεργαστεί με την καλλιτεχνική διευθύντρια του ΔΗΠΕΘΕ Καβάλας Εύα Οικονόμου Βαμβακά.

Η περίφημη «Πάχνη», ο θρυλικός «Στρατός της Σωτηρίας» και «Το σπίτι με τα δώρα» διδάσκονται στο τμήμα θεατρικών σπουδών του πανεπιστημίου Πάτρας. Επιπλέον, πολλά νεαρά αγόρια και κορίτσια επιλέγουν τους θεατρικούς μονολόγους των αδελφών Κούφαλη, για τις εξετάσεις τους στις δραματικές σχολές.

*Το παραπάνω κείμενο που αφορά την υπόθεση του έργου και δίνει στοιχεία συνεργασίας των συγγραφέων με το ΔΗΠΕΘΕ Καβάλας, είναι απόσπασμα από τη συνέντευξη που παραχώρησε ο Αντώνης Κούφαλης στη ραδιοφωνική εκπομπή «Σαν παλιό ραδιόφωνο» και στον Βαγγέλη Ευαγγελίδη, τη Δευτέρα 19/2/2024 από τη συχνότητα του Ράδιο ΠΡΩΙΝΗ.

Η παράσταση

Κοινός παρονομαστής των ρεαλιστικών μεν, ποιητικών δε παραστάσεων, είναι η πίστη στα υλικά του θεάτρου, τα οποία ο κάθε δημιουργός εκμεταλλεύεται διαφορετικά: Συνήθως, λιτά σκηνικά, ελάχιστοι ηθοποιοί, όμως τη δημιουργία ψευδαίσθησης η σκηνοθεσία την καταρρίπτει με λύσεις, όπως η ρεαλιστική αφήγηση, η ζωντανή μουσική, οι φωτισμοί, το εικαστικό μέρος. Όλα αυτά είναι υλικά που πιστοποιούν ότι βρισκόμαστε στο θέατρο.

Ναι, μια προσωπική ιστορία μπορεί να είναι συλλογική, καθώς στη σκηνή ξετυλίγεται μια πορεία ζωής που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί «μυθιστορηματική», αν δεν ήταν στη βάση της πραγματική. Έτσι, το ζήτημα δεν αφορά το αν «Το σπίτι με τα Δώρα» δραματοποίησε προσωπικά βιώματα αληθινών γυναικών, αφού οι θεματικές είναι πέρα για πέρα οικουμενικές (σεξουαλική βία, έρωτας, ομοφοβία, ενδοοικογενειακή βία), αλλά η επιδραστικότητά τους˙ στο κοινό, επειδή κείμενο και παράσταση εξετάζονται, κυρίως, εξαιτίας των επιλογών που στοιχίζουν στον ρυθμό και στην ευτυχή κατάληξή τους στην πλατεία.

 Οπότε, το έργο των αδερφών Κούφαλη ευτύχησε να παρασταθεί σε μια θεατρική διαδρομή που προέκυψε από ταλέντο, ευαισθησία, μελέτη και συνεργασία, αφού ο σκηνοθέτης Λευτέρης Παπακώστας, οι τρεις γυναίκες ηθοποιοί κι οι υπόλοιποι συντελεστές, ενώνουν δυνάμεις για ένα στοίχημα: τη θεατρική αυθεντικότητα. Και το κερδίζουν επάξια.

Η καλή ηθοποιός Μαρία Καρακίτσου, στον ρόλο της «Ελένης», πρώτη στην έναρξη της διαδρομής, δίνει μια ερμηνεία αξιοθαύμαστη με εγρήγορση και πειθώ. Έχει ενδιαφέροντα ρυθμό και, υποθέτω, δικούς της αυτοσχεδιασμούς.

Τη σκυτάλη παίρνει η Μικαέλα Δανά, ως «Βασιλική». Εξίσου ταλαντούχα ηθοποιός, με ερμηνεία ποιοτική, μεστή, συγκινητική.

Τον «αγώνα», σε ένα εντυπωσιακό φινάλε, κλείνει η Κατερίνα Παρισσινού, υποδυόμενη μια νεαρή που, από ειρωνεία της φύσης, γεννήθηκε σε λάθος κορμί. Εντυπωσιακή εκφραστικότητα, δυναμική ερμηνεία. Η «Ιωάννα» της είναι ιδιαιτέρως αξιοπρόσεχτη.

Η άλλη συνιστώσα της ποιητικής διάστασης της παράστασης είναι η πρωτότυπη μουσική της Ανθής Γουρουντή, με την παρουσία στη σκηνή του τσέλου από την Κλεοπάτρα Δαρδάλη.

Τα κοστούμια υπογράφει ο Σπύρος Γκέκας, ενώ ο σκηνοθέτης με Μαρίνα Μηλιάρη είναι υπεύθυνοι για τη σκηνική εγκατάσταση/κατασκευή.

Σαφώς, πρόκειται για έργο προβληματισμού ή και έργο θέσης, εφόσον εκθέτει στη σκηνή ηθικά και πολιτικά ζητήματα – στάσεις ζωής – που είναι διαχρονικά, άρα και επίκαιρα.

 Οι βραβευμένοι συγγραφείς Αντώνης και Κωνσταντίνος Κούφαλης, δεν υποχρεώθηκαν να ορίσουν ένα φερέφωνο δικών τους θέσεων, αλλά ερεύνησαν συγκεκριμένες υποθέσεις, επεξεργάστηκαν συγκεκριμένα πραγματικά στοιχεία κι έριξαν το ειδικό βάρος πληροφόρησης στους χαρακτήρες τους.

 Ένας πιθανός στόχος τους, εκτός από την ψυχαγωγία, είναι η αναζήτηση λύσεων σε προβλήματα που όλοι γνωρίζουμε είτε ως παρατηρητές είτε ως πρωταγωνιστές. Στην παράσταση τα βλέπουμε δραματοποιημένα και, ή μένουμε στην επιφάνειά της, κρατώντας εντυπωσιασμούς από ερμηνείες και σκηνική εγκατάσταση ή ενεργοποιούμε την κατήχηση προς όφελος της κοινωνίας, την εικόνα της οποίας ενδύονται οι ηθοποιοί και τη φωτίζουν με την υποκριτική τους τέχνη.

Από τον Τενεσί Ουίλιαμς στον Μπέκετ, από τον Τσέχωφ στον Πίντερ κι απ’ τον Ιάκωβο Καμπανέλλη στον Θανάση Τριαρίδη, στον Άκη Δήμου και στον Γιάννη Τσίρο, το σύγχρονο παγκόσμιο θέατρο έχει να μας υποδείξει νέους δρόμους προσέγγισης και δραματουργικής επεξεργασίας μιας ιδέας. Το πιο προκλητικό είναι η Ιδέα να γίνει Πράξη.

Στο «Σπίτι με τα Δώρα» αυτό ακριβώς συνέβη και το έργο χάρισε επάξια στο συγγραφικό δίδυμο το κρατικό βραβείο για νέους δημιουργούς, το 2001.

 Ο Θεατρικός Λόγος τους χαρακτηρίζεται από προφορικότητα, αμεσότητα, αυθορμητισμό, ελλειπτικότητα, διατυπωτική γλαφυρότητα και συνειρμική οξυδέρκεια, ώστε είχε και έχει τη δυνατότητα να συναρπάσει το κοινό. 

 Τρεις δυνατούς μονολόγους συναντάμε στο «Σπίτι με τα Δώρα», που αγγίζουν την ψυχή όσων αγαπούν το θέατρο, σε μία ζοφερή πραγματικότητα – που χρονικά επαναλαμβάνεται – ιδιαίτερα μάλιστα, όταν στη σκηνή κυριαρχεί η λιτότητα και το συναίσθημα μεγεθύνει. Έτσι, συνδεόμαστε ξανά με τις αισθήσεις μας αλλά και με τα ίδια μας τα συναισθήματα.

Ως προς τη σκηνοθετική προσέγγιση του δραματικού κειμένου, πιστεύω ότι δε θα μπορούσε να παρασταθεί άμεσα στη σκηνή, χωρίς να προηγηθεί μια προκαταρτική δραματουργική εργασία, η οποία επιλέγει τη σημαίνουσα εκείνη πλευρά του έργου που, στη συνέχεια, αναδεικνύεται στη σκηνή.

 Ο Λευτέρης Παπακώστας, ήδη «τρέχει» στην Αθήνα μια ακόμη σκηνοθεσία του σε έργο του Τσιμάρα Τζανάτου, ανήσυχο και εύστροφο πνεύμα που μελετά, ερευνά και αναλώνει τις δυνάμεις του και τις γνώσεις του στην επίτευξη άριστου αποτελέσματος, ανήκει στις πολύ σημαντικές, στις πολύ υπολογίσιμες νέες θεατρικές δυνάμεις κι έχει, παρά το νεαρό της ηλικίας του, αρκετές πετυχημένες σκηνοθεσίες και ερμηνείες ως ηθοποιός. Αναλαμβάνει τη συγκεκριμένη παράσταση και δικαιώνει περίτρανα τον εαυτό του, τους συγγραφείς και τους συνεργάτες του.

Συμπερασματικά, στη σκηνή αποδίδεται ρεαλιστικά το κείμενο σε όλες τις παραμέτρους του και, ταυτόχρονα, εμπλουτίζεται η παράσταση από ένα ποιητικό φορτίο.

Ο θεατής παραδίνεται στο ρυθμό ενός συναρπαστικού έργου, που δε χάνει ίχνος από την ποίηση των εικόνων του.

Οι συγγραφείς με την πένα τους και οι συντελεστές της παράστασης υπηρετούν ένα όραμα κοινωνικής κριτικής, ρίχνουν φως στο σκοτάδι της παθογένειας που μαστίζει την ανθρωπότητα, τη βία, προκαλώντας τον θεατή να μεταφέρει τη δράση σε μια αρένα της δικής του έδρας. Στενού ή ευρύτερου κύκλου του, επειδή οι αναλογίες μπορεί να είναι διαφορετικές, αλλά η πραγματικότητα δεν αλλάζει και πολύ.

 Εν πολλοίς, πρόκειται για ένα έργο εξαιρετικά επίκαιρο, και η πρεμιέρα της παράστασης στην πόλη μας, στεφανώνει τη σημερινή μέρα, την αφιερωμένη παγκοσμίως στην γυναίκα.

Ταυτότητα παράστασης

«Το σπίτι με τα δώρα»
Των Αντώνη και Κωνσταντίνου Κούφαλη

Σκηνοθεσία: Λευτέρης Παπακώστας

Ηθοποιοί:
Μικαέλα Δανά, ως Βασιλική
Μαρία Καρακίτσου, ως Ελένη
Κατερίνα Παρισσινού, ως Ιωάννα

Πρωτότυπη μουσική: Ανθή Γουρουντή

Μουσικός επί σκηνής (τσέλο): Κλεοπάτρα Δαρδάλη
Kοστούμια /σκηνικά αντικείμενα: Σπύρος Γκέκας
Σκηνική εγκατάσταση / κατασκευή: Λευτέρης Παπακώστας, Μαρίνα Μηλιάρη
Βοηθός σκηνοθέτη: Αλεξάνδρα Γεωργίου
Hair stylist / make up artist: Βίκυ Χατζή
Φωτισμοί/Φωτογραφίες: Παύλος Μαυρίδης
Υπεύθυνη Παραγωγής: Πασχαλιά Σιγγίκου
Διαχείριση social media: Εύη Αγγελίνου
Επικοινωνία: Αντώνης Κοκολάκης
Παραγωγή: ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΤΕΧΝΩΝ ΠΕΙΡΑΙΑ “ΕΝΤΡΟΠΙΑ” Α.Μ.Κ.Ε.

 ΠΑΥΛΟΣ ΛΕΜΟΝΤΖΗΣ

Πηγή: KavalaWebNews

Continue Reading
Advertisement
Click to comment

You must be logged in to post a comment Login

Leave a Reply

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.

Πολιτισμός

Διαμαντής Αξιώτης: Γιώργος Χειμωνάς: Βασιληάς της Ασίας

Διαμαντής-Αξιώτης:-Γιώργος-Χειμωνάς:-Βασιληάς-της-Ασίας

του Παύλου Λεμοντζή

Πέρασαν κιόλας είκοσι πέντε χρόνια, αφότου ο Γιώργος Χειμωνάς σφράγισε τα μάτια του στο Παρίσι, αφήνοντας σε δικούς και φίλους σπαραγμό για τον αλλόκοτο χαμό του, που συμπαρέσυρε στον αφανισμό και όλα τα χαρτιά του. Ανάμεσά τους και το αφήγημα «Γερτρούδη», που ο ίδιος, από ό,τι διάβασα, το φαντάστηκε σαν κορυφή και σαν χαράδρα της ζωής και της γραφής του.

Τι έγινε το χειρόγραφο, ένας θεός το ξέρει. Όπως κι αν έχει το πράγμα, μαζί με το Γιώργο Χειμωνά, χάθηκε και η «Γερτρούδη», με τρόπο μάλιστα που ο διπλός αυτός χαμός θα μπορούσε να γίνει μυθιστόρημα κι αν ζούσε ακόμη, θα το έγραφε ο ίδιος ο Χειμωνάς, γιατί ο γιατρός, φιλόσοφος – στοχαστής, συγγραφέας και ζωγράφος Γιώργος Χειμωνάς, έπαιζε μια ζωή με τον θάνατο: έβαζε ενέχυρο σ’ αυτό το παιχνίδι τη ζωή του, για να κερδίσει ένα γραφτό, κάθε φορά το τελευταίο. Σαν τον Ιππότη στην «Έβδομη Σφραγίδα» του Μπέργκμαν, φορώντας πάντα μαύρα, περήφανος κι ωραίος.

Έτσι τον είδε ο σημαντικός Καβαλιώτης συγγραφέας Διαμαντής Αξιώτης και του αφιέρωσε το πρόσφατο βιβλίο του «Γιώργος Χειμωνάς- ο Βασιληάς της Ασίας», χαρακτηρίζοντάς το «μυθοπλαστικό ντοκουμέντο», στο οποίο ο αναγνώστης συναντά πολύ περισσότερες αλήθειες από τον μύθο.

 Ο Διαμαντής Αξιώτης τον φέρνει στην γενέτειρά του για ένα – λογοτεχνική αδεία ή και επιθυμία – τέλος στον τόπο που έκλαψε πρώτη φορά, μόλις βγήκε από τη μήτρα της μάνας του. Βάζει αφηγήτρια μια γυναίκα, την Θαυμασία, ένα αερικό ερωτευμένο με τον Χειμωνά, μπορεί η αινιγματική γυναίκα-ερωμένη Ελένη Ξένου από τον «Εχθρό του Ποιητή» ή , γιατί όχι, δίνει φωνή και λόγο στη χαμένη «Γερτρούδη» του και στις τέσσερις συνιστώσες του «Βασιληά της Ασίας»: «Φαντασμαγορία», «Φόβος», «Έρωτας» και «Κλέφτης», έτσι όπως τυπώθηκαν στο περιοδικό «Υπόστεγο» της Στέγης το 1992. Ταυτόχρονα, μοιράζει σπαράγματα από τα έργα του Χειμωνά: «Πεισίστρατος», «Η εκδρομή», «Μυθιστόρημα», «Ο γιατρός Ινεότης», «Οι Χτίστες» και «Τα ταξίδια μου», ανάμεσα στο λυρικό, ηθογραφικό πυκνό, άλλοτε λόγιο κι άλλοτε αφηγηματικό γράφημά του.

 Θα μπορούσα να πω επίσης, για την αφηγήτρια Θαυμασία, ότι εννέα «μαθήματα» παραδεδομένα στον αναγνώστη από τον ίδιο τον Χειμωνά συνιστούν μια απαραίτητη, ίσως, μαθητεία για την προσέγγιση του έργου του. Αν και ο ίδιος ο Χειμωνάς διαχωρίζει ρητά το θεωρητικό από το λογοτεχνικό του έργο και αρνείται τη μελέτη του πρώτου ως προϋπόθεση για την προσέγγιση του δεύτερου, είναι μεγάλος ο πειρασμός του κάθε επίδοξου μελετητή της λογοτεχνίας του Χειμωνά να εισδύσει στη σκέψη του τελευταίου μέσω των κειμένων του για τον λόγο.

 Με τον ίδιον ακριβώς τρόπο, και παρά τις κατηγορηματικές διευκρινίσεις του συγγραφέα για το αντίθετο, ο αναγνώστης του Χειμωνά δύσκολα μπορεί να αγνοήσει την πολύχρονη και επιστημονικά αναγνωρισμένη θητεία του στη θεωρητική και έμπρακτη άσκηση της Ψυχιατρικής επιστήμης. Οπότε, από μία άποψη, η «Θαυμασία» είναι ενσάρκωση αυτής της ιδέας του Διαμαντή Αξιώτη. Να προσαρμόσει το φρέσκο βιβλίο του στις ιδιότητες του ήρωά του.

 «Σκέπτομαι τώρα», έγραψε κάποτε ο Γεωργουσόπουλος, «ότι από την αρχαιότητα έρχεται ο μύθος για τον «Σκοτεινό» Ηράκλειτο, Ο Διογένης ο Λαέρτιος αναφέρει το ανέκδοτο ότι ο Σωκράτης συντήρησε αυτόν τον «μύθο», όταν, αφού διάβασε τα χειρόγραφα που του ενεχείρισε ο Ευριπίδης με το «Περί Φύσεως» σύγγραμμα του Εφέσιου σοφού, διατύπωσε τη γνώμη πως είναι καταπληκτικά όσα κατάλαβε από τα διανοήματα του Ηράκλειτου, αλλά υποπτευόταν πως ήταν καταπληκτικότερα όσα δεν κατάλαβε και χρειάζονταν «Δήλιο κολυμβητή». Τόσα, δηλαδή, δύσκολα περάσματα είχε η τρικυμιώδη θάλασσα της φιλοσοφίας του, ώστε χρειαζόταν επιτήδειος και τολμηρός κολυμβητής για να φθάσει απέναντι, στο πέρας, ακτή.

 Ανάλογη μοίρα έχουν πάμπολλοι μεγάλοι διανοητές, επιστήμονες και κυρίως ποιητές. Για τον Ηράκλειτο η μοίρα επεφύλαξε αιώνες μια σπαραγμένη αποσπασματικότητα, που ενέτεινε την τάχα μου σκοτεινότητά του. Και ονόμαζαν σκοτεινότητα την πυκνότητα της γραφής του, τον προφητικό του τόνο, τις έντονες και υπερφυείς εικόνες και την παιγνιώδη λεξιμαγεία του».

 Στην Ελλάδα η πρόσληψη του Γιώργου Χειμωνά είχε μιαν ανάλογη τύχη. Από τα πρώτα γραπτά του, τον πρωτόλειο «Πεισίστρατο» η κριτική τον υποδέχτηκε, χωρίς βέβαια επιφυλάξεις, ως πειραματιστή κατ’ αρχάς και πρωτοποριακό λογοτέχνη, αλλά του πρόσαψε συνάμα και τη σφραγίδα του δυσπρόσιτου, του αινιγματώδους, του λαβυρινθώδους, του σκοτεινού, του συμβολιστή και του οικοδόμου αλληγοριών.

Στον δικό του «Βασιληά της Ασίας», ο Διαμαντής Αξιώτης, τον κατεβάζει στη Γη, τον απεκδύει από την φορεσιά του δυσπρόσιτου, τον στέφει, βεβαίως, με το στέμμα του καλλίστου ανάμεσα σε τρανταχτά ονόματα της ελληνικής λογοτεχνίας, τον σεργιανάει – μαζί κι εμάς – στην Καβάλα περασμένων δεκαετιών, περιγράφει εξαίσια τη χερσόνησο της Παναγίας με τα απομεινάρια που κληροδότησε στην πόλη ο Μεχμέτ Αλή, παραθέτει συμβάντα – με ντοκουμέντα – που διημείφθησαν σε αίθουσες με βιβλία και σε άλλες με ποτά, όπως ακριβώς τα είχε διοργανώσει το Δ.Σ. της Στέγης του 1989 και η επιτροπή του παλιού «Υπόστεγου».

Ακόμη, του ανοίγει τις πόρτες της Καβάλας από Ανατολάς και Δυσμάς και ακουμπάει την Ξάνθη και τη Δράμα, χαϊδεύει με κοσμητικά επίθετα τη Θάσο και φωτογραφίζεται στη Νέα Πέραμο, με όλη την παρέα των ντόπιων και επισκεπτών ανθρώπων του πνεύματος, των γραμμάτων και των τεχνών.

 Αποτίνει φόρο τιμής σε διανοούμενους που γέννησε η πόλη, όπως ο Κρίτων Χουρμουζιάδης, και σε επισκέπτες ιδίου βεληνεκούς, ενώ γενναιόδωρα προσφέρει στους αναγνώστες εικόνες από μια ξεχασμένη εποχή και κι έναν πολύτιμο θησαυρό από λέξεις που σαγηνεύουν, από παρομοιώσεις και μεταφορές, από φράσεις που φανερώνουν τις πολυεπίπεδες γνώσεις του, την λογοτεχνική του ωριμότητα, την περιπλάνησή του ανάμεσα στο φανταστικό και στο πραγματικό και βάζει τη δική του υπογραφή πλάι στους κατά καιρούς κριτικούς του παλίμψηστου έργου του Καβαλιώτη, αλλά Γαλλοθρεμμένου «Άγγελου ξιφήρη, ολόσωμο αρχάγγελο Ουριήλ». Αληθινό ή καμωμένο από σύννεφο, αυτό που ανυψώνει η δεινότητα της πένας του, η διαύγεια του πνεύματός του, το ανοικτό σε άγνωστους ορίζοντες από τους κοινούς θνητούς.

Τις τέσσερις αισθήσεις της πρώτης του ζωής, όπως γράφει ο Διαμαντής Αξιώτης, Φαντασμαγορία, Έρωτας, Κλέφτης και Φόβος, δώρα -άδωρα της πόλης που τον γέννησε, τις αφηγείται μέσα από παραστάσεις, επεισόδια και εκμυστηρεύσεις. Οι αναγνώστες κερδίζουν σε ενσυναίσθηση και σε αυτογνωσία. Επειδή μέσα στα χρονικά άλματα του δοκιμίου ή μυθοπλαστικού ντοκουμέντου, στις αλληγορίες, στις αφηγήσεις αληθειών και στη μυθική φαντασία, μέσα στον λυρισμό των λέξεων, ανακαλύπτουμε ότι ο εαυτός μας είναι συνήθως σε μια διελκυστίνδα. Από τη μια τραβάει ο φόβος και από την άλλη οι επιθυμίες.

 Το ένα τροφοδοτεί το άλλο, επειδή έχουμε μάθει από μικρή ηλικία και από το συλλογικό ασυνείδητο να αντιμετωπίζουμε τα πάντα ως προβλήματα προς επίλυση, αντί να τα βιώνουμε ως έχουν. Ζούμε σε μια συνεχή πλάνη, ποτέ στο παρόν, όμως, ο φόβος βασίζεται στο ψεύτικο. Στις αναμνήσεις και στις προσδοκίες. Ποτέ στο παρόν. Στο παρόν, στη διαρκή στιγμή, δεν υπάρχει φόβος. Υπάρχει μόνο αυτό που είναι. Γι’ αυτό και το βιβλίο κλείνει με τη μαυροφορεμένη Λούλα Αναγνωστάκη να μηρυκάζει αέναα «Ο Γιώργος, ο Γιώργος, ο Γιώργος μου» ….»

«Καληνύχτα χρυσό μου»

Ο Χειμωνάς δηλώνει επανειλημμένα στις δημόσιες καταθέσεις του ότι γράφει ρεαλιστική λογοτεχνία. Η διαφορά του από τους άλλους ρεαλιστές συγγραφείς έγκειται στο ότι το έργο του προσπαθεί να ψηλαφίσει, σαν τους μακρινούς αρχαίους προκατόχους του, την τραγική ουσία του ανθρώπου, που εδώ φέρει τη μορφή του ποιητή. «Και η τραγική ουσία, για να αρθεί στο Ύψος, ζητάει από το συγγραφέα να φανταστεί εκ νέου ένα ολιστικό σύστημα, να συντάξει με το λόγο ένα Μεγάλο αφήγημα– έστω και κατακερματισμένο- που καθορίζει τις «μικρές» , ανθρώπινες ζωές.»

 Ακριβώς αυτό κάνει ο Διαμαντής Αξιώτης στο «Μυθοπλαστικό Ντοκουμέντο» του : «Γιώργος Χειμωνάς: Βασιληάς της Ασίας».

Υ.Σ. Με το φιλόδοξο αυτό αξίωμα προσδοκούσε η Ελένη Ξένου να χρίσει τον ποιητή στην έσχατη κατοικία του!

ΠΑΥΛΟΣ ΛΕΜΟΝΤΖΗΣ

Πηγή: KavalaWebNews

Continue Reading

Πολιτισμός

«Η αγάπη άργησε μια μέρα» στο Θέατρο Αντιγόνη Βαλάκου

«Η-αγάπη-άργησε-μια-μέρα»-στο-Θέατρο-Αντιγόνη-Βαλάκου

Μετά τη μεγάλη επιτυχία στην Κοζάνη, τη Θεσσαλονίκη και σε άλλες περιοχές της Βόρειας Ελλάδας η παράσταση «Η αγάπη άργησε μια μέρα» που αποτελεί μια συμπαραγωγή του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος και του Δημοτικού Περιφερειακού Θεάτρου Κοζάνης, έρχεται στην Καβάλα για δυο μέρες, στο Θέατρο Αντιγόνη Βαλάκου, το Σάββατο 1 και την Κυριακή 2 Φεβρουαρίου στις 18.00 και στις 21.00.

Το εμβληματικό βιβλίο της Λιλής Ζωγράφου «Η αγάπη άργησε μια μέρα» μεταφέρεται στη θεατρική σκηνή, σε σκηνοθεσία Ένκε Φεζολλάρι ο οποίος συνυπογράφει μαζί με τη Ροδή Στεφανίδου και τη διασκευή – δραματουργική επεξεργασία. Πρόκειται για έναν ύμνο στην ελευθερία και τον έρωτα.

Οι θεατές γίνονται ένα με τις ηρωίδες και το δράμα που περνούσε η καθεμία ξεχωριστά, αναδεικνύοντας δύσκολα κοινωνικά θέματα που κυριαρχούσαν περασμένες δεκαετίες όπως την ελευθερία και την αποδοχή της διαφορετικότητας και τα οποία όμως απασχολούν και τη σύγχρονη κοινωνία.

Η άκρως ατμοσφαιρική παράσταση με τις εξαιρετικές και πολύ δυνατές ερμηνείες των ηθοποιών κρατούν σε εγρήγορση τους θεατές, καθ’ όλη τη διάρκειά της. Οι άψογες παρεμβάσεις με τα βίντεο και τον λόγο της Λιλής Ζωγράφου δίνουν το στίγμα του συνολικού της έργου.

Στο έργο σκιαγραφείται αριστοτεχνικά η απάνθρωπη σκληρότητα της πατριαρχικής οικογένειας, οι κοινωνικές συμβάσεις και η ευλογία της αγάπης.

Πρόκειται ουσιαστικά για μια αλληγορία πάνω στο φασισμό και στον τρόπο που αυτός ποτίζει τις ανθρώπινες σχέσεις. Αναδεικνύονται τα σοβαρά και διαχρονικά προβλήματα που προκύπτουν από την τήρηση των «πρέπει», τη μη αποδοχή της διαφορετικότητας, τη λανθασμένη υποταγή και την καταπάτηση της ελευθερίας, στην καθημερινότητα.

Ο άνθρωπος, του χθες και του σήμερα, οι αδυναμίες και οι επιθυμίες του βρίσκονται στο επίκεντρο.

Το έργο «Η αγάπη άργησε μια μέρα», βασίζεται στο ομώνυμο μυθιστόρημα της Λιλής Ζωγράφου, γραμμένο το 1994, το οποίο έγινε τηλεοπτική επιτυχία το 1997. Η συγγραφέας εστίασε στα μυθιστορήματά της στην πάλη για την ανεξαρτησία των γυναικών και στη γυναικεία χειραφέτηση. Το έργο πραγματεύεται την τόλμη που απαιτεί η ελευθερία καθώς και τον αγώνα ενάντια στην επιβολή και τον αυταρχισμό. Μια απεικόνιση της πατριαρχικής κοινωνίας και του βαθιά ριζωμένου μισογυνισμού. 

Η παράσταση

«Ακόμα και οι γιοί τρέμανε τη “σκιά” του πατέρα αφέντη, πού επίσης μέσα από το αίσθημα ιδιοκτησίας απαιτούσαν απ’ αυτούς να γίνουν σπουδαίοι, όχι ευτυχισμένοι, σπουδαίοι, πάντα στα μέτρα της δικής τους βαρβαρότητας και αμορφωσιάς».

Στο Νεοχώρι της Κρήτης, την περίοδο της Κατοχής, η πολυμελής οικογένεια Φτενούδου, ζει υπό το βάρος της ενοχής, της θρησκευτικής καταπίεσης και των άκαμπτων ηθικών κανόνων της επαρχίας. Μέσα σε αυτό το αρρωστημένο περιβάλλον, η μικρότερη κόρη, Ερατώ, η πολυαγαπημένη της μητέρας της, ερωτεύεται έναν Ιταλό στρατιώτη, που κρύβεται στο υπόγειο του σπιτιού τους και μένει έγκυος από αυτόν. Μετά τον θάνατο του πατέρα, η μεγάλη κόρη της οικογένειας αναλαμβάνει τα ηνία του σπιτιού, επιβάλλοντας τη θέλησή της μέσα από την απόλυτη υπακοή στο αναχρονιστικό σύστημα αξιών, τον ενσωματωμένο μισογυνισμό, τα μίση και τα απωθημένα της ερωτικής στέρησης. Ταυτόχρονα, η ανάγκη προάσπισης της εικόνας μιας φαντασιωσικής υπεροχής της οικογένειας Φτενούδου, την οδηγεί σε μια άνευ νοήματος μεγαλομανία, που ανατροφοδοτεί την κοινωνική υποκρισία: αποκρύπτει (ή θανατώνει) ό,τι πλήττει την οικογενειακή τιμή και επιδεικνύει κάθε ανούσια σύμβαση που προσδίδει κύρος στην παρηκμασμένη τους ζωή. Σε αυτό το περιβάλλον κάθε μορφή αγάπης και έρωτα αποκλείεται, ποινικοποιείται και διώκεται. Κάθε ανάγκη για ζωή μαραίνεται.

*Κατάλληλο για θεατές άνω των 13 ετών

Σκηνοθετικό σημείωμα

Ελλάδα, Κρήτη, Αθήνα. Πόλεις, χωριά, αγροτιά. Ο τόπος άλλοτε άγονος, άλλοτε καρποφόρος…

Στο επίκεντρο η οικογένεια, αρσενικά και θηλυκά κάτω από την μπότα του Πατέρα -Αφέντη και τους δρακόντειους, απαράβατους, άγραφους νόμους που δημιουργεί η Πατριαρχία. Η μοίρα των γυναικών της θέλει να είναι εγκλωβισμένες, σχεδόν φυλακισμένες στα νοικοκυριά. Αμπαρωμένες σε σπίτια -φρούρια αρσενικών- που θεωρούν ότι «τα γυναίκεια στόματα είναι άχρηστα για να ταϊστούν». Η επαρχία όμως δημιουργεί και ευνουχισμένα αρσενικά καθώς και ανάπηρα παιδιά …ένας Καιάδας για την διαφορετικότητα, για κάθε τι όμορφο που αποζητά να αναδυθεί από την ασχήμια και τη βία που μας περιβάλλει.. Ο Άνθρωπος που σφυρηλατείται στην αδικία και τον πόνο. Ο λόγος της Λιλής Ζωγράφου καταγγέλλει οτιδήποτε περιορίζει την ελευθερία του ατόμου. Υπερασπίζεται κάθε ανθρώπινη οντότητα ως αυτοτέλεια και ως αυθυπαρξία του ατόμου. Η άνοδος και η πτώση των ψευδεπίγραφων κοινωνικών συμβάσεων. Η ιστορία της καταπίεσης των γυναικών στην Ελλάδα, τα Βαλκάνια, στον κόσμο που κατοικούμε, στον κόσμο που μας εμπεριέχει. Η «Τιμή της οικογένειας» που γίνεται τσεκούρι και δίνει άλλοθι για εγκλήματα. Τι θα πει Ελευθερία; λέει στο κείμενο της και απαντά: «Μα η αθωότητα να μην γνωρίζεις την ασκήμια των ανθρώπων. Μόνο τότε είσαι ελεύθερος».

Ένκε Φεζολλάρι

Συντελεστές

Διασκευή- Δραματουργική επεξεργασία: Ροδή Στεφανίδου, Ένκε Φεζολλάρι

Σκηνοθεσία: Ένκε Φεζολλάρι

Σκηνικά-κοστούμια: Δαναη Πανά

Μουσική: Κωνσταντίνος Ευαγγελίδης

Φωτισμοί: Σεμίνα Παπαλεξανδροπούλου  

Βίντεο: Άντα Λιακου

Βοηθός Σκηνοθέτη: Χριστόφορος Μαριάδης

Οργάνωση Παραγωγής: Ηλίας Κοτόπουλος

Κατασκευή σκηνικού: Νίκος Λαβαντσιώτης, Τάκης Συνδουκάς

Φωτογραφίες: Mike Rafail | That long black cloud

Διανομή: Υρώ Λούπη, Ιωάννα Παγιατάκη, Λίλιαν Παλάντζα, Πολυξένη Σπυροπούλου, Δανάη Σταματοπούλου, Άννη Τσολακίδου, Μαρία Χατζηιωαννίδου

Τιμές εισιτηρίων:

15 € Γενική Είσοδος,

12 € Μαθητικό – Φοιτητικό-Ανέργων-ΑΜΕΑ (με την επίδειξη των αντίστοιχων δικαιολογητικών κατά την είσοδο)

Ηλεκτρονική προπώληση: https://www.more.com/gr-el/tickets/theater/i-agapi-argise-mia-mera/

Προπώληση εισιτηρίων καθημερινά από τη Δευτέρα 27 Ιανουαρίου, 11.00 – 14.00 & 18.00 – 20.00, στο Κέντρο πληροφόρησης επισκεπτών Δήμου Καβάλας (πρώην ΕΟΤ) στην Κεντρική Πλατεία, τηλ: 2510-620566.

Για περισσότερες πληροφορίες και κρατήσεις μπορείτε να καλείτε στα τηλέφωνα του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Καβάλας 2510. 220876 (10:00-14:00).

ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Καβάλας

Πηγή: KavalaWebNews

Continue Reading

Πολιτισμός

«Χόρεψέ με πατέρα»: Όταν η άνοια γίνεται αφορμή για θεατρική παράσταση

«Χόρεψέ-με-πατέρα»:-Όταν-η-άνοια-γίνεται-αφορμή-για-θεατρική-παράσταση

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΕΦΗ ΚΑΡΟΥΝΙΑ

«Χόρεψέ με πατέρα»: Ένας πατέρας με άνοια και η υστερική κόρη του, προσπαθούν να επικοινωνήσουν. Ο καθένας μέσα από την δική του διαταραχή, αναζητά την προσωπική του λύτρωση. Θα τα καταφέρουν;

Το κείμενο υπογράφει η Κατερίνα Αντωνιάδου. Η σκηνοθεσία είναι του Γιώργου Αρμένη, με τον ίδιο στον ρόλο του πατέρα και την Κατερίνα Αντωνιάδου στον ρόλο της κόρης.

Στη συνέντευξη που ακολουθεί ο Γιώργος Αρμένης και η Κατερίνα Αντωνιάδου, μιλούν για την θεατρική παράσταση «Χόρεψέ με πατέρα» και πως βρέθηκαν δάσκαλος και μαθήτρια στην σκηνή. (σ.σ. Η παράσταση θα παρουσιαστεί την Κυριακή 19 Ιανουαρίου, στις 8 το βράδυ στο «Καλογερικό» της Θάσου)

Γιώργος Αρμένης: Το κείμενο είναι της Κατερίνας. Μου άρεσε όταν το διάβασα. Στήσαμε την παράσταση και πραγματικά ήταν ένα θαύμα για εμάς που κάναμε πρεμιέρα και γυρίσαμε πολλές πόλεις. Έχει πολύ μεγάλη αποδοχή από τους θεατές. Πραγματικά είναι παρά πολύ ωραίο. Και το λέω αυτό με πλήρη συνείδηση. Έχω τόσα χρόνια στο θέατρο που δεν μπορώ να λέω ψέματα. Πάντα οι θεατές φεύγοντας από μια θεατρική παράσταση παίρνουν μαζί τους κάτι σαν φυλαχτό, σαν μια ευχή. Πάντα το θέατρο διδάσκει. Νομίζω ότι με την συγκεκριμένη παράσταση αυτό το έχουμε πετύχει σε μεγάλο βαθμό

Κατερίνα Αντωνιάδου: Έχω γράψει και άλλα έργα. Είναι το πρώτο που έσπρωξα και δεν το κράτησα στα συρτάρια μου. Μάλλον το πίστεψα πιο πολύ. Άρεσε και στο Γιώργο Αρμένη. Όταν το έγραψα το έδωσα να το διαβάσει και μου είπε ότι θα το ανεβάσουμε. Ήταν πιο ώριμη αυτή η γραφή σε σχέση με τα προηγούμενα.

Γιατί η άνοια γίνεται αφορμή για θεατρική παράσταση;

Γιώργος Αρμένης: Έχει… άνοια ο πατέρας, δηλαδή εγώ, αλλά στο τέλος τα βρίσκουμε. Αυτό περνάει και στο κοινό που στο τέλος μας χαρίζει έντονο χειροκρότημα. Εγώ, δεν ξέρω γιατί, αλλά… τρελαίνομαι με αυτό το έργο. Μου αρέσει παρά πολύ. Μου αρέσει που κάνω ότι έχω άνοια. Κάποια στιγμή βέβαια έρχεται ένα στοιχείο που συγκινεί και προκαλεί την ανατροπή. Εδώ θέλω να πω ότι μέσα στο έργο υπάρχει και το κωμικό στοιχείο , παίρνεις κωμικές ανάσες. δεν είναι δράμα. Δεν είναι μαύρο… Εμένα η θεατρική μου κόρη με έχει σαν παιχνίδι…

Κατερίνα Αντωνιάδου. Το θέμα της άνοιας δεν ήρθε συνειδητά. Εγώ θέλησα να πω μια ιστορία για δύο ανθρώπους που δεν επικοινωνούν. Η άνοια στάθηκε ως εμπόδιο. Αν δεν υπήρχε η άνοια θα ήταν ένα άλλο εμπόδιο. Δεν ξέρω ποια ήταν η αφορμή. Ίσως στο υποσυνείδητό μου υπήρχε κάτι που δεν το έχω ανακαλύψει ακόμη. Ο αρχικός μου στόχος ήταν να πω για δύο ανθρώπους που δεν επικοινωνούν μεταξύ τους.

Γιατί πιστεύετε ότι έχουμε φτάσει στο σημείο να μην μπορούμε να επικοινωνήσουμε με τον συνάνθρωπο;

Γιώργος Αρμένης: η άνοια και το αλτσχάιμερ θερίζουν. Αυτό είναι επιστημονικά αποδεδειγμένο. Πέρα από αυτό όμως δεν αναγνωρίζουμε τον διπλανό, τον συνάνθρωπο .

Κατερίνα Αντωνιάδου: Νομίζω ότι είναι δύσκολη η επικοινωνία, καθώς δεν έχουμε μάθει να επικοινωνούμε με τον εαυτό μας και κάνουμε προβολές. Από εκεί ξεκινάει. Δηλαδή βλέπουμε τον εαυτό μας στο πρόσωπο του άλλου. Το ίδιο συμβαίνει και με τους δύο ήρωες του έργου. Και η κόρη νοσεί, δεν είναι καλά ψυχολογικά. Δεν μπορεί να επικοινωνήσει με τον εαυτό της. Για αυτό νομίζω ότι είναι δύσκολη η επικοινωνία γενικότερα. Δεν έχουμε μάθει να επικοινωνούμε με το μέσα μας

Τελικά η καθημερινότητα μας μεταφέρεται στη σκηνή;

Κατερίνα Αντωνιάδου Νομίζω σε αρκετά σημεία. Και αυτό επιβεβαιώνεται και από τον κόσμο. Μας λένε μετά την παράσταση ότι «είδαν» αρκετά στοιχεία από την δική τους ζωή. Το έργο μιλάει για την μοναξιά, τους φόβους για βαθύτερα θέματα που μπορεί να μας απασχολούν.

Δάσκαλος και μαθήτρια στην σκηνή…

Γιώργος Αρμένης: Για εμένα είναι πολύ γοητευτικό. Χαίρομαι ιδιαίτερα με αυτή την συνύπαρξη γιατί η Κατερίνα είναι ένας πολύ όμορφος άνθρωπος. Υπάρχει πολύ αγάπη μέσα στην παράσταση… Αλλά δυστυχώς συνεχίζω να έχω την άνοια.

Κατερίνα Αντωνιάδου: Νοιώθω πανέμορφα που δουλεύω με τον Γιώργο. Τον ξέρω πολλά χρόνια. Έχουμε δουλέψει μαζί αρκετές φορές, από τα χρόνια που ήμουν στη Δραματική Σχολή. Τον ξέρω και με ξέρει. Ξέρει πώς να με διαχειριστεί, ξέρει πώς να με δουλέψει και εγώ καταλαβαίνω αυτό που θέλει να μου πει πριν ακόμη μου το πει. Υπάρχουν βέβαια και οι… εντάσεις, αλλά στο τέλος όλα καλά.

Η βία αποτελεί χαρακτηριστικό της κοινωνίας μας και της καθημερινότητάς μας…

Γιώργος Αρμενης: Εγώ νοιώθω πολύ θυμωμένος για όλα αυτά που ζούμε. Και θυμώνω πολύ περισσότερο με τους ηλικιωμένους που φθάνουν σε πράξεις βίας.

Κατερίνα Αντωνιάδου. Για να αλλάξει το σκηνικό πρέπει να ξεκινήσει από μέσα μας. Η δουλειά που θα πρέπει να κάνουμε με τον εαυτό μας. Μας φταίει ο εαυτός μας και τα βάζουμε με την γυναίκα μας, με τον άνδρα μας, με το παιδί μας, με το σκυλί μας…

Κύριε Αρμένη, έχετε αριστερές καταβολές. Πως θα σχολιάζατε την κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η Αριστερά σήμερα;

Απ. Κουρελού. «Η θειά μου η Αμισούρδα τρία βρακιά φορεί»

Εσείς κ. Αντωνιάδου, ως πιο νέα σε ηλικία;

Απ.: Εγώ δεν ξέρω να πω για την αριστερά, δεν ξέρω να πω για την δεξιά. Ξέρω να πω ότι όσοι ανεβαίνουν στην εξουσία ρημάζουν την Ελλαδίτσα μας. Δεν αγαπούν το τόπο τους, όποιας απόχρωσης και απόκλισης και αν είναι.

ΠΗΓΗ: AchaiaNews.gr  

Πηγή: KavalaWebNews

Continue Reading
Advertisement

Προτεινόμενα